Ενας καθηγητής μετράει τα άστρα...

Ενας καθηγητής μετράει τα άστρα...


Η φυγή του Ελληνα αστροφυσικού Διονύση Σιμόπουλου σκόρπισε ένα είδος πανελλήνιας θλίψης – όσοι γνώριζαν την ζωή και την καριέρα του ένιωσαν ότι χάθηκε ένα σπάνιο παράδειγμα προς μίμηση: αυτό ήταν κυρίως ο Σιμόπουλος. Οποιος τον έχει παρακολουθήσει στην τηλεόραση να διηγείται τη ζωή του ένιωθε πάντα ένα αληθινό θαυμασμό για αυτό τον Ελληνα που γεννήθηκε στα Γιάννινα και κατέκτησε το σύμπαν – κι όχι απλά τον κόσμο μας. Θυμάμαι πάντα ότι όποιος τον φιλοξενούσε μιλούσε «για το παιδί που μέτρησε τα άστρα», ο τίτλος ήταν πιασάδικος χάρη και στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Μενέλαου Λουντέμη, αλλά ποτέ δεν τον βρήκα συμβατό με το Σιμόπουλο. Ο Σιμόπουλος δεν ήταν παιδί, ήταν από τότε που τον γνωρίσαμε ένας σπάνιος και σπουδαίος επιστήμονας. Ισως και κάτι περισσότερο: ένας κοινωνός της επιστημονικής γνώσης, ένας από αυτούς που πιστεύουν πως η δια βίου μάθηση είναι τρόπος ζωής. Ενας αληθινός καθηγητής.

Για 8 χιλιάδες δραχμές το μήνα…

Η ζωή του Σιμόπουλου υπήρξε συναρπαστική σε κάθε επίπεδο. Σου έδινε αφορμή για υπέροχες απορίες και φυσικά σε έκανε να πιστεύεις στη δύναμη της ράτσας μας, αφού ο ίδιος ήταν ένας ιδανικός εκπρόσωπος μιας γενιάς που πίστευε πως οι δυσκολίες τον Ελληνα τον οπλίζουν με σθένος και δεν τον καταβάλουν. Γεννήθηκε στην κατοχή, μεγάλωσε στους εμφύλιους, γύρισε πιτσιρίκος τη μισή Ελλάδα χάρη στις μεταθέσεις του μπαμπά του. Από τα Γιάννινα βρέθηκε στην Πάτρα και από εκεί στην Λουιζιάνα. Το να τον ακούς να εξιστορεί τις περιπέτειες των παιδικών του χρόνων ήταν πάντα εξίσου απολαυστικό με το να τον ακούς να μιλάει για τα μυστήρια του σύμπαντος. Χαιρόταν να υπογραμμίζει πως ο νονός τους ήταν από το Μέτσοβο, πως ο μπαμπάς του αγόρασε ένα ραδιόφωνο το 1958 κι αυτό έκανε την οικογένεια του να αισθάνεται τυχερή, πως στην Πάτρα κυκλοφορούσαν ελάχιστα ιδιωτικά αυτοκίνητα και πως οι αλάνες της ήταν τεράστιες. Μιλούσε για τη δίδυμη αδερφή του, τους φίλους του που στην πορεία έχασε, την Ελλάδα που παιδευόταν να σταθεί στα πόδια της. Ενα μόνο μυστικό του δεν θυμάμαι να αποκάλυψε ποτέ: το πώς ένα παιδί από την τότε ψωροκώσταινα ανακάλυψε την αστροφυσική κι αποφάσισε να μας εξηγήσει ως ενήλικας την μαγεία της. «Όταν ήμουν παιδί το όνειρό μου ήταν να κάνω μια δουλειά που θα μου δίνει τη δυνατότητα να κερδίζω 8 χιλιάδες δραχμές το μήνα. Αφού ο πατέρας μου μας μεγάλωσε με 2 χιλιάδες, εγώ με αυτά τα χρήματα θα τα περνούσα καταπληκτικά» είχε πει κάποτε γελώντας. Και τα άστρα; Αυτά ήταν πάντα εκεί και τον περίμεναν.  

https://1.bp.blogspot.com/-MD0VjWqq5_s/W0ygjwQk4uI/AAAAAAAADRY/lMOnFLQBr4wyOJhhPWk-JtEm1xZzDOIbQCKgBGAs/s1600/ti_xrwma_einai_to_sympan.jpg

Η επικοινωνία της αστροφυσικής

Οι Ελληνες εκείνης της εποχής είχαν μια παράξενη φλόγα: πίστευαν όλοι τους πως ο κόσμος τους ανήκει και πως δεν έχουν παρά να τον φέρουν στα μέτρα τους. Ο Σιμόπουλος τον δικό του πήχη τον έβαλε πολύ ψηλά. Το να πας στις ΗΠΑ ήταν ένα βήμα τεράστιο: στην εποχή εκείνη αυτές τις αποφάσεις οι άνθρωποι τις θαύμαζαν – δεν μιλούσαν τότε για brain drain. Ο Σιμόπουλος πήγε στη Νέα Υόρκη με πλοίο και από εκεί στη Λουιζιάνα με λεωφορείο: σε αυτές τις 45 ώρες που με αυτό ταξίδεψε πρέπει να τα σχεδίασε όλα.

Το να αγαπήσεις την φυσική αρχικά και την αστροφυσική έπειτα το βρίσκω λογικό: κάθε μικρός τυχοδιώκτης αγαπάει την ιδέα να εξερευνήσει και να κατακτήσει κόσμους. Το πώς ο Σιμόπουλος αποφάσισε να σπουδάσει και εκτός από αυτά Πολιτική Επικοινωνία και Επικοινωνία της Αστροφυσικής, σε εποχές που είναι αμφίβολο αν στην Ελλάδα υπήρχαν άνθρωποι που γνώριζαν την ύπαρξη της συγκεκριμένης ειδικότητας, παραμένει για μένα ένα μεγάλο μυστήριο, που όμως εξηγεί όσα ακολούθησαν. Η Επικοινωνία της Αστροφυσικής έγινε η επιστήμη του Σιμόπουλου –ο σκοπός της ζωής του. Και η τύχη του ήταν πως τη δεκαετία που έζησε στις ΗΠΑ έζησε το ταξίδι για την κατάκτηση της σελήνης από την πρώτη θέση. Αλλά κάνω λάθος να μιλάω για τύχη: η εμπειρία αυτής της περιπέτειας δεν προέκυψε γιατί συνωμότησε το αγαπημένο του σύμπαν, αλλά γιατί ο ίδιος επιδίωξε να ζήσει το ταξίδι. Το εισιτήριο το διεκδίκησε και το σφράγισε. Με την αξία του.  

Τα σύνθετα και τα απλά

Υπάρχουν δυο λογιών επιστήμονες – σεβαστοί και οι δυο. Στη μια κατηγορία ανήκουν αυτοί οι καταπληκτικοί άνθρωποι που ζουν απομονωμένοι με την επιστήμη τους, δουλεύουν για την ανθρωπότητα χωρίς να τους γνωρίζουμε, χαρίζουν τη ζωή τους στην επιστημονική έρευνα και ικανοποιούνται κυρίως από την συνείδησή τους – η μοναχική τους περιπλάνηση στον κόσμο βασίζεται στην ανάγκη τους να ολοκληρώσουν το επιστημονικό τους έργο, που είναι η ζωή τους. Ο Σιμόπουλος όμως άνηκε στην άλλη κατηγορία: στην κατηγορία αυτών που πιστεύουν πως η επιστήμη για να είναι χρήσιμη πρέπει να γίνεται κατανοητή από όλους, πως η αποκωδικοποίησή της γεννά ενδιαφέρον και το ενδιαφέρον είναι αυτό που εξασφαλίζει το ίδιο το μέλλον της επιστημονικής έρευνας. Από τον τρόπο που εξηγούσε την επιστήμη του καταλάβαινες ότι η τέχνη της επικοινωνίας είχε στην περίπτωσή του αποδειχτεί το απολύτως χρήσιμο εργαλείο για να μας ανοίξει ένα παράθυρο στην αστροφυσική κάνοντας την ένα συναρπαστικό μάθημα.

Ηταν ο μάστορας της εκλαϊκευμένης αφήγησης; Όχι ακριβώς. Θα λεγα ότι ήταν αυτός που εξηγούσε τα σύνθετα με σκοπό να τα κάνει κτήμα σου – ο σκοπός αυτός – περισσότερο και από την αφήγηση - ήταν το βασικό. Οι συνομήλικοι του Σιμόπουλου μπορούν να καμαρώνουν για τον άξιο συμμαθητή τους, για ένα ακόμα λαμπρό εκπρόσωπο της γενιάς τους. Εμείς όμως οι νεότεροι είμασταν οι αληθινά τυχεροί κι αυτοί που κάτι του χρωστάμε: του χρωστάμε το σεριάνι στο σύμπαν που μας έκανε κάποτε με εκείνη την πρωτοποριακή εκπομπή της ΕΡΤ που λεγόταν «Κόκκινοι Γίγαντες Ασπροι Νάνοι» (ένα αληθινό προπομπό πολλών άλλων ανάλογων σειρών που έκαναν στα μάτια των παιδιών την επιστήμη συναρπαστική) και του χρωστάμε βέβαια πολλά και για το Πλανητάριο – αυτόν το υπέροχο προορισμό διασκέδασης και γνώσης που γέμισε τις καρδιές μας με αγάπη για τον κόσμο των άστρων και το μυαλουδάκι μας με πληροφορίες και γνώσεις που πουθενά δεν θα βρίσκαμε.

Συνδυάζοντας την γνώση, την επιστήμη και τη διασκέδαση το Πλανητάριο που ο Σιμόπουλος δημιούργησε πριν γίνει 28 χρονών (!), έγινε για όποιον το έχει αγαπήσει το πιο λατρεμένο σχολείο της χώρας: μια Ντίσνεϊλαντ ονείρων και γνώσης του Σιμόπουλου που πίστευε πως οι καλύτεροι δέκτες της πολύπλοκης επιστήμης του είναι τα παιδιά, γιατί όπως κι αυτός έχουν τα χάρισμα να τα απλοποιούν όλα.

Τα είχε ζήσει όλα

Εφυγε έχοντας αποσπάσει δεκάδες βραβεία, έχοντας γίνει Ακαδημαϊκός, έχοντας γνωρίσει καθολική αναγνώριση κι έχοντας αφήσει ως κληρονομιά εκπομπές, βιβλία και κυρίως συναρπαστικές περιγραφές απίστευτων διαστρικών περιπετειών. Ταξίδια στον Αρη ή στο Δία, ήλιοι που σβήνουν, μυστήρια όπως η σκοτεινή ύλη – νόμιζες πως τα έχει ζήσει όλα. Και μπορεί και να τα είχε ζήσει: είναι κι αυτό ένα από τα μυστικά που πήρε μαζί του.

Παντρεύτηκε μικρός, απέκτησε τρία παιδιά, αναμετρήθηκε με τον καρκίνο, δήλωνε λάτρης του Μπρεχτ που δεν πίστευε σε ήρωες, αλλά και απόφοιτος της σχολής του Επίκουρου που έλεγε πως ο θάνατος δεν σε αφορά, αφού όταν ζεις είναι μακριά κι όταν έρχεται δεν υπάρχεις ώστε να σε βασανίσει. «Είμαστε αστρόσκονη και στα αστέρια θα επιστρέψουμε» έλεγε. Μας αποχαιρέτησε με μια φωτογραφία που βλέπουμε στο τέλος των καρτουνίστικων σειρών Looney Tunes: «That's all folks!» («Αυτό ήταν όλο, φίλοι!»).

Ραντεβού στα άστρα κύριε καθηγητά…