Εύκολη νίκη, δύσκολη τετραετία

Εύκολη νίκη, δύσκολη τετραετία


Την περασμένη εβδομάδα έγραψα στο πολιτικό μου σημείωμα στην εφημερίδα τα Νέα πως σε ό,τι έχει να κάνει με την σειρά των κομμάτων και τα ποσοστά τουλάχιστον των τριών πρώτων το αποτέλεσμα των εκλογών του Ιουνίου δεν θα είναι σε κάτι διαφορετικό απο το αποτέλεσμα των εκλογών του Μαϊου. Η σειρά ήταν δεδομένη για τα ποσοστά κυκλοφορούσαν πολλά (όχι πάντως από τους δημοσκόπους). Ωστόσο δεν πίστευα πως θα μπορούσε να υπάρχει σε ένα μήνα μια αλλαγή της γενικής τάσης όπως αυτή είχε καταγραφεί τον Μάιο: η ΝΔ θα κρατούσε το πάνω από 40% ποσοστό της χωρίς να το μεγεθύνει και η πτώση του ΣΥΡΙΖΑ θα συνεχιζόταν χωρίς πάντως το ΠΑΣΟΚ να μπορεί να την καρπωθεί εντυπωσιακά. Αυτά έγραφα υπολογίζοντας ότι η αποχή θα δημιουργούσε διαφορετικά, αλλά όχι νέα, δεδομένα.

Η αποχή υπήρξε τεράστια: μεταξύ Μάϊου και Ιουνίου δεν πήγαν να ψηφίσουν περίπου 800 χιλιάδες ψηφοφόροι, όμως η αποχή τους μοιράστηκε αναλογικά σε όλα τα κόμματα. Η ΝΔ πήρε περίπου 280 χιλιάδες ψήφους λιγότερους από τον Μάιο, ο ΣΥΡΙΖΑ 260 χιλιάδες, αλλά λιγότερες ψήφους πήρε και το ΠΑΣΟΚ ακόμα και το ΚΚΕ. Η αποχή έφερε την οκτακομματική Βουλή. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της Πλεύσης Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου: πήρε λιγότερους ψήφους από το Μάιο αλλά μεγαλύτερο ποσοστό και μπήκε στη Βουλή! Εκτός από την αποχή, καθόρισαν το αποτέλεσμα και δυο ακόμα πράγματα: η βεβαιότητα του εκλογικού αποτελέσματος (που οδήγησε κάποιο κόσμο να ψηφίσει μικρότερα κόμματα – για αυτό κι ανέβηκε πχ η Νίκη που πήρε ένα μήνα μετά τον Μάιο κάτι περισσότερο) και οι κακές προεκλογικές καμπάνιες που έκαναν η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ τον τελευταίο μήνα.

https://www.gazzetta.gr/sites/default/files/styles/article_main_image/public/2023-06/59198231.jpg?itok=0cMS50J5

Μια κουρασμένη καμπάνια

Η ΝΔ, ως νικήτρια των προηγούμενων εκλογών, είναι αλήθεια πως δεν χρειαζόταν να αλλάξει κάτι. Ωστόσο το ότι έπαιζε άμυνα, προσπαθώντας απλά να αποφύγει το «ατύχημα », δημιούργησε στους ίδιους τους ψηφοφόρους της μάλλον ένα είδος κούρασης. Η στόχευση του Κυριάκου Μητσοτάκη και των ανθρώπων του επιτελείου του ήταν απλά να κρατηθεί το ποσοστό της νίκης τον Μάιο, ώστε να προκύψει χάρη στον εκλογικό νόμο η αυτοδυναμία: ο Μητσοτάκης αυτή τη φορά έμοιαζε με ηγέτη παράταξης που ό,τι ήταν να πει το είπε και δεν ήθελε καν να το επαναλάβει – απλά προσπαθούσε να σου θυμίσει ότι πρέπει να τον ψηφίσεις μια φορά ακόμα, αν και εφόσον το έχεις κάνει. Η τακτική απέδωσε (μέσες άκρες), αλλά οι ψηφοφόροι που έπεισε ήταν λιγότεροι και γιατί σε εκλογές χωρίς σταυρό έλειψαν πολύ από το προεκλογικό πεδίο όσοι σταυρούς ξέρουν να κερδίζουν. Η ΝΔ μου θύμιζε κάτι ομάδες που έχουν κερδίσει το πρωτάθλημα χάρη στην τεράστια διαφορά τους από τους υπόλοιπους στον πρώτο γύρο: όλες μέχρι την απονομή παίζουν χειρότερα κι όλες βέβαια κερδίζουν. Και συγχρόνως σε κάνουν να απορείς τι θα πετύχουν την νέα σεζόν.     

Ένα υπαρξιακό αδιέξοδο

Ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ είχαν βέβαια διαφορετικά προβλήματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ τελούσε υπό σύγχυση εξαιτίας της ήττας. Αλλά και το ΠΑΣΟΚ μου φάνηκε σαν μετά τις εκλογές του Μάϊου να θόλωσε και το είχα επισημάνει: η δυσκολία και των δύο οφείλονταν στην έλλειψη ξεκάθαρου στόχου. Στην πολιτική πάντα ο στόχος καθορίζει την στρατηγική. 

https://sofokleous10.gr/wp-content/uploads/2023/05/1972588-68871610943520-2023-14458546062857-5240-93940826-2336-2870790095023552.jpg

Η απόρριψη της κυβερνητικής πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ τον Μάιο οδήγησε εμφανώς τον Αλέξη Τσίπρα σε ένα αδιέξοδο σχεδόν υπαρξιακό: είχε υποσχεθεί τόσα πολλά, ώστε δεν υπήρχε κάτι περισσότερο να πει. Η δε απόρριψη δεν είχε να κάνει τόσο με το τι υποσχόταν, αλλά με την ανικανότητα του να πείσει πως θα μπορούσε να κάνει τα μισά από αυτά! Ετσι τα ποσοστά του μειώθηκαν ακόμα και στις περίφημες λαϊκές συνοικίες της Δυτικής Αθήνας, αλλά και του Πειραιά, όπου θα ήταν λογικότερο εξαγγελίες, όπως η αύξηση του βασικού μισθού πχ να λειτουργήσουν. Αν δεν λειτούργησαν είναι γιατί η αξιοπιστία του Τσίπρα είναι στα τάρταρα: πολλοί που μεταξύ του 2012 και του 2019 τον ψήφισαν δεν τον ακούν καν.

Στις εκλογές του Μάϊου ο Τσίπρας είχε τόσο πολύ μονοπωλήσει την προεκλογική καμπάνια, ώστε εν τέλει αυτό που απορρίφθηκε ήταν κι ο ίδιος ο Τσίπρας. Θα ήταν λογικό να παραιτηθεί μετά από έξι ήττες σε κάθε τύπου εκλογική διαδικασία. Αν δεν το κάνει δεν αποκλείεται αυτό να συμβαίνει γιατί ένας μεγάλος (ακόμα…) ΣΥΡΙΖΑ του αρέσει και τον ικανοποιεί κι ας μην μοιάζει να έχει πιθανότητες επιστροφής στην εξουσία. Εχει πάντα σοβαρή χρηματοδότηση, επιτρέπει παρουσία στην κεντρική πολιτική σκηνή, βοηθά τον Τσίπρα να υπάρχει. Ακούω συνέχεια πως ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο Τσίπρας και πως χωρίς αυτόν στο τιμόνι δεν θα υπάρχει ο ΣΥΡΙΖΑ. Εγώ αυτό που μπορώ να πω με σιγουριά είναι ότι ο ίδιος ο Τσίπρας δεν μου μοιάζει να έχει ρόλο χωρίς τον ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό τον ρόλο του θα τον υπερασπιστεί όσο και όπως μπορεί.  

Το μπερδεμένο ΠΑΣΟΚ     

Και το ΠΑΣΟΚ όμως φάνηκε να μπερδεύεται ξαφνικά. Και πολύ μάλιστα.  Τον Μάιο, η προεκλογική θέση «ούτε Μητσοτάκης, ούτε Τσίπρας», έδωσε στο ΠΑΣΟΚ ένα ρόλο ξεκάθαρο: όποιος δεν ήθελε τους δυο μονομάχους το ψήφισε – βρήκε στην πρόταση του μια διέξοδο. Μετά το αποτέλεσμα των εκλογών του Μάϊου το τρικ αυτό δεν είχε νόημα. Αν το ΠΑΣΟΚ ήθελε να μεγαλώσει τα ποσοστά του ένας τρόπος υπήρχε: να εστιάσει στο εκλογικό κοινό που ψήφιζε ΣΥΡΙΖΑ τονίζοντας κάτι απλό, ότι δηλαδή ο αρχηγός του Νίκος Ανδρουλάκης την επόμενη των εκλογών θα είναι παρών στις κοινοβουλευτικές μάχες, την ώρα που το μέλλον του Τσίπρα ως αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ είναι άγνωστο. Ο Ανδρουλάκης έπρεπε να προτάξει στο προεκλογικό του αφήγημα την ανάγκη μιας μοντέρνας κι αποτελεσματικής αντιπολίτευσης και να τονίσει ότι αυτό το εγγυάται η δική του βέβαιη παρουσία στο τιμόνι του ΠΑΣΟΚ, ενώ στο ΣΥΡΙΖΑ μετεκλογικά θα μεγαλώσουν τα μυστήρια. Αντί για αυτή την απλή στρατηγική από το ΠΑΣΟΚ προτιμήθηκε ένα είδος προβολής κάποιων μάλλον μπλεγμένων προτάσεων – ειδικά για την οικονομία. Προτιμήθηκε δηλαδή η θολούρα από την ξεκάθαρη στόχευση.

https://www.dikaiologitika.gr/media/k2/items/cache/c2f50e45724df61961f6ae48aa337165_L.jpg

Αν για ένα μήνα ο Τσίπρας δεν μπορούσε να κάνει καμία σχεδόν συζήτηση, αφού το πολιτικό του προφίλ ήταν βαθιά τσαλακωμένο, ο Ανδρουλάκης έκανε μια λάθος συζήτηση, προσπαθώντας να δείξει πως ο στόχος του είναι η ΝΔ, η πιθανή της ηγεμονία κτλ: ακόμα κι αν αυτό να ίσχυε το ΠΑΣΟΚ του 11,5% δεν μπορούσε να πείσει ότι έγινε ξαφνικά ο δυναμικός αντίπαλος του Μητσοτάκη. Οι εκλογές δεν είναι μια διαδικασία εξετάσεων, ούτε κάποιου είδους ριάλιτι  – αυτό που χρειάζεται είναι να πείσεις για το τι μπορείς. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έπεισε το Μάιο ότι μπορεί να ξανακυβερνήσει κι έτσι έζησε την δεύτερη εκλογική αναμέτρηση σαν μαρτύριο. Ο Ανδρουλάκης, από την άλλη, νόμιζε πως όλοι θα τον κοιτάζουν με περιέργεια για να δουν αν και τι είναι ικανός να κάνει, αλλά πολύ φοβάμαι πως το εκλογικό σώμα δεν λειτουργεί έτσι. Το εκλογικό σώμα επιβραβεύει όποιον έχει συγκεκριμένη στόχευση. Ο Τσίπρας σε αυτές τις εκλογές δεν είχε καμία. Ο Ανδρουλάκης θα πρεπε να έχει ως στόχο το να πείσει τον κόσμο που έφυγε από το ΠΑΣΟΚ να επιστρέψει σε αυτό: δεν μου φάνηκε να το προσπάθησε.

Δεν είναι παράδοξο ότι τα μικρά κόμματα ανέβασαν τα ποσοστά τους επιβεβαιώνοντας τις δημοσκοπήσεις. Ορίζοντας ως στόχο να πιάσουν το περίφημο 3% δεν χάθηκαν σε γενικότερες συζητήσεις και δεν παρασύρθηκαν σε μαξιμαλιστικούς στόχους: ζήτησαν ψήφους για κάτι συγκεκριμένο, δηλαδή για να μπουν στην Βουλή. Και τις βρήκαν. Διότι αν ξέρεις τι ψάχνεις είναι και πιθανότερο να το βρεις – ειδικά στην πολιτική. Στις εκλογές καταγράφεται και μια άνοδος της ακροδεξιάς – το πράγμα απαιτεί ένα ειδικό σημείωμα.

Κάτι παραπάνω από διαχείριση

Το «τώρα ποιος είναι ο στόχος» είναι και η ερώτηση που μπορεί να γίνει στον Κυριάκο Μητσοτάκη την επόμενη των εκλογών. Στις εκλογές  η στόχευσή του ήταν συγκεκριμένη: να τις κερδίσει. Τα κατάφερε. Ζήτησε και πήρε την αυτοδυναμία για να υπάρχει σταθερότητα. Το έκανε ζητώντας πολλές φορές στη διάρκεια της θητείας του συγνώμη και το αποτέλεσμα των εκλογών λέει πως συγνώμη του δόθηκε. Ομολογώ, όμως, πως δεν έχω καταλάβει ποια είναι η μεταρρυθμιστική του ατζέντα και πως θα την κάνει πράξη. Το λέω γιατί οι δεύτερες τετραετίες των περισσότερων θριαμβευτών σε εκλογές ήταν χειρότερες από τις πρώτες. Μετά τις εκλογές του 2019 ο Μητσοτάκης έκανε κυρίως διαχείριση της νίκης του αρχικά και διαχείριση της κρίσης της πανδημείας (κυρίως) αργότερα. Τώρα η εκλογική του νίκη του είναι ακόμα πιο μεγάλη. Αλλά η χώρα χρειάζεται πολλά παραπάνω από διαχείριση.