Η απόλυτη αποτυχία του Γιώργου Βασιλακόπουλου

Η απόλυτη αποτυχία του Γιώργου Βασιλακόπουλου


Η πρόκριση της Σλοβενίας στον τελικό του Ευρωμπάσκετ δεν αφήνει κανένα ερωτηματικό στην αξιολόγηση της Εθνικής μας: το τουρνουά ήταν ευκαιρία για μια μεγάλη διάκριση και δυστυχώς αποτύχαμε. Χωρίς την παραμικρή δικαιολογία.

Η βιασύνη πολλών να κάνουν απολογισμό της παρουσίας της Εθνικής ομάδας στο Ευρωμπάσκετ, ενώ ακόμα υπήρχαν μπροστά παιγνίδια, που έπρεπε η ομάδα να δώσει (και να κερδίσει…) ομολογώ ότι είναι κάτι που με ενόχλησε, ωστόσο είναι κάτι που καταλαβαίνω. Τα λάθη της ομοσπονδίας, που έγιναν κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας του συγκεκριμένου τουρνουά ήταν τόσο κραυγαλέα, ώστε ήταν απολύτως λογικό, βλέποντας μάλιστα την μέτρια εικόνα της ομάδας στα πρώτα ματς, ο κόσμος και οι δημοσιογράφοι να βιάζονται να αποδώσουν ευθύνες. Προέκυψε στο συγκεκριμένο τουρνουά ένα γοητευτικό παράδοξο: η πιθανότητα μια ομάδα να φτάσει σε κάτι που να είναι επιτυχία (ένα μετάλλιο π.χ), ενώ δεν χωρά αμφιβολία ότι η ομοσπονδία που προετοίμασε την παρουσία της τα έκανε όλα λάθος. Δεν χωρά αμφιβολία πως αν η Εθνική μας απέκλειε τους Ρώσσους, η ομοσπονδία θα έβγαινε στον αφρό και ο κ. Γιώργος Βασιλακόπουλος, ο νούμερο ένα υπεύθυνος για τις ασταμάτητες, μετά το 2009 αποτυχίες της Εθνικής, θα μας κουνούσε το δάκτυλο. Κι ας έχει σε όλα άδικο.

 

Η Εθνική του θερμοκηπίου

Το ελληνικό μπάσκετ ήταν και είναι ένα θερμοκήπιο, ως τέτοιο μεγάλωσε και ως τέτοιο πορεύεται. Όταν τα πράγματα πάνε καλά, οι επιτυχίες ανήκουν σε όλους, ο παραγοντικός κόσμος του μπάσκετ καμαρώνει για την ικανότητά του, οι δημοσιογράφοι (του μπάσκετ…) υπενθυμίζουν την σημαντικότητα του αθλήματος και το γιατί η Εθνική ομάδα είναι η επίσημη αγαπημένη: ενστάσεις δεν υπήρξαν ποτέ και για τίποτα – και γιατί να υπάρξουν άλλωστε. Όταν τα πράγματα δεν πάνε καλά, οι εντός θερμοκηπίου ιστορίες  ωστόσο διογκώνονται, τα λάθη αποκτούν διάσταση καταστροφής, τα περιστατικά που μαρτυρούν παθογένειες βγαίνουν στο φως – όλα στο μικρόκοσμο αυτό είναι αδύνατον να κρυφτούν. Ακριβώς για αυτό τα λάθη απαγορεύονται: οι παραλείψεις θα σου χρεωθούν προσωπικά, ακόμα κι αν είσαι ο Βασιλακόπουλος, που ακόμα πολλοί φοβούνται να πιάσουν στο στόμα τους.

Η κατάργηση του προπονητή

Η εξουσία πολλές φορές οδηγεί στην αλαζονεία και η απόλυτη εξουσία μοιραία έχει ως αποτέλεσμα μια αλαζονεία απόλυτη, απερίγραπτη. Ο Βασιλακόπουλος στο διάστημα της προετοιμασίας του τουρνουά κατέλυσε τη λογική. Δεν πήρε προπονητή τον Παναγιώτη Γιαννάκη, μόνο και μόνο γιατί οι περισσότεροι πίστευαν ότι ήταν η καλύτερη λύση. Το τρομερό της ιστορίας είναι ότι ο Γιαννάκης ήταν σίγουρα η καλύτερη λύση για τον ίδιο τον Βασιλακόπουλο, αφού η πρόσληψή του κόουτς θα ήταν για τον ίδιο η καλύτερη ασπίδα. Ο Βασιλακόπουλος, προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα αποφάσισε να καταργήσει την ίδια στη σημασία του προπονητή – να αποδείξει πως αυτό δεν υπάρχει. Στη παρουσίαση των χορηγών της Εθνικής στην αρχή του καλοκαιριού είπε ότι δεν υπάρχει λόγος καμίας βιασύνης, αφού οι επιλογές των παικτών είναι δεδομένες όποιος κι αν είναι ο προπονητής –το είπε περιστοιχισμένος από παίκτες που για αυτό καμάρωναν! Η προαγωγή (και όχι η πρόσληψη) του καλού κυρίου που λέγεται Κώστας Μίσσας επέτεινε την βεβαιότητα ότι στο εσωτερικό της Εθνικής δεν υπάρχει καμία απολύτως ιεραρχία: οι παίκτες είναι πάνω από όλους και ως εκ τούτου κάνουν ό,τι γουστάρουν. Το μεγαλύτερο σημάδι της επερχόμενης αποτυχίας ήταν κυρίως αυτό: η επί της ουσίας κατάργηση του ρόλου του προπονητή, που σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να είναι διοικητής. Το πράγμα γύρισε αμέσως μπούμερανγκ: κάθε κρούσμα απειθαρχίας – ακόμα και τα απολύτως ασήμαντα – επέτειναν την βεβαιότητα ότι εντός της Εθνικής γίνεται ο κακός χαμός: η ομάδα έπαψε να είναι ομάδα στα μάτια του κόσμου που την παρακολουθεί και οι διαρροές έδιναν και έπαιρναν. Από εκεί κι έπειτα ήταν δεδομένο ότι θα ξεκινούσαν συζητήσεις, που την Εθνική θα την ξέκαναν. Όλα γινόντουσαν απολύτως πιστευτά: ακόμα κι ότι θα φύγει ο Αγραβάνης και θα γυρίσει στην Αθήνα, γιατί ανέβασε στο Instagram μια φωτογραφία. Σε ένα τέτοιο κλίμα κάθε ήττα δημιουργούσε την ανάγκη να βρεθούν ένοχοι – ήταν αδύνατο να αντιμετωπιστεί με ψυχραιμία. Οι παίκτες ήταν «κάποια παλιόπαιδα που έκαναν ό,τι γούσταραν», ο κόουτς «ένας κακομοίρης». Η ΕΟΚ ήταν απολύτως απούσα και το προγνωστικό όλων ήταν μια καταστροφή. Ηταν δεδομένο ότι απέναντι σε αυτές τις τεράστιες επικρίσεις θα υπήρχε μια αντίδραση: την είδαμε με την Πολωνία, την Λιθουανία και την Ρωσία, αλλά δεν έφτανε. Γιατί άλλο είναι η αντίδραση κι άλλο η σωστή προετοιμασία και η καλή δουλειά.

 

Χωρίς αρχές και πειθαρχία

Η εθνική είχε περισσότερο ανάγκη από ποτέ ένα προπονητή να επιβάλει αρχές και σκληρή πειθαρχία γιατί είναι γεμάτη από παίκτες μπαρουτοκαπνισμένους μεν, πλην όμως περίπου με το ίδιο κύρος. Η Εθνική χρειαζόταν κάποιον να εξασφαλίσει την παρουσία του Γιάννη Αντετοκούνμπο, μιλώντας νωρίς με τους Μπακς, χρειαζόταν κάποιον να μπορεί να βάλει μια φωνή όντας σίγουρος πως θα τον ακούσουν, χρειαζόταν κάποιον που να μπορεί να στείλει σπίτι όποιον στην προετοιμασία  χαλούσε το κλίμα. Ο καλός Μίσσας δεν μπορούσε να κάνει τίποτα από όλα αυτά, μολονότι είμαι σίγουρος πως για την Εθνική έδωσε και την ψυχή του, αποφασίζοντας να πάει μέχρι το τέλος μαζί της κι όχι να το βάλει στα πόδια, όταν είδε τον Παππά και τον Μπουρούση να παίζουν μπουνιές. Όταν το πράγμα έφτασε στο απροχώρητο, μια πρωτοβουλία του Πρίντεζη να μιλήσει ως «παλιός» και λίγη παραπάνω διάθεση του Καλάθη και του Σλούκα εντός του γηπέδου, μασκάρεψαν αδυναμίες και έδωσαν στην ομάδα μια κάποια συνοχή, όμως όλα αυτά μικρή σχέση έχουν με αυτό που αποκαλούμε κανονικότητα. Η κανονικότητα στην ΕΟΚ του Βασιλακόπουλου μοιάζει καιρό τώρα να έχει πεθάνει. Οι επιλογές των προπονητών γίνονται με κριτήρια ακατανόητα, υπάρχει ο πρόεδρος και οι παίκτες, αναζητούνται εχθροί για να δημιουργήσουν συσπείρωση κι ο ίδιος ο Βασιλακόπουλος μάλλον θα ήθελε να κάθεται στον πάγκο ο ίδιος. Δεν υπάρχουν ούτε καν άνθρωποι ικανοί να διαχειριστούν εντάσεις, όπως έκαναν κάποτε ο Γιώργος Κολοκυθάς και ο Φίλιππος Συρίγος. Το θερμοκήπιο, που λέγαμε, είναι πια τρύπιο.

 

Παράδειγμα προς αποφυγή

Κι ο κόσμος; Ο κόσμος που παρακολουθεί την Εθνική πρέπει να εύχεται η ομάδα να πάει καλά, αν την αγαπάει: η υποστήριξη είναι κάτι σημαντικό και πρέπει να υπάρχει, αλλά η υποστήριξη δεν αρκεί, όταν όλα γίνονται λάθος. Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια (κι όχι μόνο στα σπορ…) έχουμε αναπτύξει ένα νέο modus operandi: σχετίζουμε τα πάντα με ένα τελικό αποτέλεσμα κι ελπίζουμε πως το τελικό αποτέλεσμα θα κρύψει κάθε αδυναμία και κάθε λάθος – δεν είναι έτσι. Το να γυρίσει π.χ μια ομάδα με πούλμαν από την Πόλη είναι μια γελοιότητα και τέτοια παραμένει, ακόμα κι αν η ίδια ομάδα αντιδρώντας κερδίζει το πρωτάθλημα: το αποτέλεσμα είναι σημαντικό, ο τρόπος που σε αυτό έφτασε εντελώς λανθασμένος και όχι παράδειγμα προς μίμηση. Χωρίς παραδείγματα προς μίμηση χάνεις τελικά το δρόμο. Η Εθνική που πήρε μέρος σε αυτό το Ευρωμπάσκετ ήταν ένα δημιούργημα κάποιων σκουριασμένων μυαλών – ακόμα κι αν κέρδιζε τη διοργάνωση θα παρέμενε ένα παράδειγμα, δυστυχώς, προς αποφυγή. Η παρουσία της Σλοβενίας στον τελικό, μιας ομάδας σωστά δομημένης, με προπονητή σοβαρό και ιεραρχία σαφέστατη, δείχνει πόσο μεγάλη είναι η ευκαιρία που χάθηκε: κάθε μέρα που περνά η αποτυχία της ομάδας μας μοιάζει ολοένα και πιο μεγάλη. Δυσβάσταχτη. Αλλά απολύτως λογική.

Προσεχώς χειρότερα

Πολλοί νομίζουν ότι μετά και από αυτό το φιάσκο ο Βασιλακόπουλος θα φύγει, θα ρθει ο Γκάλης ή δεν ξέρω ποιος άλλος: συγνώμη, αλλά αυτά τα βρίσκω κουταμάρες. Για να πέσει η διοίκηση της ΕΟΚ και να ανατείλει μια άλλη μέρα χρειάζονται χρήματα, οργάνωση αντάρτικου, παρέμβαση σοβαρή - αυτά στο μπάσκετ δεν υπάρχουν. Θα ζήσουμε με τον Βασιλακόπουλο και το τσούρμο των σκουριασμένων μυαλών που έχει γύρω του. Και θα δούμε προσεχώς χειρότερα. Αυτό είναι το δικό μου μελαγχολικό συμπέρασμα για την παρουσία της Εθνικής μας σε αυτό το τουρνουά.