Η μετάλλαξη του Πεπ Γκουαρντιόλα

Η μετάλλαξη του Πεπ Γκουαρντιόλα


Η Μάντσεστερ Σίτυ ολοκλήρωσε την αποστολή της κερδίζοντας και στο δεύτερο ημιτελικό την φιλόδοξη Παρί – αυτή τη φορά με 2-0. Θα βρεθεί στον τελικό του Τσάμπιονς λιγκ, που θα γίνει στην Κωνσταντινούπολη, για πρώτη φορά στην ιστορία της. Ο Πεπ Γκουαρντιόλα επιστρέφει σε ένα τόσο μεγάλο τελικό δέκα ολόκληρα χρόνια μετά και ετοιμάζεται να μπει στο κλαμπ των λίγων προπονητών που έχουν κερδίσει το μεγάλο τρόπαιο με δυο διαφορετικές ομάδες. Είναι έτοιμος να το καταφέρει σε μια σεζόν που η Σίτυ του αγωνίζεται λιγότερο θεαματικά από προηγούμενες σεζόν. Αν το πετύχει αυτό θα οφείλεται όχι μόνο στον πλούτο της ομάδας του, αλλά και στην δική του αλλαγή. Θα λεγα στη μετάλλαξή του.   

Πάντα πρόβλημα οι ημιτελικοί

Το εμπόδιο που είχε μπροστά του στον ημιτελικό ο Πεπ Γκουαρντιόλα ήταν το πιο ψηλό που μπορούσε να βρει τη δεδομένη στιγμή: η Παρί, μετά τις προκρίσεις με αντιπάλους την Μπαρτσελόνα και την κάτοχο του τροπαίου Μπάγερν Μονάχου, έδειχνε έτοιμη να πάρει το κύπελλο που έχασε πέρυσι στον τελικό στις λεπτομέρειες.

https://i1.prth.gr/images/963x541/files/2021-05-04/manchestercity-0.jpg

Ο Γκουαρντιόλα δυσκολευόταν πάντα στους ημιτελικούς του Τσάμπιονς λιγκ – όποια ομάδα κι αν είχε στα χέρια του και μάλιστα απέναντι σε αντιπάλους λιγότερο ποιοτικούς από την εφετινή Παρί. Με την Μπαρτσελόνα για να αποκλείσει κάποτε την Τσέλσι χρειάστηκε ένα γκολ του Ινιέστα στο 93΄και τα φαλτσοσφυρίγματα του αξέχαστου διαιτητή Ομπρεμπό, που χρόνια μετά το αντίο του παραμένει ένας από τους μεγαλύτερους σόουμαν τις ευρωπαϊκής – ο Ντιντιέ Ντρογκμπα τον θυμάται ακόμα. Ένα χρόνο αργότερα δεν τα κατάφερε με αντίπαλο την Ιντερ του Μουρίνιο. Με την Μπάγερν ο Πεπ γνώρισε μια ήττα πραγματικό διασυρμό με 3-0 από την Μπαρτσελόνα και μια άλλη ακόμα χειρότερη με 0-4 από την Ρεάλ, ενώ οδυνηρούς αποκλεισμούς πριν τον τελικό έχει γνωρίσει και στον πάγκο της Σίτυ με αντιπάλους την Λίβερπουλ, την Τότεναμ και πέρυσι την Λιόν. Τα δυο ματς που κέρδισε κόντρα στην Παρί, και το πρώτο στο Παρίσι πριν μια εβδομάδα και το χθεσινό, πρέπει να είναι τα καλύτερα ματς ομάδας του σε ημιτελικούς.

Εγραφα πριν λίγες μέρες ότι μέχρι τώρα ο καλύτερος ημιτελικός ομάδας του Πεπ ήταν μια νίκη της Μπάρτσα με 0-2 στο Μπερνμπέου κόντρα στη Ρεάλ. Και τότε όμως στο δεύτερο ματς η Μπάρτσα δεν είχε εντυπωσιάσει: πέρασε με μια ισοπαλία (1-1) για να πάει στη συνέχεια στο Γουέμπλεϊ να κατακτήσει το τρόπαιο. Φέτος η Σίτυ στη ρεβάνς με την Παρί έπαιξε καλύτερα από ό,τι στο πρώτο ματς στο Παρίσι.

Η ανασφάλεια του Ποκετίνο

Γιατί ο Πεπ τα κατάφερε φέτος εκεί που δέκα χρόνια έσπαγε τα μούτρα του; Οι λόγοι είναι πολλοί. Πρώτα από όλα ο αντίπαλος και τα προβλήματα του. Στη διαδικασία των δυο ματς αποδείχτηκε πως η παρουσία του Ποκετίνο στον πάγκο της Παρί υπήρξε αβαντάζ για τη Σίτυ. Ο Ποκετίνο έχοντας δουλέψει για καιρό στην Αγγλία έτρεμε τη Σίτυ κι αυτό φάνηκε ειδικά στο πρώτο ματς στο οποίο και κρίθηκαν όλα: ο Ποκετίνο έχει αποκλείσει την Σίτυ με την Τότεναμ, ωστόσο εκείνη του η επιτυχία ήταν μάλλον η εξαίρεση σε ένα κανόνα που τον ήθελε χειροκροτητή των σπουδαίων αποτελεσμάτων του Γκουαρτντιόλα στο νησί. Ο Ποκετίνο έχει δει τις μεγάλες χρονιές της Σίτυ και κουβαλούσε ήττες που του προκαλούσαν  ανασφάλεια. Η Παρί έπαιξε με το φόβο του προπονητή της στο Παρίσι ενώ χθες έμοιαζε μόνη και αβοήθητη. Τα προβλήματα του ΕμΠαπέ, που μάλλον δεν έπρεπε να αγωνιστεί στο πρώτο ματς μετά τον τραυματισμό του στο παιγνίδι με τη Μετς και χθες δεν χρησιμοποιήθηκε, είναι μια καλή δικαιολογία, αλλά δεν μπορεί να οφείλεται μόνο στην απουσία του καταπληκτικού πιτσιρικά η γενικά φτωχή παρουσία των Γάλλων, μετά μάλιστα αυτά που έδειξαν με την Μπαρτσελόνα και την Μπάγερν.

Ο φόβος του Ποκετίνο έβγαλε στο φως το γεγονός ότι οι Παριζιάνοι είναι ομάδα με συγγενή με τη Σίτυ προβλήματα – το πιο μεγάλο είναι η έλλειψη εμπειριών καθώς και η light φανέλα. Η Σίτυ είχε φέτος ένα αντίπαλο που όπως αυτή έχει ξοδέψει δισεκατομμύρια, γεγονός που την απάλλαξε από το μόνιμο βάρος να δικαιολογεί τον τίτλο της ακριβότερης ομάδας του κόσμου. Ο Γκουαρντιόλα προετοίμασε το ματς χωρίς το στρες των προηγούμενων χρόνων – το στρες να αποδείξει πως σκορπά τα χρήματα σωστά. Το ότι αυτό το έχει στο μυαλό του φάνηκε και στις χθεσινές δηλώσεις του: η επισήμανσή του ότι η Σίτυ δεν είναι απλά μια ομάδα που ξοδεύει χρήματα δείχνει την ανάγκη του να υπενθυμίσει ότι κι αυτός και οι παίκτες του δουλεύουν – το αυτονόητο δηλαδή. Φέτος δεν υπήρχε άγχος, ούτε έξτρα πίεση: στη μονομαχία των νεόπλουτων έπρεπε η Σίτυ να είναι απλά καλύτερη. Και ήταν πολύ καλύτερη.     

https://news.in-24.com/temp/resized/medium_2021-05-04-02b591ca83.jpg

Η δύναμη της σωστής άμυνας

Η Σίτυ προκρίθηκε εμφατικά και εύκολα και τα κατάφερε γιατί ήταν αρκετά διαφορετική από αυτό που είχαμε συνηθίσει. Η Σίτυ φέτος δεν είναι άδεια από ενέργεια στο τέλος της σεζόν, όπως τα προηγούμενα χρόνια, γιατί δεν τρέχει συνεχώς από τον περασμένο Αύγουστο. Φορμαρίστηκε αργά: θυμίζω ότι στα μέσα Νοεμβρίου ήταν στην όγδοη θέση στην Πρέμιερ λιγκ. Εξαιτίας της συμμετοχής της στην περσυνή αυγουστιάτικη «φούσκα» της UEFA δεν έκανε την προετοιμασία που ήθελε και ξεκίνησε τη χρονιά με προβλήματα: όχι με τέρμα το γκάζι. Οι δυσκολίες ανέδειξαν την πρόοδο του Γκουαρντιόλα που άλλαξε το παιγνίδι της ομάδας του. Ξέροντας πως η ένταση θα λείψει, ο Πεπ έμαθε στη Σίτυ να κερδίζει με 1-0 – το κανε πολλές φορές φέτος.

Ο Πεπ φέτος  πρόσεξε πιο πολύ την άμυνα και το rotation του είχε να κάνει πιο πολύ με την επίθεση: στο Παρίσι, αλλά και χθες είχε στον πάγκο τους Στέρλινγκ, Αγκουέρα και Ζεζούς – σημάδι ότι έπαιζαν οι πιο φορμαρισμένοι, που τη δεδομένη στιγμή είναι ο Ντε Μπρόιν, ο Μαχρες κι ο Φοντεν. Η Σίτυ είχε όση ενέργεια της χρειαζόταν για να πρεσάρει ψηλά και σωστά σε όσο χρόνο αυτό είναι απαραίτητο: (το έκανε και με την Ντόρτμουντ στη Γερμανία και με την  Παρί για ένα ημίχρονο (το δεύτερο) κερδίζοντας και τους δυο με ανατροπή του σκορ. Είχε όμως χθες και την απαραίτητη συγκέντρωση για να παίξει άψογη άμυνα: αν ο τερματοφύλακας της είχε λίγη δουλειά είναι γιατί ο Ντίαζ, ο Στόουνς, ο Φερναντίνιο, ο Γουόκερ δεν άφησαν στον Ικάρντι, τον Νεϊμάρ και τον ντι Μαρία σχεδόν τίποτα. Το ότι η επίθεσή της, αν βρει χώρους, μπορεί να σκοράρει ακόμα και χάρη σε μια σωστή επαναφορά του τερματοφύλακα (όπως στη φάση του 1-0) το ξέρουμε. Το παραδοσιακό πρόβλημα ήταν για την ομάδα του Πεπ να κρατήσει σε κάποια τέτοια ματς το μηδέν. Φέτος το έμαθε.

Εμαθε το μάθημά του

Ο Γκουαρντιόλα χρειάστηκε μια δεκαετία για να φτάσει στην μετάλλαξή του. Η Σίτυ του έχει 25 παίκτες και παίζουν όλοι – η μεγάλη Μπαρτσελόνα του είχε δεκαπέντε. Η Σίτυ του ξοδεύει χρήματα για να αγοράσει αμυντικούς, όπως ο Ντίαζ και τερματοφύλακες όπως ο Αντερσον: η Μπαρτσελόνα δεν το έκανε ποτέ. Ο Πεπ δίνει στον Ντε Μπρόιν την ελευθερία των κινήσεων που δεν έδινε στον Ιμπραϊμοβιτς. Δεν έχει επίσης πια πρόβλημα ν αφήσει τη μπάλα στον αντίπαλο για να τον χτυπήσει στις αντεπιθέσεις. Ο Πεπ είναι έτοιμος να ξανακαθίσει στο θρόνο της Ευρώπης. Η διαφορά με δέκα χρόνια πριν είναι ότι τότε παρέδιδε μαθήματα. Τώρα δείχνει πως έχει πάρει και τα δικά του…