Ξαφνικά χθες βράδυ η Ελλάδα ανακάλυψε το νέο μεγάλό της εχθρό, τον Αργύρη Πεδουλάκη. Όπου κι αν κοιτούσες κι όποιο ραδιόφωνο κι αν άνοιγες υπήρχε κάποιος που έκανε κριτική στον προπονητή του μπάσκετ του Παναθηναϊκού καταλήγοντας (είτε απευθείας είτε δια της τεθλασμένης…) στο συμπέρασμα ότι δεν κάνει. Για την ακρίβεια ότι δεν κάνει ούτε κι αυτός.
Κανείς δεν κάνει
Το γράφα και τις προάλλες στην εφημερίδα: φέτος δεν κάνει σχεδόν κανείς προπονητής σε καμία ομάδα. Στο ποδόσφαιρο η ΑΕΚ άλλαξε προπονητή πριν αρχίσει καλά καλά το πρωτάθλημα. Ο Γιώργος Δώνης έφτασε πολύ κοντά στο να παραιτηθεί από τον ΠΑΟ: σώθηκε χάρη στην ισοπαλία με τον Ολυμπιακό. Ο Αμπέλ Φερέιρα άλλαξε τη μοίρα του όταν η Σπόρτινγκ Λισσαβόνας τον ζήτησε από τον ΠΑΟΚ: μέχρι εκείνη τη στιγμή έμοιαζε δύσκολο να φτάσει στην παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου. Αν πιστέψουμε κάποια ρεπορτάζ ο Μαρτίνς έπαιξε την παραμονή του στον Ολυμπιακό στο Βικελίδης – η εκτίμηση ήταν μάλλον υπερβολική, αλλά μπορεί και όχι. Στο Αρη άλλαξαν δυο προπονητές πριν βγει ο Οκτώβρης. Όλα αυτά και άλλα πολλά στο ποδόσφαιρο. Στο μπάσκετ, που ουσιαστικά υπάρχει μόνο η Ευρωλίγκα, έφυγε από τον Ολυμπιακό ο Ντέιβιντ Μπλατ και οι πιθανότητες να βγάλει τη χρονιά ο Πεδουλάκης είναι στη σφαίρα της φαντασίας. Τα σκεφτόμουν όλα αυτά και αναρωτιόμουν πως είναι δυνατόν να μην υπάρχει κανένας προπονητής που να δουλεύει στην Ελλάδα και να απολαμβάνει μιας κάποιας καθολικής εκτίμησης – τέτοιας ώστε να μην τίθεται σε συζήτηση η παραμονή του. Προφανώς κάποιο λάθος κάνουμε στην αξιολόγηση του ρόλου. Όπως λάθος κάνουμε και στην αξιολόγηση του Παναθηναϊκού στο μπάσκετ εδώ και κάτι χρόνια.
Εξαιρετικός αλλά το καλοκαίρι
Αφήνοντας κατά μέρους τα αν ο Φριντέτ παίζει άμυνα και το αν ο Παπαγιάννης μπορεί να τα βάλει με αθλητικούς ψηλούς λέω κάτι απλό: ότι και στην περίπτωση του Παναθηναϊκού (όπως και στην περίπτωση του Ολυμπιακού το παράδειγμα του οποίου χρησιμοποιώ μόνο γιατί είναι ο έτερος εκπρόσωπός μας στην Ευρωλίγκα) όλα ξεκινάνε από το γεγονός ότι το επίπεδο της ομάδας έχει κατεβεί δραματικά. Στην τελευταία του συμμετοχή σε Final 4, to 2012, o Παναθηναϊκός τερμάτισε τέταρτος χάνοντας ηρωϊκά ένα ημιτελικό απέναντι στην ΤΣΣΚΑ με 66-64. Εκείνη η ομάδα είχε τον Διαμαντίδη και τον Γιασκεβίτσιους αλλά και τον Μπατίστ, τον Περπέρογλου, τον Τσατσαρή και τον Καλάθη επτά ολόκληρα χρόνια νεότερο! Ξέρετε ποιο είναι το αστείο; Ότι με όλους αυτούς δεν θεωρούνταν τότε μια εξαιρετική ομάδα! Στο Final 4 ήταν αουτσάιντερ. Διαβάστε ξανά τα ονόματα και πείτε μου αν στον σημερινό Παναθηναϊκό υπάρχουν ανάλογοι παίκτες. Φυσικά δεν θέλω να θυμίζω ποιοι έπαιζαν στον ΠΑΟ που κατέκτησε την τελευταία Ευρωλίγκα το μακρινό 2011 – δεν έχει νόημα.
Ο ΠΑΟ κάνει κάθε χρόνο εξαιρετική δουλειά, αλλά το καλοκαίρι. Εχει ένα κοινό, που πικραμένο από όσα συμβαίνουν στο ποδόσφαιρο διψάει για μπάσκετ και πάντα είναι δίπλα στην ομάδα στα δύσκολα. Εχει ένα εξαιρετικό τρόπο να πείθει αυτό το κοινό ότι φέτος η ομάδα θα είναι καταπληκτική και θα φτάσει στο στόχο της. Πριν λίγες μέρες τυχαία έπεσα σε ένα παλιό δημοσίευμα που εξηγούσε γιατί ο ΠΑΟ θα τα καταφέρει: μεταξύ των τρομερών αποκτημάτων που θα έκαναν τότε τη διαφορά ήταν και ο Πατ Καλάθης! Ο ΠΑΟ καταφέρνει επίσης και κάτι άλλο, πέρα από το ωραίο promotion των νεοφερμένων: κάνει μια ωραία αναδιάρθρωση των στόχων του σε χρόνο ρεκόρ. Φέτος πριν το ματς με την Βιλερμπάν, στόχος ήταν το Final 4. Μετά το ματς με την Βολερμπάν, στόχος έγινε η οκτάδα και η είσοδος στα play off. Στην πραγματικότητα ο ρεαλιστικός στόχος ήταν αυτός από την αρχή, αλλά είναι ένας στόχος που από μόνος του μαρτυρά πτώση του επιπέδου. Παραδόξως η οκτάδα είναι και δεν είναι στόχος! Για την ακρίβεια γίνεται κάθε χρόνο στόχος όταν η ομάδα μένει κομμάτι πίσω και μετά χρειάζεται συνεχόμενες νίκες (συχνά κόντρα σε αντιπάλους αδιάφορους) για να μπει στα play off. Αλλά αρχικά στόχος είναι το Final 4 – και για αυτό και ο Πεδουλάκης βρήκε τον μπελά του. Διότι αν δεν ήταν αυτός ο στόχος, πραγματικά δεν καταλαβαίνω γιατί όλοι μουρμουράνε: στις ομάδες που έχουν στόχο την οκτάδα (στη Ζαλγκίρις, στη Μακάμπι, στην Αρμάνι, στη Μπασκόνια, στη Χίμκι κτλ) οι οπαδοί δεν γκρινιάζουν για τους προπονητές από την τρίτη αγωνιστική. Γκρινιάζουν μόνο αν έχουν στόχο κάτι παραπάνω, αλλά δεν το λένε.
Όχι τυχαία ο Καλάθης
Γίνεται τίποτα παράξενο ή ανεπίτρεπτο στον ΠΑΟ; Αν τον αξιολογούμε ως ομάδα που θα παλέψει να μπει στην οκτάδα δεν το νομίζω. Εχει χάσει δυο ματς στον πόντο, ένα εντός κι ένα εκτός έδρας, όπως μπορεί να συμβεί σε κάθε ομάδα που θα παλέψει να μπει στην οκτάδα: και η Ζαλγκίρις από την Αρμάνι στο τελευταίο λεπτό έχασε, όπως και η Μακάμπι από τη Ρεάλ. Φοβάμαι πως το πρόβλημα όσων γκρινιάζουν είναι ότι έχουν μέσα στο κεφάλι τους κάτι διαφορετικό από αυτό που είναι σήμερα ο ΠΑΟ – ίσως έχουν τον Παναθηναϊκό του Ομπράντοβιτς που στα Final 4 έφτανε για πλάκα γιατί το χρήμα έρρεε, αλλά από εκείνο τον καιρό πέρασαν χρόνια πολλά. Αυτό το βλέπεις, όχι τόσο κοιτάζοντας τον πάγκο της ομάδας, όσο κοιτάζοντας το ρόστερ της. Πόσοι από τους παίκτες που έχει ο ΠΑΟ σήμερα θα έβρισκαν θέση πρωταγωνιστή σε ομάδα από αυτές που στόχο έχουν το Final 4; Πόσοι από αυτούς τους παίκτες θα ήταν στο χειρότερο ΠΑΟ του Ομπράντοβιτς; Εγώ λέω μόνο ο Καλάθης. Που όχι τυχαία παίρνει και τις τελευταίες επιθέσεις: είναι ο μόνος που μπορεί σήμερα να κουβαλήσει τη μπάλα.
Δεν τον ξέρανε;
Φταίει ο Πεδουλάκης; Τρεις φορές έχει πάει ο άνθρωπος στον ΠΑΟ, δεν εμφανίστηκε ξαφνικά τώρα. Ηταν Θεός ο Πιτίνο και περπατούσε στο νερό, ενώ ο Πεδουλάκης δεν μπορεί ούτε να το φανταστεί; Μπορεί να είναι κι έτσι. Αυτό που είναι βέβαιο είναι πως στο ευρωπαϊκό μπάσκετ υπάρχουν το πολύ δέκα παίκτες που κάνουν πραγματικά τη διαφορά – πάντα έτσι ήταν. Όταν ο ΠΑΟ έφτανε στα Final 4 (τον καιρό δηλαδή που κανείς δεν μιλούσε για οκτάδες) είχε τρεις τουλάχιστον απο δαύτους. Σήμερα δεν τους έχει. Ως εκ τούτου ότι λέγεται για τον προπονητή του είναι υπερβολικό, ακόμα κι αν είναι σωστό.
Ο ΠΑΟ έζησε χθες κόντρα στην Αρμάνι τη μέρα της Μαρμότας, διότι έχασε ένα ματς με τον Καλάθη να αστοχεί στην τελευταία προσπάθεια, ακριβώς όπως και στο ματς με τη Βιλερμπάν. Στην πραγματικότητα όμως ζει το ίδιο πράγμα εδώ και χρόνια. Καλλιεργεί ωραίες καλοκαιρινές προσδοκίες και κάνει ρεκόρ σε πωλήσεις διαρκείας εισιτηρίων. Βάζει ωραία αλλά δύσκολα στοιχήματα με παίκτες και προπονητές. Ανεβοκατεβάζει τον πήχη των απαιτήσεων ανάλογα με το πώς το πράγμα βοηθά επικοινωνιακά. Κάποια στιγμή αλλάζει τον προπονητή του και φέρνει κι ένα ή δυο παίκτες για να μπει στους οκτώ και στο τέλος αποκλείεται στα play off. Αλλάζουν μόνο τα ονόματα των πρωταγωνιστών: πέρυσι τον Πεδουλάκη τον λέγανε Πασκουάλ, παλιά τον λέγανε Ιβάνοβιτς, μετά τον λέγανε Τζόρτζεβιτς κτλ.
Θα δούμε τι θα κάνει και φέτος. Για την ώρα παρακολουθούμε τη μέρα της μαρμότας. Η μάλλον τη νύχτα της…