Δυο ενδιαφέρουσες βιογραφίες που αφηγούνται τις περιπέτειες δυο ανθρώπων του ελληνικού αθλητισμού (κατά σύμπτωση δυο αστεριών του ελληνικού μπάσκετ) κυκλοφόρησαν τις τελευταίες μέρες. Πρόκειται για την βιογραφία του Παναγιώτη Γιαννάκη με τίτλο «Τρωτός Άτρωτος» - Εκδόσεις Διόπτρα, που επιμελήθηκε ο αθλητικογράφος Παντελής Βλαχόπουλος, και την βιογραφία του Γιάννη Ιωαννίδη («Γεννημένος Νικητής» - Εκδόσεις Ψυχογιός), που βγήκε μετά τον θάνατο του Ελληνα προπονητή: στην συγγραφή της τον βοήθησαν οι φίλοι του Βασίλης Σκουντής και Δημήτρης Καρύδας, δημοσιογράφοι, αλλά κυρίως αφηγητές των κατορθωμάτων του «Ξανθού» για δεκαετίες.
Τα δυο βιβλία παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες, αλλά τα ακολουθεί μια μεγάλη διαφορά: ο Γιαννάκης είναι εν ζωή, ο Ιωαννίδης έχει φύγει από κοντά μας. Η βιογραφία του Ιωαννίδη για αυτό το λόγο ήταν δυσκολότερο εγχείρημα – μολονότι ο Ξανθός συνεργάστηκε άψογα με τους δυο βιογράφους του υπήρξαν πολλές δεύτερες σκέψεις από τα μέλη της οικογένειας του για το αν θα έπρεπε να εκδοθεί. Το γιατί νομίζω είναι απλό: αν υπήρχαν διαφωνίες για γεγονότα στα οποία ο Ιωαννίδης αναφέρεται, ο Ιωαννίδης δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Κι ο «Ξανθός» δεν θα μπορούσε ποτέ να διηγηθεί την ζωή του χωρίς πιπεράτες λεπτομέρειες που μπορεί να προκαλέσουν συζητήσεις. Αυτό κάνει την βιογραφία του λίγο περισσότερο ενδιαφέρουσα («ιντριγκαδόρικη» είναι ο σωστός χαρακτηρισμός).
Συμβουλές ζωής και γεγονότα
Αν θέλετε να διαβάσετε πραγματικά ιντιγκαδόρικα πράγματα η βιογραφία του Ιωαννίδη είναι περιβόλι. Οι ιστορίες για τους Σέρβους παίκτες και προπονητές, (που κατά την αφήγησή του τον έκλεψαν σε δυο τουλάχιστον Final 4), η περιγραφή της σχέσης του με τον κ. Σωκράτη Κόκκαλη, οι περιπέτειές του στα δυο περάσματα από την Εθνική Ελλάδος, θα μπορούσαν να είναι ειδικά βιβλία από μόνα τους. Ο Ιωαννίδης αναφέρει περιστατικά που έχει ζήσει ή έχει μάθει, αλλά και διαπιστώσεις τρίτων που όπως λέει κατά καιρούς έβλεπαν πράγματα που τον αφορούν καλύτερα από τον ίδιο. Είναι εντυπωσιακή πχ η ιστορία που διηγείται για την επίσκεψη του μεγάλου προπονητή του ΝΒΑ Πατ Ράιλι που τον συμβουλεύει να μην εμπιστεύεται τον πρόεδρο του Ολυμπιακού (!), «γιατί κάτι δεν του αρέσει». Ο Γιαννάκης από την άλλη στις διηγήσεις του κάνει κάτι εντελώς διαφορετικό: επιχειρεί ένα είδος αυτοκριτικής που κάνει την αφήγηση πολλή ανθρώπινη και δικαιολογεί και τον τίτλο του βιβλίου. Ο Γιαννάκης είναι και τρωτός γιατί εξηγεί πόσο έχει υποφέρει, αλλά και πόσο άτρωτος, γιατί κάνει κατανοητό πως τα κατάφερε. Κοιτάζει αυτές τις δυο όψεις της αθλητικής καριέρας του (αλλά και της ζωής του γενικότερα) φτάνοντας σε συμπεράσματα και δίνοντας και συμβουλές για το τι τελικά είναι αληθινά σημαντικό.
Ενδεικτικό της βιογραφίας του Γιαννάκη είναι το πώς εξιστορεί την δύσκολη σχέση του με τον Νίκο Γκάλη στα χρόνια του Αρη. «Με τον Νικ για μεγάλο διάστημα αποφεύγαμε να μιλήσουμε. Κάναμε μόνο προπόνηση και παίζαμε στους αγώνες. Μοιάζει οξύμωρο, δεδομένου ότι είχαμε καταφέρει να παίζουμε σε υψηλό επίπεδο, χωρίς να αλλάζουμε λέξη. Όμως, ο αθλητισμός είναι οι πράξεις και όχι τα λόγια. Η δική μας επικοινωνία ήταν η συνεργασία στο παρκέ, η αλλαγή της πάσας και η αλληλοβοήθεια. Τα λόγια ήταν περιττά. Η μπάλα περνούσε από τα χέρια μου, κι εμένα με ενδιέφερε να κερδίζουμε σε όλα τα παιχνίδια. Συνεπώς, αν ήταν ο Nικ σε θέση να βάλει καλάθι, θα την έδινα σ’ αυτόν. Αν χρειαζόταν βοήθεια στην άμυνα, πήγαινα. Η κοινή προσπάθεια είναι πάνω από την προσωπική σχέση και δεν έμπλεξα αυτή τη ρωγμή που προκλήθηκε ανάμεσά μας στην προπόνησή μας και στα παιχνίδια μας στον Άρη και στην Εθνική ομάδα» αναφέρει κι αφού τονίσει πως στην προπονητική του καριέρα δεν είχε ποτέ του προβληματιστεί για αντίστοιχες συγκρούσεις παικτών καταλήγει: «Συχνά οι αθλητές δεν συνειδητοποιούν ότι η αγωνιστική αλληλοϋποστήριξη και η ενέργεια που καταναλώνεις για να παίξει καλά ο συμπαίκτης σου έχουν ανταποδοτικό όφελος και σ’ εσένα, δεδομένου ότι αυξάνονται οι πιθανότητες προς την ομαδική επιτυχία. Η νίκη όπως και η ήττα έχουν αντανάκλαση σε όλους. (…) Επειδή είμαι σκληρός με τον εαυτό μου, πολλά πράγματα που δεν μου άρεσαν τα έπνιγα μέσα μου. Αυτή ήταν μια επιλογή που ταλαιπώρησε την υγεία μου».
Το βιβλίο έχει αρκετά τέτοια μαθήματα ζωής: περισσότερο από βιογραφία, είναι ένα είδος κληρονομιάς συμπερασμάτων. Αντίθετα το «Γεννημένος Νικητής» του Ιωαννίδη είναι μια εξιστόρηση γεγονότων, όπου «γεγονός» είναι και οι κρίσεις του για αντιπάλους και συνεργάτες του, αλλά και οι θέσεις του για πολλά που του καταμαρτυρούν και για τα οποία ενδιαφέρεται να δώσει τις απαντήσεις του, χωρίς να δημιουργεί στον αναγνώστη προβληματισμούς: τονίζει πως για τον ίδιο έχουν τα πράγματα. Η βιογραφία του Γιαννάκη είναι μια ιστορία δουλεμένη και προσεχτική – ένα καλό πορτρέτο που σε βοηθάει να γνωρίσεις τον άνθρωπο, ίσως πιο πολύ και από τον αθλητή. Η βιογραφία του Ιωαννίδη είναι χείμαρρος - κάτι σαν απομαγνητοφώνηση μιας μεγάλης εξομολόγησής του: το διάβαζα το βιβλίο και ήταν σαν να ακούω πάλι την φωνή του.
Τα χάρηκα και τα δυο
Τα δυο βιβλία είναι διαφορετικά και χάρη στην δουλειά των δημοσιογράφων που τα επιμελήθηκαν. Ο Βλαχόπουλος βοήθησε τον Γιαννάκη να βάλει σε τάξη τις σκέψεις και τις αναμνήσεις του, αλλά κυρίως στο να τονίσει τα συμπεράσματα του: το χέρι του φαίνεται στην ροή της εξιστόρησης. Ο Σκουντής κι ο Καρύδας κρατήθηκαν επιμελώς λίγο στην άκρη απλά γκαζώνοντας τον Ιωαννίδη – ήταν περισσότερο ακροατές. Όλοι έκαναν την δουλειά που στην προκειμένη περίπτωση φανερά τους ζητήθηκε.
Τι μου έλειψε; Στο βιβλίο του Γιαννάκη θα ήθελα μια μεγαλύτερη περιγραφή του κοινωνικού πλαισίου εντός του οποίου πραγματοποίησε την μεγάλη του διαδρομή– ξεκίνησε από την Νίκαια ως παίκτης και έφτασε στην Κίνα ως προπονητής, η διαδρομή από μόνη της ακούγεται ενδιαφέρουσα για οποιονδήποτε θα μπορούσε να την κάνει – κι ας μην ήταν αθλητής. Ο Γιαννάκης άλλαξε με τον καιρό και μαζί του άλλαξε κι ο κόσμος του: αυτή η ματιά του στον κόσμο του που διαρκώς αλλάζει κομμάτι μου έλειψε. Στη βιογραφία του «Ξανθού» μου έλειψαν ακόμα πιο πολλές λεπτομέρειες από αυτές που αφηγείται: κάποια στιγμή αναφέρει πως θα μπορούσε να έχει γράψει ένα βιβλίο για κάθε Final 4 που πήρε μέρος κι από αυτό καταλαβαίνεις πως υπήρξαν πολλά μυστικά που πήρε μαζί του.
Πρέπει να πω πως ευχαρίστως θα διάβαζα ένα βιβλίο για τον Γιαννάκη και ένα για τον Ιωαννίδη γραμμένα από άλλους για την ζωή τους. Και για τους δυο έχουν ειπωθεί συναρπαστικά πράγματα: ο Νίκος Φιλίππου πχ λέει πως ο Γιαννάκης υπήρξε ο «καλύτερος συμπαίκτης όλων των εποχών» ενώ για τον Ιωαννίδη αναφέρει πως «ποτέ δεν μάθαμε πραγματικά το συνολικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του, διότι ξέρουμε για αυτόν μόνο όσα ο ίδιος ήθελε να ξέρουμε». Και ο Γιαννάκης και ο Ιωαννίδης θα μπορούσαν να είναι αντικείμενα έρευνας και να κυκλοφορήσουν για αυτούς βιβλία χωρίς τις προσωπικές τους αφηγήσεις, αλλά ζητάω πολλά.
Κατά τα άλλα τα βιβλία τα χάρηκα. Και περιμένω και την βιογραφία του Νίκου Γκάλη.
(Τα Νεα, Νοέμβριος 2024)