Η σημαντικότητα της ανακοίνωσης ότι ο Ρότζερ Φέντερερ λέει αντίο στο τένις φάνηκε την περασμένη Παρασκευή στο πρωτοσέλιδο της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής εφημερίδας, της Εκιπ. Το προηγούμενο βράδυ αγωνίστηκαν στο Europa League και στο UEFA Conference League τέσσερις γαλλικές ομάδες Ρεν, Νταντ, Μονακό και Νις). Την Παρασκευή ήταν στο πρόγραμμα ο ημιτελικός στο Ευρωμπάσκετ ανάμεσα στην Γαλλία και την Πολωνία – με τους Γάλλους να είναι το σούπερ φαβορί, πράγμα που έδειξαν τελικά και στο γήπεδο. Κι όμως η Εκιπ δεν είχε στο πρωτοσέλιδό της τίποτα για το ποδόσφαιρο ή το μπάσκετ. Το αφιέρωσε στην ανακοίνωση του Ρότζερ Φέντερερ ότι σταματάει το τένις. Και δικαίως. Διότι δεν ήταν απλώς η είδηση της ημέρας, αλλά και μία από τις μεγαλύτερες ειδήσεις της χρονιάς. Μία στιγμή που μπαίνει στην ιστορία του αθλητισμού. Όχι του τένις. Του αθλητισμού. Ισως και της ευρωπαϊκής pop κουλτούρας.
Μια τελευταία ιστορία
Τα όσα γράφονται αυτές τις μέρες για τον Ρότζερ Φέντερτερ στον διεθνή Τύπο δεν τα χωρά ο νους του ανθρώπου: ίσως αυτό να έχει να κάνει και με το γεγονός ότι το αντίο δεν υπήρξε ξαφνικό – τα κείμενα ήταν γραμμένα πριν από αυτό. Αλλά είναι αδύνατον να περιγράψεις τον Φέντερερ με λέξεις και κατ’ επέκταση είναι και αδύνατο να υπάρξει ένα κείμενο αντάξιο της απόφασής του να μας αποχαιρετήσει, όσο κι αν αυτή υπήρξε καθυστερημένη – η καθυστέρηση σίγουρα αφαίρεσε κάτι από τη συγκίνηση αν όχι και από την σημαντικότητα.
Κάπου διάβασα μια τελευταία ιστορία για τον Φέντερερ ενδεικτική της απόλυτης μεγαλοσύνης του. Ενας φίλος του Αγγλος δημοσιογράφος του επεσήμανε ότι θα μπορούσε να αποχαιρετήσει το τένις το 2019 μετά τον μεγαλειώδη εκείνο χαμένο τελικό στο Γουίμπλετον απέναντι στον Τζόκοβιτς που τον λύγισε στο πέμπτο σετ με 13-12 (7-3 στο τάι μπρέικ) κι αφού προηγουμένως του είχε σβήσει δυο ματς πόιντ στο δικό του σερβίς. «Είναι αλήθεια πως το σκέφτηκα» απάντησε ο Φέντερερ. «Αλλά τα χειροκροτήματα έπρεπε να πάνε όλα στον Τζόκοβιτς και στο μεταξύ μας παιγνίδι. Δεν είχα το δικαίωμα να βάλω τον εαυτό μου πάνω από αυτό ανακοινώνοντας ότι σταματάω, δηλαδή τραβώντας την προσοχή πάνω μου». Όπως συμβαίνει με όλους τους μεγάλους το σπορ, έτσι και για τον Φέντερερ το σπορ ήταν πάντα πάνω από όλα.
Ο τελευταίος μάστορας
Στο φινάλε της καριέρας του μοιάζει περισσότερο από ποτέ να είναι ο πιο μεγάλος που υπήρξε κι ας έχουν φροντίσει ο χρόνος, ο Ναδάλ κι ο Τζόκοβιτς να του στερήσουν κάμποσα από τα τρομερά ρεκόρ τα οποία μας χάρισε. Ένα πράγμα δεν θα του στερήσουν ποτέ: την μοναδικότητα του.
Ο Φέντερερ ήρθε από μια εποχή που το τένις δεν ήταν δύναμη, τρέξιμο, αντοχή, στρατηγική και πάθος: μπορεί να είχες όλα αυτά, αλλά αν η τεχνική σου δεν ήταν απαράμιλλή θα έβρισκες το μάστορά σου. Ο Φέντερερ υπήρξε ο τελευταίος μάστορας – ο τελευταίος δηλαδή που είχε ως μεγαλύτερο και σχεδόν απόλυτο όπλο του την τεχνική του. Ηταν επίσης ένας απολύτως νορμάλ άνθρωπος σε ένα κόσμο τεράστιων τρελών. Ηταν σοβαρός χωρίς να είναι βλοσυρός. Ηταν ψύχραιμος και σχεδίαζε πόντους στο μυαλό του χωρίς να είναι εσωστρεφής. Ηταν αρχοντικός χωρίς να είναι επιδειξίας. Ηταν γεννημένος νικητής χωρίς να απολαμβάνει το να ταπεινώνει αντιπάλους. Ηταν ένας βασιλιάς που κατακτούσε τα πλήθη τραβώντας τους την προσοχή με την τρομερή του παρουσία – την απλοποίηση κάθε δυσκολίας χάρη στην τεχνική του, την επιβολή του χωρίς σχεδόν ποτέ να δείχνει υπερπροσπάθεια. Ο Φέντερερ ήρθε να κλείσει μια εποχή χωρίς να ανοίξει μια άλλη: κανείς δεν θα ξαναπαίξει το δικό του τένις όπως και κανείς δεν έπαιξε το δικό του τένις για να τον κερδίσει. Υποχρέωσε όλους τους υπέροχους αντιπάλους του να κινηθούν σε άλλες πίστες – να εξελιχτούν, αλλά και να ψάξουν το πώς θα τον κερδίσουν, πράγμα που ο ίδιος μοιάζει να μην έκανε ποτέ του. Αυτός έκανε απλά το παιγνίδι του – το οποίο ήταν άψογο από την πρώτη στιγμή που τον είδαμε και ίδιο παρέμεινε μέχρι τέλους. Ο Φέντερερ αντιμετώπισε το τένις με ένα είδος ερωτικού περφεξιονισμού, σαν εραστής και ερωτευμένος συγχρόνως. Και το τένις του κουβαλούσε όλη τη μαγεία των παικτών με τους οποίους μεγάλωσε: είχε τα ντεμί βολέ του Μακ Ενρόου, τα σερβίς του Σάμπρας, τα μπακ χαντ του Κόνορς, τα φορ χαντ σε κίνηση του Ιβαν Λεντλ, την ευλαβική προσήλωση του Μποργκ, την επιθετικότητα του Μπέκερ, την στρατηγική σιγουριά του Βιλάντερ, την εκρηκτική ηρεμία του Εντμπεργκ. Ο Φέντερερ είχε τα καλύτερα των προκατόχων του αλλά με ένα μοναδικό τρόπο τα έκανε όλα δικά του. Στη μια και μοναδική φορά που ο Σάμπρας έπαιξε μαζί του αναρωτήθηκε πως είναι δυνατόν κάποιος να μοιάζει να παίζει όπως αυτός, αλλά να είναι καλύτερος!
Η μοιρασιά του παλκοσένικου
Αυτή η πληρότητα του Φέντερερ τον έκανε πρωταγωνιστή απόλυτο σε νίκες τεράστιες, αλλά και σε ήττες. Θα λεγα μάλιστα πως το μεγαλείο του φαινόταν πάντα όταν έχανε, κυρίως γιατί σε έκανε να καταλάβεις πως όποιος τον κέρδιζε ξεπερνούσε τα όρια του! Ο Ναδάλ για να τον κερδίσει στο Γουίμπλετον με 9-7 στο πέμπτο σετ σχεδόν διαλύθηκε: ακολούθησαν μήνες με πόνους στην πλάτη και στα γόνατα. Ο Ντελ Πόρτο, το 2009, τον κέρδισε στον τελικό του Us Open τρυπώντας το ταβάνι του: σε τέτοιο επίπεδο ξαναέπαιξε δυο – τρεις φορές ακόμα στη ζωή του. Οι τρεις ήττες του από τον Τζόκοβιτς σε τελικούς στο Γουίμπλετον, όλες στα πέντε σετ, ήταν εποποιίες που κρίθηκαν από το γεγονός ότι ο Σέρβος ήταν μικρότερος σε ηλικία: σε όλα αυτά τα υπέροχα ματς παίχτηκε τένις πάνω από τέσσερις ώρες κι ο Φέντερερ ήταν πάνω από 35 χρονών! Αντιθέτως στις νίκες του Φέντερερ είδαμε συχνότατα αντιπάλους να τυφλώνονται από τη λάμψη του και να αδυνατούν να διεκδικήσουν το παραμικρό: ο Μάρεϊ, ο Ρόντινγκ, ο Χιούιτ, ο Σόντερλινγκ, ο Παγδατής, ο Γκονζάλες, ακόμα κι ο Αγκασι δεν ένοιαζαν στεναχωρημένοι γιατί ο βασιλιάς τους κατέστρεψε την πιο όμορφη μέρα τους, αλλά μάλλον ευτυχισμένοι γιατί μοιράστηκαν το παλκοσένικο μαζί του. Γοητευμένοι κι αυτοί όπως κι εμείς από την μεγαλοσύνη του του χάρισαν ιπποτικά χειροκροτήματα – «δεν μπορείς να κάνεις τίποτα απέναντι σε κάποιον που είναι άλλου επιπέδου» κι αυτή η φράση ήταν ο πιο συνηθισμένος επίλογος κάθε παιγνιδιού του.
Όχι στη δική του περίπτωση
Ο Φέντερερ ανάμεσα στα πολλά θαυμαστά που έκανε κατάφερε και κάτι σχεδόν εκτός λογικής: να παρατείνει τα χρόνια της καριέρας του πρωταθλητή του τένις. Πριν από αυτόν δύσκολα κάποιος ήταν αληθινά ανταγωνιστικός μετά τα 32 του – το στρες δεν το επέτρεπε, τα πόδια δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν το ρυθμό, τα ματς ήταν μικρά βασανιστήρια. Όχι στη δική του περίπτωση. Ο Φέντερερ κέρδισε τρία τουρνουά του Γκραν Σλαμ μετά τα 36 του – κάτι που πριν από αυτόν κανείς δεν μπορούσε έστω να σκεφτεί. Νίκησε και το δυνάστη χρόνο με όπλο την υπερτεχνική του και την γαλήνη του. Δεν υπήρξε ποτέ υστερικός, ποτέ παράξενος, ποτέ ιδιαίτερος: στην δική του περίπτωση η ιδιοφυία και η τρέλα δεν υπήρξαν συνώνυμα. Ισως παράτεινε τελικά λίγο περισσότερο από όσο θα έπρεπε αυτή την μοναδική καριέρα του για χάρη των χορηγών του, ίσως η πανδημία να μην του επέτρεψε τοι αντίο που ήθελε, ίσως η σιγουριά του ότι η Τέχνη του και η τεχνική του είναι λύση για όλα να τον έκαναν να δυσκολευτεί να πει αντίο. Αλλά το θέμα δεν είναι ο Φέντερερ, αλλά πλέον η έλλειψή του – κανείς δεν θα γεμίσει ποτέ το κενό του.
Σκεφτείτε κάτι απλό. Ο Ναδάλ ήταν πάντα ο Ισπανός. Ο Τζόκοβιτς ήταν πάντα ο Σέρβος. Ο Φέντερερ δεν ήταν ποτέ ο Ελβετός. Ηταν ο Φέντερερ. Ο κόσμος όλος…