Κοουτσάροντας τη ζωή την ίδια...

Κοουτσάροντας τη ζωή την ίδια...


Η επιστολή του Ντέιβιντ Μπλατ με την οποία έκανε γνωστό ότι πάσχει από την αρρώστια που έχουμε μάθει να αποκαλούμε «σκλήρυνσή κατά πλάκας» εντυπωσιάζει κυρίως για την ακρίβειά της. Ο Μπλατ κάνει μια λεπτομερέστατη παρουσίαση του ιατρικού του ιστορικού και δεν ενημερώνει απλά τον κόσμο ότι αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα υγείας. Το κάνει πρώτα από όλα γιατί μπορεί να το κάνει. Η καριέρα του του δίνει τη δύναμη να κοιτάξει τον κόσμο στα μάτια και να εξομολογηθεί τη δυσκολία του. Λίγοι θα το έκαναν. Αλλά ο Μπλατ είναι έτσι κι αλλιώς ένας σπάνιος άνθρωπος.

Η καριέρα και η προβολή

Υπάρχει η καριέρα και υπάρχει και η προβολή κι ο κόσμος συχνά αυτά τα δύο τα μπερδεύει. Η καριέρα, όσο μεγαλύτερη είναι, τόση μεγαλύτερη προβολή εξασφαλίζει, αλλά μόνο τα ψώνια θέλουν να κάνουν καριέρα για να εξασφαλίσουν προβολή. Ο Ντέιβιντ Μπλατ όταν ξεκίνησε την καριέρα του προπονητή δεν είχε κάποιο συμβόλαιο με την επιτυχία. Ηταν μάλλον καλύτερος μαθητής και φοιτητής από μπασκετμπολίστας. Ως παίκτης δεν μπορεί να πεις ότι έγραψε ιστορία. Οταν κάθισε στον πάγκο είχε να μάθει πολλά για να κερδίσει την προσοχή των παικτών του – όχι τυχαία δούλεψε ως βοηθός προπονητή σε δυο ομάδες, πριν πιάσει το τιμόνι τους ως head coach. Η προπονητική καριέρα του Μπλατ μεγάλωσε μαζί με την φήμη του. Ο Μπλατ δούλεψε σε έξι χώρες κερδίζοντας τα συμβόλαια του χάρη στην καλή του δουλειά. Κάνοντας αυτή τη διαδρομή διαπίστωσε τη δύναμη της προβολής και το πόσο το «επιτυχημένος και γνωστός» πάνε συχνά μαζί. Αλλά ο Μπλατ δεν είχε σκοπό ποτέ του να πουλήσει κάτι διαφορετικό από αυτό που αληθινά είναι: οι εμπνεύσεις του και οι παραξενιές του, οι επιτυχίες του και οι ήττες του, οι ξεροκεφαλιές του και τα λάθη του ήταν πάντα σε δημόσια θέα, γιατί έτσι απαιτούσε η καριέρα του. Αν ο Μπλατ ήταν κάτι διαφορετικό από αυτό που ο κόσμος βλέπει, η καριέρα του θα είχε τελειώσει νωρίς και γρήγορα, όπως τόσων και τόσων που έχουν καβαλήσει το καλάμι προσπαθώντας να φτιάξουν ένα προφίλ αυθεντίας με τη συνδρομή των αντζέντηδων ή των δημοσιογράφων.

Αν η ζωή του Μπλατ είναι μια ταινία, μιλάμε για μια ταινία χωρίς σκηνοθεσία: ο πρωταγωνιστής της δεν θέλησε να έχει μυστικά γιατί πορεύεται με τη σιγουριά πως μόνο η κατανόηση της δουλειάς του μπορεί να του εξασφαλίσει επαγγελματική μακροημέρευση. Εχοντας κάνει μια τέτοια επιλογή ζωής πιστεύω του ήταν αδύνατο να πορευτεί κουβαλώντας ένα μεγάλο μυστικό, έστω κι αν αυτό αφορά την υγεία του. Αν αποφάσιζε να μην το μοιραστεί, η απόφασή του αυτή θα τον καταπλάκωνε. Θα τον έκανε ανακόλουθο απέναντι στο μότο της ζωής του: προφανώς αυτό δεν θα το έκανε ποτέ.

Να μην φοβάσαι τον εαυτό σου

Ο Μπλατ γνωρίζει ότι όταν είσαι δημόσιο πρόσωπο τα ιδιωτικά σου καλώς ή κακώς σου ανήκουν λιγότερο: πάντα κάποιος θα σκαλίσει την προσωπική σου ζωή για να αποδείξει ότι δεν είσαι αυτός που φαίνεσαι. Ο μόνος λόγος για να γλυτώσεις από αυτό είναι να μην φοβάσαι τον εαυτό σου, να μην αισθάνεσαι πως αν οι άλλοι ξέρουν ποιος είσαι θα πάψουν να σε εκτιμούν. Υπάρχουν διάσημοι που καταπιέζονται από την ανάγκη να είναι συμπαθητικοί, ωραίοι, χαρούμενοι. Υπάρχουν πολλοί που φοβούνται την έκθεση μολονότι αγαπούν την προβολή – μιλάμε για αντιλήψεις στα όρια της ψυχικής διαταραχής. Υπάρχουν κυρίως αυτοί που προβάλουν προσεχτικά ό,τι θεωρούν πως μπορεί να κάνει τον κόσμο (τους) να τους λατρεύει χάνοντας χρόνο για να βρουν τα κατάλληλα λόγια, τις κατάλληλες φωτογραφίες, τις κατάλληλες καλές πράξεις, τις κατάλληλες ατάκες. Ο Μπλατ έχει διαλέξει να είναι ο Μπλατ, ένας αμερικανοϊσδραηλινός προπονητής που γυρνά τον κόσμο διδάσκοντας το δικό του μπάσκετ, μιλώντας για αυτό, δημιουργώντας ομάδες που μπορεί να τα καταφέρουν ή να μην τα καταφέρουν αλλά έχουν πάντα τη σφραγίδα του: τίποτα σε όλο αυτό δεν υπήρξε ποτέ επιτηδευμένο – ο τύπος είναι αυτό που φαίνεται. Οσοι π.χ ζηλεύουν την ευκολία που χειρίζεται τους δημοσιογράφους θα πρεπε να καταλάβουν ότι αυτή οφείλεται στην αυθόρμητη συμπεριφορά του, η οποία είναι αποτέλεσμα μιας μεγάλης σιγουριάς. Ενας τέτοιος άνθρωπος θα υπέφερε πραγματικά μόνο αν έπρεπε να κρύψει τη μάχη που δίνει με την ασθένεια του: το κρυφτούλι του από την πραγματικότητα θα ήταν ένα είδος προσβολής στην ίδια την αλήθεια της ζωής του, στην απόφασή του δηλαδή να πορευτεί χωρίς κάποιο βολικό προσωπείο.

Ο Μπλατ είναι ο Μπλατ. Δεν είναι «μάγκας». Δεν είναι «αυθόρμητος». Δεν είναι «οπαδός της κάθε ομάδας που δουλεύει». Δεν είναι «σκληρός». Δεν είναι «μεγάλος χιουμορίστας». Δεν είναι «τρελός». Δεν είναι «σοφός», ούτε «παλληκάρι». Δεν υπάρχει κανένα απολύτως επίθετο που να τον συνοδεύει, κανένας προσδιορισμός που να τον περιγράφει σε όσους δεν τον γνωρίζουν και καμία εικόνα της φήμης του που να προηγείται του ίδιου. Ο Μπλατ είναι ο Μπλατ κι έτσι θα παραμείνει. Κι ο Μπλατ μπορεί να μιλήσει δημόσια για την ασθένεια του με κάθε λεπτομέρεια γιατί έχει υποχρέωση να το κάνει στον ίδιο του τον εαυτό: όπως διαχειρίζεται τα εύκολα, θα διαχειριστεί και τα δύσκολα. Με την δύναμη της αλήθειας και μόνο.

Χωρίς κανένα φόβο

Διάβασα ότι ο Μπλατ με την επιστολή του στέλνει ένα μήνυμα σε όσους έχουν προβλήματα με χρόνια νοσήματα: τους λέει να μην τα φοβούνται, να μην τα παρατήσουν ποτέ, να μάθουν να ζουν με αυτά. Αυτό όμως είναι ένας τρόπος αντίληψης της επιστολής κι όχι η αιτία της δημοσιοποίησής της. Ο Μπλατ δεν γίνεται μπροστάρης κάποιου είδους κινήματος, δεν δίνει συμβουλές συμπεριφοράς, δεν προτείνει σε κανένα να κάνει ό,τι αυτός, δεν ενθαρρύνει και δεν γράφει λόγια συμπόνοιας. Η ίδια η επιστολή του μπορεί να είναι μάθημα ζωής για όλους μας, μπορεί όμως και να μην είναι: ο τρόπος που αντιδρά ο καθένας στα χτυπήματα της μοίρας είναι δικός του και δεν υπάρχει σωστός και λάθος. Ο Μπλατ απλά είναι συνεπής με τις αρχές του και το δείχνει στα δύσκολα. Ανοίγει τα χαρτιά του, όχι για να μας κερδίσει, αλλά γιατί δεν θέλει να έχει μυστικά – το ξέρει ότι θα συνεχίσει να παλεύει μόνος του, δεν ζητά κατανόηση ή συμπόνοια, αλλά θέλει η σχέση εμπιστοσύνης που έχει μαζί του η ομάδα να συνεχιστεί με βάση και τα νέα δεδομένα: για αυτό δημοσιοποίησε το θέμα με μια επιστολή στο site του Ολυμπιακού κι όχι σε μια συνέντευξη του.

Εμπιστοσύνη χωρίς αλήθεια δεν υπάρχει. Και ειδικά στον αθλητισμό δεν μπορείς να είσαι προπονητής, δηλαδή διοικητής και δάσκαλος, όταν με την αλήθεια παίζεις κρυφτούλι. Ο Μπλατ δεν φοβάται να κοιτάξει τον καθρέφτη. Αλλοι, με λιγότερα προβλήματα και περισσότερες επιτυχίες, αυτό είναι που κυρίως τρέμουν…