Στο παγκόσμιο πρωτάθλημα κλειστού στίβου του Βελιγραδίου ο Μίλτος Τεντόγλου έμοιαζε να έχει κερδίσει το χρυσό στο μήκος πριν ο αγώνας αρχίσει: έπρεπε να έχει απλά τη γνωστή του συνέπεια. Στον ημιτελικό του Ιντιαν Γουέλς στο τένις η Μαρία Σάκκαρη απέναντι στην Ισπανίδα Πάουλα Μπαντόσα είχε μια ανάλογη δοκιμασία να ξεπεράσει: ήταν καλύτερη από την αντίπαλό της (το μαρτυρά και η φόρμα της και η βαθμολογία της στην παγκόσμια κατάταξη), αλλά θα πρεπε να το αποδείξει πρώτα από όλα στην ίδια. Ο Τεντόγλου πήρε το χρυσό με ένα καταπληκτικό άλμα στα 8.55μ κι αφού προηγουμένως ήταν άκυρος στην πρώτη του προσπάθεια για ελάχιστο – έχοντας μάλιστα βγάλει ένα άλμα για πρωτιά. Η Σάκκαρη τα κατάφερε παίρνοντας το τρίτο σετ δια περιπάτου: το επιβλητικό 6-1 είναι η ωραιότερη απόδειξη πως έπαιζε μόνη της.
Όταν ένας αθλητής φτάνει στο σημείο να έχει ως βασικό αντίπαλο τον εαυτό του έχει κάνει ένα τεράστιο βήμα μπροστά. Στην περίπτωση του Τεντόγλου επιβάλλεται να μιλάμε όχι για βήμα, αλλά για άλμα.
Μετά το Τόκιο
Μετά τους Ολυμπιακούς του Τόκιο αναρωτιέμαι συχνά αν ο Τεντόγλου είναι ο μεγαλύτερος άνδρας αθλητής που έχει βγει στην Ελλάδα στο στίβο. Είναι μόλις 24 χρονών και το μόνο που του λείπει είναι ένα χρυσό μετάλλιο στο «ανοιχτό» Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Στίβου: στο Ορεγκον το καλοκαίρι θα έχει τη δυνατότητα να το διεκδικήσει. Για την ώρα έχει μια συλλογή από χρυσά που δεν έχουμε ξαναδεί να την κατέχει Ελληνας στην ηλικία του: έγινε πρωταθλητής Ευρώπης στο «ανοιχτό» το 2018, πήρε χρυσό στο πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα «κλειστού» Στίβου το 2021, πήρε το χρυσό στο Τόκιο στο μυθικό εκείνο τελικό που συγκλόνισε την Ελλάδα (αλλά όχι και τον ίδιο που έμεινε cool μέχρι τέλους) και χθες πρόσθεσε στη συλλογή του και το χρυσό στο παγκόσμιο κλειστού. Σε όλους αυτούς τους Αγώνες για να φτάσει στο χρυσό βελτιώνει την επίδοσή του. Εχει κάνει 8.25μ όταν πήρε το χρυσό στο πανευρωπαϊκό (σημειωτέων το έκανε πριν κλείσει τα 20 και ήταν τότε ο πιο μικρός Ελληνας που το χει πετύχει), έχει κάνει 8.38μ στο Ευρωπαϊκό Κλειστού Στίβου το 2019, έκανε 8.41μ στους Ολυμπιακούς και χθες πέταξε στο 8.55μμ για να γίνει παγκόσμιος πρωταθλητής. Όλα αυτά ενώ η πανδημία και οι αναβολές αγώνων μπέρδεψαν και την προετοιμασία του και την προπόνησή του, όπως μπέρδεψαν και τον κόσμο ολόκληρο. Όχι όμως τον κόσμο του Τέντογλου.
Δεν σταματάει ποτέ
Ο κόσμος της Σάκκαρη από την άλλη είναι ο κανονικός, ο δύσκολος, ο δικός μας. Η Ελληνίδα τον ερευνά και παίζει παντού – για την ακρίβεια αγωνίζεται. Συλλέγει νίκες και ήττες – οι δεύτερες είναι λιγότερες από τις πρώτες αλλά είναι οδυνηρές. Χάνει ημιτελικούς ακόμα κι όταν μοιάζει φαβορί. Εμφανίζονται απέναντί της αναγεννημένες ξαφνικά χαρισματικές πρωταθλήτριες ή θαύματα της φύσης που κάνουν τεράστιες εκπλήξεις και την κερδίζουν. Αλλά η Σάκκαρη δεν σταματά ποτέ. Αν κερδίσει το Ιντιαν Γουέλς θα φτάσει στο νούμερο 2 του κόσμου, αν δεν το κερδίσει θα βρεθεί στο νούμερο 3. Σε κάθε περίπτωση είναι η πρώτη σε μια ειδική κατάσταση για πολεμίστριες. Η Σάκκαρη πιστεύει στη συνεχή βελτίωση κι αυτό φαίνεται: σε σχέση με δυο χρόνια πριν το σερβίς της πχ είναι απίστευτα πιο αποτελεσματικό και αυτό χωρίς δουλειά δεν γίνεται. Το σπουδαιότερο είναι πως μπορεί να το βελτιώσει κι άλλο: δεν υπάρχει αμφιβολία πως θα το κάνει διότι έτσι αντιλαμβάνεται τη ζωή.
Κάθε φορά που τη βλέπω να ιδρώνει, να «σκοτώνεται» και να «σκοτώνει», να μονολογεί και να πανηγυρίζει ή να βουρκώνει σκέφτομαι πως το μότο της πρέπει να είναι πως «χωρίς ένα ασταμάτητο αγώνα η ζωή δεν έχει πλάκα». Η Σάκκαρη παίζει ένα και μόνο ματς: το δικό της. Αντίπαλός της είναι πάντα η Μαρία που πρέπει να σκληρύνει κι άλλο, να γίνει ακόμα πιο ασυμβίβαστη με την ήττα, ακόμα πιο απαιτητική, ακόμα πιο σίγουρη. Ισως και πιο μανιακή: αυτό απαιτεί το δύσκολο σπορ που υπηρετεί κι όποιος τέτοια στοιχεία δεν έχει στον κόσμο του δεν αντέχει πολύ.
Ένας απλός και μόνος καουμπόι
Ο Τεντόγλου από την άλλη είναι cool. Πίστευα πως γυρίζοντας από το Τόκιο θα τον ανακάλυπταν τα «πρωινάδικα» και τα ιλουστρασιόν περιοδικά του διαδικτύου και οι life style εκπομπές που ψάχνουν τύπους σαν αυτόν: ωραίους, κομμάτι μυστηριώδεις, χαμογελαστούς όταν πρέπει και με μια παραξενιά που απαιτεί την προσοχή σου. Αλλά μολονότι ο Τεντόγλου έχει όλο το πακέτο για να γίνει ο σταρ που όλοι αναζητούν για να πάρουν κάτι από τη λάμψη του, ο τύπος παραμένει όπως ήταν την πρώτη μέρα που τον μάθαμε: ένας καουμπόι που προπονείται στα Γρεβενά, ακούει κι ενδιαφέρεται μόνο για όσα λέει ο Πομάσκι και ζει όπως πάντα ήθελε. Με τα ωραία του χόμπι (το μαγείρεμα πχ), με τα ηλεκτρονικά του παιγνίδια στα οποία σπάει ρεκόρ, με τα μπουζούκια του στα οποία παίζει ταξίμια και ροκ μπαλάντες «γιατί το πράγμα έχει πλάκα», με το κορίτσι που κατά την ιστορική του δήλωση «πρέπει να τον τσιτώνει για να ξεσπάει στο γήπεδο».
Είναι ανέμελος; Δεν μπορεί να είναι γιατί είναι πρωταθλητής. Είναι όπως λέει «τεμπέλης»; Δεν γίνεται γιατί με τεμπελιά ρεκόρ δεν βελτιώνονται. Είναι χιουμορίστας; Μπορεί, αλλά κι αυτό δεν φρόντισε να το προσφέρει σε λαϊκή κατανάλωση. Εγώ θα λεγα ότι είναι απλά ο Τεντόγλου. Ενας θαυματοποιός που έχει διάρκεια, ένας τύπος που ξέρει να βάζει στόχους, ένας μαχητής που ξέρει να κάνει τα όνειρά πραγματικότητα γιατί έχει στόφα πρωταθλητή σπάνια. Αν κερδίσει το καλοκαίρι στο Ορεγκον θα έχει μια πληρέστατη συλλογή χρυσών μεταλλίων που κανείς Ευρωπαίος στην ιστορία του μήκους δεν είχε ποτέ. Θα είναι 24 χρονών και θα έχει γράψει ιστορία σε ένα αγώνισμα που είναι μέρος της ιστορίας του στίβου από την πρώτη στιγμή που χιλιάδες χρόνια πριν αυτός ξεκίνησε. Χωρίς αναστήσεις στο twitter, stories στο Instagram, κολλήματα στα Social απλά για να γίνεται ντόρος και να μένει στην επικαιρότητα. Επικαιρότητα είναι οι νίκες του. Κι αρκούν.
Να πιω ένα καφέ
Αυριο η Σάκκαρη περιμένει τη Σβιόντεκ στον τελικό του δύσκολου Ιντιαν Γουέλς. Η επιφάνεια της ταιριάζει: της επιτρέπει να ζυγίζει τα χτυπήματα της – αυτό είναι το φόρτε της. Με τη Σβιόντεκ η Σάκκαρη θα δώσει την συνηθισμένη μάχη: το θέμα είναι να καταφέρει να κερδίσει και τη Μαρία που μιλάει στους ξένους για τις ομορφιές των ελληνικών νησιών, που φωτογραφίζεται σαν κοριτσάκι που χαίρεται τη ζωή, που χειροκροτάει τη Σάκκαρη. Η Μαρία είναι ήδη νούμερο 1: νιώθεις πως καταδιασκεδάζει, λάμπει από χαρά και ευτυχία. Η Σάκκαρη παλεύει, πολεμάει, πεθαίνει κι ανασταίνεται. Θαυμάζω τη Μαρία, αλλά αγαπάω τη Σάκκαρη. Και όπως όλοι θα θελα να πιω ένα καφέ με τον Τεντόγλου. Να μου πει «εντάξει μωρέ δυο άλματα είναι». Και μετά να μου πει τι ταινίες του αρέσουν, αν είναι καλύτεροι οι AC/DC από τους Μetallica, αν θυμώνει τον Πομάσκι και άλλα τέτοια που ρωτάμε όσους δεν γνωρίζουμε, μολονότι νιώθουμε πως τους καταλαβαίνουμε καλά και χαιρόμαστε μαζί τους, όχι γιατί μας κάνουν περήφανους ή γιατί δακρύζει για αυτούς η μαμά τους, αλλά γιατί είναι ωραίοι τύπου ρε συ…