Η συνέντευξη του προέδρου του Ολυμπιακού κ. Βαγγέλη Μαρινάκη στο βρετανικό Sky Sports ήταν αρκετά ενδιαφέρουσα - πράγμα που οδηγεί στο συμπέρασμα πως θα πρεπε να μιλάει συχνότερα. Βέβαια ίσως η συνέντευξη είχε ενδιαφέρον ακριβώς γιατί ο πρόεδρος του Ολυμπιακού μετρά τα λόγια του. Ούτε στην συνέντευξη αυτή δεν ήταν χειμαρρώδης. Είπε όμως αρκετά που μπορεί να βοηθήσουν τον κόσμο να τον καταλάβει καλύτερα. Δεν ξέρω αν αυτός το έχει ανάγκη. Ξέρω όμως ότι πολύς κόσμος δεν τον καταλαβαίνει. Παρόλο που είναι χρόνια πια στο ποδόσφαιρο ο Μαρινάκης είναι ακόμα κομμάτι άγνωστος.
Πάθος και focus
Κάποια χρόνια πριν ο Μαρινάκης είχε θυμώσει πολύ μαζί μου για ένα κομμάτι που είχα γράψει και στο οποίο ισχυριζόμουν ότι πολλές φορές μου δίνει την εντύπωση πως είναι δύο διαφορετικοί άνθρωποι. Μου είχε εκφράσει ηπιότατα, αλλά όχι και γελώντας την αντίρρησή του λέγοντας πως σίγουρα δεν πρόκειται για διχασμένη προσωπικότητα – έτσι είχε εκλάβει την παρατήρησή μου. Εγω ωστόσο αυτό που ήθελα να γράψω ήταν κάτι άλλο. Επεσήμανα τότε ότι στον κύκλο των δραστηριοτήτων του πολλές φορές διακρίνω πως υπάρχουν δυο ολότελα διαφορετικές προσεγγίσεις. Μένοντας στις ποδοσφαιρικές τουλάχιστον αποφάσεις του είχα γράψει πως είναι σαν κάποιες να τις παίρνει ένας οπαδός και σαν άλλες να τις παίρνει ένας πολύ προσεχτικός επιχειρηματίας.
Αυτό σκέφτηκα και βλέποντας την συνέντευξη στο βρετανικό κανάλι. Από την μια υπάρχει ένας άνθρωπος με σπάνιο πάθος, του οποίου κάθε επιλογή έχει να κάνει με κριτήρια κυρίως συναισθηματικά: ακόμα και το να πάει τις ευρωπαϊκές κούπες στον τάφο του πατέρα του και του Σάββα Θεοδωρίδης είναι κάτι που από τέτοιους επιχειρηματίες δεν το βλέπεις. Κι από την άλλη υπάρχει ένας επιχειρηματίας που κάνει πάντα focus με βάση δεδομένα, στα οποία μόνο συναισθηματισμό δεν διακρίνεις. Η μανατζερική δουλειά συναισθηματισμούς δεν επιτρέπει – ή τουλάχιστον έτσι νομίζουμε λίγο πολύ όλοι.
To πάθος που δεν κρύβεται
«Το πάθος είναι κάτι που δεν μπορείς να το καταπολεμήσεις. Είτε το έχεις, είτε δεν το έχεις. Νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό για τον ηγέτη μιας ομάδας, μιας επιχείρησης, ενός οργανισμού, να κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί για να προστατεύσει τα συμφέροντα της ομάδας, της εταιρείας, της οικογένειας.(…). Οταν βλέπεις πράγματα που δεν είναι σωστά, μπορείς να φωνάζεις γι’ αυτά. Και πιστέψτε με, μέχρι στιγμής, όποτε φωνάξαμε, είχαμε απόλυτο δίκιο. (…) Το να έχεις άποψη και να μπορείς να τη μοιράζεσαι με τους ανθρώπους δεν θεωρώ πως είναι κάτι κακό ή δεν έχει νόημα. Έχουμε δει πράγματα που είναι απίστευτα και πρέπει να έχεις το θάρρος και τη δύναμη να στηρίζεις αυτό που λες και να μπορείς να αποδείξεις ότι αυτό που λες είναι σωστό» λέει και η απάντηση αυτή δεν είναι συνηθισμένη όταν μιλάμε για τεχνοκράτες. Ο Μαρινάκης δεν αναφέρεται απλά στο πάθος του οπαδού, αλλά μιλά για το πάθος του διεκδικητή, που είναι κάτι περισσότερο. Το πάθος ως εργαλείο δουλειάς – κατά κάποιο τρόπο. Αλλά μπορεί αυτό το πάθος να ταιριάζει σε ένα τεχνοκράτη που διαχειρίζεται επιχειρήσεις τεράστιες, που μάλιστα όπως λέει, δεν στηρίζονται καθόλου σε προνομιακές σχέσεις με κάποιο κράτος; Ο ίδιος δεν απαντά, αλλά μάλλον πιστεύει πως ναι.
Στελέχη και ευθύνες
Το ότι είναι τεχνοκράτης το διαπιστώνεις λίγο παρακάτω όταν μιλά για στελέχη και επιχειρήσεις. Αναφέρει πως έχει πολλούς ανθρώπους με τους οποίους συνεργάζεται και ότι η επίλογή τους δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση. «Η δύναμη προέρχεται από τους ανθρώπους. Νομίζω ότι οι ανθρώπινες δεξιότητες κάνουν τη διαφορά. Αυτό που πρέπει να κάνεις συνεχώς είναι να εργάζεσαι σκληρά. Οι άνθρωποι δίπλα σου πρέπει να το δουν αυτό για να κάνουν το ίδιο. Και πρέπει να είσαι εκεί για να τους εμπνεύσεις να το κάνουν. Και πρέπει να το κάνουν με έναν τρόπο ανταγωνιστικό, έναν τρόπο που μπορεί να φέρει τη νίκη» αναφέρει. Σε αυτή την απάντηση καταλαβαίνεις πως δεν είναι για τον ίδιο όλα θέμα πάθους. Ο τρόπος που δουλεύει βασίζεται σε κάτι απλό: στο να γίνονται οι επιχειρήσεις του (και οι ποδοσφαιρικές) ελκυστικές για ανθρώπους με ικανότητες. Πολλοί νομίζουν πως ο Μαρινάκης είναι ένας συγκεντρωτικός άνθρωπος. Το λένε και για τον Ολυμπιακό – ότι δηλαδή όλα εν τέλει έχουν να κάνουν με τον ίδιο. Δεν ισχύει όμως. Ο Μαρινάκης κάνει συνήθως το αντίθετο: επιμερίζει ευθύνες. Απλά θέλει αυτές τις ευθύνες να τις παίρνουν άνθρωποι που μπορούν να τις σηκώσουν. «Στο τέλος της ημέρας» λέει χαρακτηριστικά «όλα εξαρτιόνται από εμάς. Νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό να αναλάβουμε την ευθύνη. Προσωπικά αναλαμβάνω την ευθύνη στις κακές στιγμές. Αλλά για να έχουμε καλές στιγμές πρέπει να μπορούμε όλοι να μοιραστούμε την ευθύνη. Είναι κάτι ευχάριστο να αναλαμβάνεις ευθύνες και μετά να έρχονται καλές στιγμές και νίκες. Αλλά τις ευθύνες δεν πρέπει να τις φοβάσαι και στις δύσκολες στιγμές. Πρέπει να διορθώσεις τα λάθη σου και να ενεργήσεις ανάλογα, ώστε να μπορέσεις να ανακάμψεις και να αντεπιτεθείς και να επιστρέψεις για να κερδίσεις» λέει.
Η νίκη και το ταξίδι
Αν αύριο έφευγε ο Μαρινάκης από το ποδόσφαιρο θα τον θυμόμουν ως ένα σπάνιο άνθρωπο που συνδυάζει πάθος, θαυμασμό για αυτό που αποκαλούμε μεγάλη ομάδα (όπως λέει δεν θα έμπλεξε ποτέ με την Φόρεστ αν δεν την θεωρούσε μεγάλη) και από την άλλη μια απόλυτα τεχνοκρατική αντίληψη στηριγμένη πολύ στην λογική κι όχι στο ένστικτο. Επίσης ακούγοντας τον κατάλαβα πως ανήκει σε αυτούς που δεν απολαμβάνουν τόσο την στιγμή της επιτυχίας όσο το ταξίδι: κι αυτό ομολογώ πως δεν του το ‘χα. «Αυτό που απολαμβάνω περισσότερο είναι το ταξίδι. Όταν έχεις την επιτυχία, όταν έχεις τη νίκη, συνήθως νιώθεις λίγο κουρασμένος. Θυμάσαι όλο το άγχος που προηγήθηκε, παρόλο που όλοι γιορτάζουν δίπλα σου. Δεν το απολαμβάνεις τόσο πολύ τη γιορτή. Αλλά το ταξίδι για να φτάσεις στη νίκη, είναι αυτό που έχει νόημα και παίρνω μεγάλη ικανοποίηση από αυτό» είπε.
Το ταξίδι που περιγράφει
Ο Μαρινάκης σε μια συνέντευξη σε ένα ξένο μέσο προσπάθησε όπως είναι λογικό να δώσει μια εικόνα του εαυτού του που αφορά το τι πιστεύει αυτός ως μυστικά της επιτυχίας του. Μίλησε για το πάθος του, αλλά και τις απαιτήσεις του, την αγάπη του για την δυσκολία, την θέλησή του να αναλαμβάνει ειδικά στο ποδόσφαιρο δύσκολα πρότζεκτ. Αυτή η ενασχόληση, που για άλλους θα ήταν αληθινή σκοτούρα, για τον ίδιο είναι ένας τρόπος καθημερινής ικανοποίησης: το ταξίδι που περιγράφει. Θέλει το ταξίδι να έχει φουρτούνες, και για αυτό ανέλαβε τον Ολυμπιακό, έμπλεξε με την Νότιγχαμ, ασχολείται με το πώς θα μεγαλώσει την Ρίο Αβε κι αύριο θα έχει την Βάσκο Ντε Γκάμα – κι ίσως αυτή η περιπέτεια να είναι πιο δύσκολη από όλες. Όλα αυτά γίνονται γιατί ο άνθρωπος αδυνατεί να πει όχι σε ό,τι μοιάζει δύσκολο. Στους Αγγλους μιλώντας θύμισε απλά ότι είναι κι ο ίδιος δύσκολη περίπτωση: όταν πιστεύει πως έχει δίκιο δεν μένει σιωπηλός και καθόλου δεν τον ενδιαφέρει πως και από ποιους αυτή η συμπεριφορά του θα αξιολογηθεί. Εμείς αυτό το ξέρουμε. Κατά τα άλλα θυμηθήκαμε ότι παραμένει ακόμα γνωστός κι άγνωστος ταυτόχρονα. Ισως συνεντεύξεις πρέπει να δίνει πιο πολλές. Μια αποκλειστικά για τον Ολυμπιακό πχ θα ήταν καλοδεχούμενη…