Ο μεγάλος οραματιστής

Ο μεγάλος οραματιστής


Ενώ χθες βράδυ γινόταν ο κακός χαμός με την Εθνική του μπάσκετ και την εμφάνισή της κόντρα στην Φινλανδία ανακάλυψα κάτι που δεν είχα πάρει είδηση, ότι ο Ολυμπιακός θα διοργανώσει στις 20 Σεπτεμβρίου την γιορτή του αποχαιρετισμού ενός μεγάλου προπονητή: του Ντούσαν Ιβκοβιτς. Δεν έχει καμία σημασία αν ο Ντούντα είναι ο μεγαλύτερος προπονητής στην ιστορία του Ολυμπιακού – για άλλους μπορεί να είναι για άλλους όχι. Σημασία έχει ότι υπήρξε ένας αληθινός προπονητής, ένας από τους πιο αληθινούς προπονητές που έχουν δουλέψει ποτέ στην Ελλάδα. Πριν μερικά χρόνια, όταν το 2012 ο Ολυμπιακός είχε κάνει το μεγαλύτερο θαύμα της ιστορίας του κατακτώντας στην Κωνσταντινούπολη την Ευρωλίγκα, είχα γράψει ένα κομμάτι για τον Ντούντα, την ζωή του, τον τρόπο που προσεγγίζει το μπάσκετ, τη σχέση με τους παίκτες του – ο τίτλος του ήταν «Τα μαθήματα πτήσης του σοφού Ντούντα». Υπόσχομαι να το βρω και θα το αναδημοσιεύσω τη μέρα του αντίο του, ως ένα είδος αποχαιρετισμού: είναι, μεταξύ άλλων, μια μικρή περίληψη των μεγάλων κατορθωμάτων του. Λίγο πριν και τυπικά πει αντίο στους πάγκους δράττομαι ωστόσο της ευκαιρίας, σε μια στιγμή που συζητάμε για προπονητές, για να θυμίσω ποια είναι η δουλειά του προπονητή και γιατί ο Ντούσαν Ιβκοβιτς τίμησε με την παρουσία του στα γήπεδα.

Ένα δύσκολο επάγγελμα

Υπάρχουν επαγγέλματα που παραμένουν αναλλοίωτα στο πέρασμα του χρόνου κι άλλα που δυστυχώς χάθηκαν. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχουν αυτά που ο χρόνος τα άλλαξε – μετέβαλε τη φύση τους, τη σημαντικότητα τους, την σπουδαιότητα τους. Ένα τέτοιο επάγγελμα είναι το δύσκολο επάγγελμα του προπονητή.

Κάποτε ο προπονητής ήταν ένας παιδαγωγός, ένας δάσκαλος με ειδικότητα τον αθλητισμό. Προετοίμαζε τα παιδιά του, τους μάθαινε τις αξίες του σπορ, έβρισκε τις κατάλληλες ασκήσεις για να τα δει να βελτιώνονται, έκανε τις κατάλληλες προπονήσεις, δηλαδή δίδασκε τακτική, αλλά και τεχνική. Στο πέρασμα των χρόνων ο προπονητής άρχισε να αποκτά ειδικότητες: υπήρχαν οι προπονητές που δούλευαν με τους μικρούς κι αυτοί που τα πήγαιναν καλύτερα με τους μεγάλους, αυτοί που μπορούσαν να βελτιώσουν παίκτες και αυτοί που ήξεραν να χτίζουν και να εμψυχώνουν ομάδες. Μετά οι προπονητές, οι καλοί, έπρεπε να είναι και εμψυχωτές και ψυχολόγοι και καλοί διοικητές και μαέστροι στις δημόσιες σχέσεις και ικανοί στη διαχείριση του μπάτζετ και «σατανάδες» έτοιμοι να παρέμβουν στην διάρκεια ενός αγώνα και να τον αλλάξουν. Οσο οι υποχρεώσεις τους μεγάλωναν, τόσο μεγάλωνε και η σημαντικότητα τους και οι αμοιβές τους. Κι όταν όλα όσα περίμεναν από αυτούς έγιναν δυσθεώρητα πολλά, οι πιο πολλοί διάλεγαν τι θέλουν να κάνουν και βρίσκοντας τον κατάλληλο ρόλο έκαναν καριέρα: άλλος σαν διοικητής, άλλος σαν στέλεχος εταιρίας, άλλος με ειδικότητα στην επιλογή κι άλλος γιατί είχε τον τρόπο του να παίρνει από αθλητές τα πάντα. Ολο αυτό απλοποίησε κατά κάποιο τρόπο την δουλειά των προπονητών, αλλά έμπλεξε την δική μας ικανότητα ως προς την αξιολόγησή τους: εξακολουθούμε να περιμένουμε από αυτούς τα πάντα, ενώ οι άνθρωποι, ως σοβαροί επαγγελματίες, προσπαθούν να κάνουν όσο καλύτερα αυτά που ξέρουν.

Το σύνολο των ευθυνών

Ο Ντούντα ήταν εξαίρεση. Ηταν η περίπτωση του προπονητή από τον οποίο μπορούσες να περιμένεις τα πάντα γιατί είχε μεγαλώσει σε μια εποχή, που η όποια ειδικότητα ήταν ένας ωραίος τρόπος να κρύβεσαι από το σύνολο των ευθυνών. Χρειάστηκε ν ακούσω πολλές ιστορίες με πρωταγωνιστή τον ίδιο για να καταλάβω τον τρόπο που προσέγγισε το επάγγελμα του. Πίστευα πάντα πως ήταν ένας παιδαγωγός – και ήταν: απόδειξη πόσοι στα χέρια του βελτιώθηκαν. Νόμιζα πως ήταν ένας σκληρός και άτεγκτος διοικητής – και ήταν: απόδειξη οι κατά καιρούς καυγάδες του με φίρμες τεράστιες που δεν τον άκουγαν (μπρε). Ημουν βέβαιος ότι ήταν ένας καταπληκτικός ψυχολόγος που μάθαινε στους παίκτες του ότι το παιγνίδι, δηλαδή η οργάνωση και η αντίδραση, μετρά πιο πολύ από την νίκη ή την ήττα – και ήταν: απόδειξη ότι όλες οι ομάδες του κέρδιζαν, μόνο όταν έπαιζαν καλά. Μου είχε καρφωθεί στο μυαλό ότι η «μέθοδός» του, για την οποία τόσο του άρεσε να μιλάει ήταν η απόδειξη του δογματισμού του, της τυφλής πίστης του σε ένα και μοναδικό προσωπικό πλάνο, έξω από το οποίο δεν μπορούσε να λειτουργήσει – και έτσι ήταν: απόδειξη οι πολλές φορές που έφυγε από ομάδες, απλά και μόνο γιατί δεν ένοιωθε την απαραίτητη στήριξη. Όλα αυτά ήταν ο Ντούντα, αλλά όλα αυτά τα συναντάς και σε πολλούς άλλους – κάποιοι μεμονωμένα μπορεί να τα κάνουν και καλύτερα. Αυτό που έκανε τον Ιβκοβιτς ξεχωριστό δεν ήταν ούτε η αγάπη του να δουλεύει με νέα παιδιά, ούτε η σέρβικη ξεροκεφαλιά του, ούτε ο δογματισμός του, ούτε η γνώση της ψυχολογίας του αθλητή: ο Ντούντα υπήρξε πάνω από όλα ένας τεράστιος οραματιστής. Ο άνθρωπος που μπορούσε να δει στο βάθος του χρόνου το καλό να θριαμβεύει.

Σου δείχνει το δύσκολο δρόμο

Η εποχή μας έχει κάμποσους αυστηρούς δασκάλους, πολλούς τίμιους εργάτες, κάποιους άξιους διοικητές που προκαλούν σεβασμό, αρκετούς καλούς και αρκετούς φωνακλάδες και σίγουρα κάμποσους γοητευτικούς ξεροκέφαλους, που ψάχνουν το πλάνο και την επιτυχία: όλοι αυτοί μπορεί να είναι χρήσιμοι και καλοί προπονητές – δεν είναι όμως οραματιστές, όπως ο Ντούντα κι αυτό είναι το πρόβλημά μας. Ο οραματιστής ούτε διαχειρίζεται, ούτε διορθώνει: βλέπει απλά μπροστά και σου δείχνει το δύσκολο δρόμο. Σε παίρνει από το χέρι, ξυπνά μέσα σου μια βαθιά πίστη πως με δουλειά όλα γίνονται, σου θυμίζει διαρκώς το μεγάλο σκοπό. Σε μπολιάζει με φιλοδοξία, σε παρακινεί, σε πιέζει να ξεπεράσεις τα όρια σου γιατί έτσι απαιτεί ο στόχος. Αυτό έκανε όπου δούλεψε ο σπουδαίος Ντούντα: οι νίκες, που δεν του έλειψαν και οι ήττες, που τόσο τον πόνεσαν κατά καιρούς, είχαν πάντα μικρότερη αξία από το δρόμο προς το όνειρο. Για τον Ντούντα καμία διαδρομή δεν είχε σημασία αν στο τέλος της δεν οδηγούσε σε μια αληθινή υπέρβαση: στο όνομα της πραγματοποίησης κάθε ονείρου ο παίκτης, που είχε την τύχη να δουλέψει μαζί του γινόταν πάντα καλύτερος και η ομάδα, που μπορούσε το όραμά του να το συμμεριστεί πάντοτε τα κατάφερνε – δεν είναι όμως για όλες τις ομάδες τα μεγάλα όνειρα και μερικές φορές αυτό ήταν το πρόβλημά του.

Η αρχιτεκτονική των ονείρων

Δεν είναι τυχαίο που ο Ιβκοβιτς διάλεξε για να πει το μεγάλο αντίο ένα βράδυ στο ΣΕΦ με τον Ολυμπιακό του. Με τον Ολυμπιακό κατέκτησε δυο φορές την Ευρωλίγκα, όμως το σπουδαίο δεν είναι αυτό: για τον Ντούντα ο Ολυμπιακός είναι η απόδειξη ότι μπορείς να μάθεις σε μια ομάδα ότι η υπέρβαση είναι ένα αλάνθαστος τρόπος επιτυχίας, ένας τρόπος που βασίζεται σε ιδέες και δουλειά κι όχι σε σπατάλη και συγκυρίες. Ο Ολυμπιακός ήταν για τον «Σοφό» η απόλυτη δικαίωση της οραματικής προσέγγισης του στο μπάσκετ και στη ζωή. Ο Ολυμπιακός στα χρόνια του Ντούντα ήτα πάντα ένα δημιούργημα ενός μεγάλου προπονητή. Αυτός του 2012 στην Κωνσταντινούπολη θα παραμείνει αιώνια το αριστούργημα ενός οραματιστή, που γνώριζε όσο κανείς άλλος την αρχιτεκτονική των ονείρων...