O κόσμος του Ολυμπιακού μιλάει για τον Μεριά και το λάθος που έκανε στο ματς με την Τότεναμ σίγουρα περισσότερο από όσο για την εμφάνιση του Ολυμπιακού ή για την ήττα του στο ματς του Λονδίνου. Αν κάποιος δεν ήξερε τι έγινε, θα πιστευε ότι ο Μεριά έκανε το λάθος που διαμόρφωσε το τελικό σκορ στις καθυστερήσεις του αγώνα – σε μια στιγμή που για τον Ολυμπιακό ήταν αδύνατο να αντιδράσει. Επίσης πολύ πριν επιστρέψω στην Ελλάδα και δω τον διαγωνισμό εξυπνάδας στα χθεσινά πρωτοσέλλιδα, που περιέγραφαν το λάθος του Τυνήσιου ξεσαλώνοντας με λογοπαίγνια, αμφέβαλα πολύ αν υπήρχε ένας τουλάχιστον οπαδός του Ολυμπιακού, που να έχει, όχι διάθεση να υπερασπιστεί τον Μερία, αλλά να αντιμετωπίσει έστω το λάθος του Τυνήσιου με ψυχραιμία. Για όλους ο κακομοίρης ο Μεριά ήταν (είναι…) ένα είδος μεγάλου προδότη. Οι περισσότεροι μάλιστα μιλούν με ανακούφιση για το γεγονός ότι την Κυριακή θα αγωνιστεί ενάντια του ΠΑΟΚ ο Αβραάμ Παπαδόπουλος, ο όποιος σημειωτέον είχε αποβληθεί βλακωδώς στο παιχνίδι με τον Ατρόμητο, αλλά αυτό είναι μια υποσημείωση που στη συγκεκριμένη ιστορία δεν έχει κανένα ενδιαφέρον. Αντιθέτως αν για μένα κάτι έχει ενδιαφέρον είναι το πως με το πέρασμα των χρόνων οι οπαδοί μιας ομάδας έχουν γίνει οι σκληρότεροι κριτές και επικριτές των ποδοσφαιριστών της ίδιας τους της ομάδας. Συμβαίνει τώρα με τον Ολυμπιακό, αλλά ισχύει για τους περισσότερους οπαδούς των περισσότερων ελληνικών ομάδων και νομίζω ότι είναι ένα φαινόμενο που υπάρχει στη ζωή μας τα τελευταία χρόνια: παλιά σίγουρα δεν ήταν έτσι.
Πάντα όλοι συζητούσαν
Από τότε που θυμάμαι το ελληνικό ποδόσφαιρο (και όχι μόνο...) θυμάμαι οπαδούς να συζητάνε για ποδοσφαιριστές της ομάδας τους οι οποίοι έκαναν λάθη και μάλιστα συχνά. Τους θυμάμαι να συζητάνε για γκαφατζήδες αμυντικός, χασογκόληδες κυνηγούς, τερματοφύλακες με κακές εξόδους κτλ. Θυμάμαι ότι σχεδόν πάντα οι κρίσεις των οπαδών ήταν σε γενικές γραμμές δίκαιες, γιατί οι άνθρωποι δεν έλεγαν κάτι διαφορετικό από αυτό που έβλεπαν τα μάτια τους. Ωστόσο, αν κάτι έχει αλλάξει ριζικά, είναι ο τόνος και ο τρόπος που γίνονται αυτές οι συζητήσεις. Κάποτε σε όλες αυτές τις παρατηρήσεις διέκρινες και λίγη συμπάθεια για τον ποδοσφαιριστή που βρισκόταν στο κέντρο των συζητήσεων. Αν κάποιος παραδείγματος χάρη αποκαλούσε «χασογκόλη» τον Λεμονή και το Δίντσικο ή αργότερα τον Αλέκο Αλεξανδρή, φρόντιζε συγχρόνως να επισημάνει και ότι οι παίκτες αυτοί είχαν πολλά άλλα προσόντα, που τους καθιστούσαν χρήσιμους και απαραίτητους. Σήμερα αυτό δεν υπάρχει. Ο κόσμος όχι μόνο κρίνει ανελέητα, όχι μόνο είναι πιο αυστηρός από ποτέ, όχι μόνο αρνείται να δώσει συγχωροχάρτια, αλλά θέλει να δει τον ποδοσφαιριστή της ομάδας του να τιμωρείται για το λάθος του όσο πιο σκληρά γίνεται! Για να μείνω στον Ολυμπιακό θυμίζω ότι μόνο τον τελευταίο χρόνο υπάρχουν τέσσερις τουλάχιστον ποδοσφαιριστές που πληρώσανε λάθη σε σημαντικά παιχνίδια χωρίς κανένας να τους υπερασπιστεί: μιλάω για τον Φετφατζίδη, τον τερματοφύλακα Γιαννιώτη, τον Βούκοβιτς και φυσικά τον Μπρούνο, που είτε υπάρχει είτε δεν υπάρχει στον Ολυμπιακό είναι το ίδιο μετά από κείνο το πέναλτι που παραχώρησε (βλακωδώς είναι αλήθεια) στο ματς με την Μπασακσεχίρ. Ο Μεριά μπορεί να είναι εύκολα ο πέμπτος καθώς το λάθος που έκανε στο ματς με την Τότεναμ δεν είναι και το πρώτο στη σεζόν. Αλλά αναρωτιέμαι πιο μπορεί να είναι το κέρδος του Ολυμπιακού στην περίπτωση μιας τέτοιας εξέλιξης.
Κάποτε υπήρχαν οπαδοί
Από τη δεκαετία του ‘80 και μετά στο ελληνικό ποδόσφαιρο η σκληρότητα της δημοσιογραφικής κρίσης έχει γίνει κανόνας. Οποιος έγραφε και ήθελε να τραβήξει λίγο περισσότερο την προσοχή πάνω του, το ευκολότερο που μπορούσε να κάνει ήταν να περνάει «λεπίδι» ποδοσφαιριστές και προπονητές. Η μοναδική άμυνα όλων αυτών απέναντι σε μια αδυσώπητη αθλητικογραφία που σε ορισμένες περιπτώσεις χαίρεται να καταστρέφει καριέρες, ήταν ο ίδιος οπαδός, ο οποίος μπορεί να ασκούσε κριτική (και σκληρή μάλιστα…) σε οποιοδήποτε ποδοσφαιριστή της ομάδας του, αλλά την ίδια στιγμή σε κάθε ευκαιρία τον υπερασπιζόταν κιόλας. Υπήρχαν δημοσιογράφοι, αλλά υπήρχαν και οπαδοί. Και οι οπαδοί τους παίκτες τους τους αγαπούσαν και με τα ελαττώματά τους γιατί ήταν οι παίκτες της δικής τους ομάδας – οι δικοί τους παίκτες.
Γιατί σήμερα σχεδόν κανείς οπαδός δεν έχει αυτή τη διάθεση; Σίγουρα ένας λόγος είναι ότι οι ομάδες μας κάνουν κάθε χρόνο πάρα πολλές μεταγραφές: στον οπαδό του Ολυμπιακού, για τον οποίο συζητάμε, υπάρχει η βεβαιότητα ότι αν φύγει ο Μεριά θα έρθει ένας άλλος καλύτερος. Η λογική που λέει ότι όλοι είναι αναλώσιμοι και ότι όλοι εύκολα μπορεί να αντικατασταθούν έχει ριζώσει στο μυαλό των περισσότερων. Ομως κάθε φορά που ένας ποδοσφαιριστής μένει στην άκρη η ομάδα είναι δίπλα χαμένη: πρώτον γιατί έχει ακυρωθεί η επένδυση της και επομένως έχουν χαθεί και χρήματα και δεύτερον γιατί ο καινούργιος που θα έρθει για να αντικαταστήσει τον κάθε Μεριά, που η εξέδρα δεν αντέχει άλλο, χρειάζεται χρόνο και δεν αποκλείεται μέχρι να προσαρμοστεί να «καεί» κι αυτός. Γιατί είναι δύσκολο να σηκώσεις το σταυρό του μαρτυρίου μιας κριτικής που πολύ συχνά μοιάζει με λιντσάρισμα.
Γιατί να γίνεις κακός;
Είναι φυσικά δύσκολο να τον υπερασπιστεί κάποιος τον Μεριά μετά από αυτό το λάθος που έκανε. Αν θες να το κάνεις μπορείς φυσικά εύκολα να υπενθυμίσεις αλλά μεγάλα λάθη, μερικών από τους καλύτερους αμυντικούς που έχουμε στο ελληνικό πρωτάθλημα. Πριν από λίγες μέρες είχαμε δει τον Βράνιες να αγωνίζεται πανικόβλητος με την ΑΕΚ στο Καραϊσκάκη και αμέσως μετά τον Τσιγκρίνσκι να είναι το καλύτερος ποδοσφαιριστής του… Παναθηναϊκού στην ανατροπή που πέτυχαν οι Πράσινοι στο ματς με την Ενωση. Μπορείς να υπενθυμίσεις ότι ο καλύτερος τα τελευταία χρόνια αμυντικός του πρωταθλήματος μας, ο Βαρελά του ΠΑΟΚ, έχει πετύχει στο Καραϊσκάκη ένα από τα θεαματικότερο αυτογκόλ που έχουμε δει. Μπορείς ακόμα, αν κοιτάξεις απλά τι συνέβη στα άλλα ματς του Τσάμπιονς Λιγκ αυτή την αγωνιστική, να επισημάνεις ότι παίκτες δεκάδων εκατομμυρίων, όπως π,χ ο Βαράν στο ματς της Ρεάλ με την Παρι, έκαναν λάθη χειρότερα και από αυτό του Τυνήσιου. Αλλα γιατί να τα πεις; Αν τα πεις γίνεσαι απλά κακός.
Ο κόσμος προτιμά διαδικτυακές δίκες που οδηγούν σε καταδίκες ξεχνώντας δυστυχώς ότι τα λάθη των στόπερ είναι ανάλογα βαριά με αυτά του τερματοφύλακα, και είναι σχεδόν πάντα από αυτά που στοιχίζουν πολύ ακριβά απλά γιατί φαίνονται πιο πολύ από τα λάθη των υπόλοιπων. Αλλά το θέμα δεν είναι τα λάθη των αμυντικών: η ερώτηση που προσπαθώ να απαντήσω είναι πιο μπορεί να είναι το όφελος μιας ομάδας που «καίει» εύκολα τους παίκτες της. Δεν μπορώ να την απαντήσω γιατί δε βλέπω κανένα τέτοιο.
Λαϊκή εκτόνωση
Για μια διοίκηση το να διώχνει ένα ποδοσφαιριστή γιατί έκανε κάποια λάθη είναι το πιο εύκολο πράγμα. Το δύσκολο είναι να τον βελτιώσεις, να του δείξεις εμπιστοσύνη, να τον πιστέψεις, να πας κόντρα σε όλους όσους θέλουν το κεφάλι του και κάποια στιγμή να χαρείς και να κερδίσεις από την πρόοδο του. Αν το κάνεις, μπορείς να αλλάξεις και την λογική του κόσμου: να του υπενθυμίσεις για παράδειγμα ότι πρέπει να αγαπάει τους ποδοσφαιριστές γιατί φοράνε την φανέλα της ομάδας την οποία κατά τ’ άλλα λατρεύει. Αλλά όλα αυτά είναι κομμάτι δύσκολο αντίθετα από το διωγμό του παίκτη που προσφέρει σίγουρα και μια λαϊκή εκτόνωση, πραγματικά απαραίτητη στους καιρούς που ζούμε.
Ας πούμε λοιπόν ότι φταίει ο Μεριά και μόνο για την ήττα από την Τότεναμ. Και ας τον σταυρώσουμε. Και μετά ας ψάξουμε τον επόμενο. Οχι τον επόμενο ποδοσφαιριστή. Τον επόμενο σταυρό για τον επόμενο ποδοσφαιριστή…