Το περασμένο καλοκαίρι όταν έφυγε ο Πέδρο Μαρτίνς σας έγραψα ότι ο Ολυμπιακός θα αλλάξει τουλάχιστον τέσσερις προπονητές μέσα στη χρονιά: scripta manent. Για να συμβεί αυτό δεν είναι απαραίτητο να απολυθούν τρεις: μπορούν και να παραιτηθούν. Για τον Μίτσελ και την προσφορά του στο δεύτερο πέρασμά του από τον Ολυμπιακό έχω γράψει αρκετά. Όταν ήρθε είχα γράψει πως πάλι κάποιοι θα ενθουσιαστούν από την συμπεριφορά του και την άνεσή του βλέποντας κάτι που στον Ολυμπιακό είχε λείψει (δηλαδή ένας κοσμοπολίτης σταρ με άνεση μπροστά στις κάμερες και ωραίο ποδοσφαιρικό λόγο) και άλλοι θα του χρεώνουν κάθε στραβό αποτέλεσμα γιατί δεν θα καταλαβαίνουν (ή δεν θα εγκρίνουν) τον τρόπο της δουλειάς του. Ο Ισπανός κουβαλούσε κάμποση αντιφατικότητα. Αλλά δεν περίμενα ότι ο κάποτε αρχηγός της Ρεάλ Μαδρίτης θα έλεγε πως δεν αντέχει την πίεση. Αυτό είναι το πιο ενδιαφέρον στην ιστορία. Το πόσο η παραίτησή του Μίτσελ θα επηρεάσει τον Ολυμπιακό προς το καλύτερο ή θα προκαλέσει νέα μπερδέματα θα το δούμε προσεχώς: δεν χρειάζονται βιαστικά συμπεράσματα σε ένα ποδόσφαιρο όπως το δικό μας, στο οποίο έτσι κι αλλιώς οι λογικές συνεπαγωγές είναι λίγες. Ως εκ τούτου προτιμώ να σας πω δυο πράγματα για το Μίτσελ που έφυγε όπως ήρθε: ως ένας μεγάλος κύριος κι ένας μεγάλος άγνωστος.
Δεν αντέχει κανείς
Δεν περίμενα ότι η σχέση του Ισπανού με τον Ολυμπιακό θα ολοκληρωνόταν με μια παραίτηση. Αλλά δεν περίμενα και ότι ο Μίτσελ θα έβγαζε τη σεζόν: κανείς δεν θα μπορούσε να το καταφέρει. Για να βγάλει προπονητής που θα ερχόταν στον Ολυμπιακό μεσούσης της περιόδου τη σεζόν, ειδικά φέτος, θα έπρεπε να κερδίζει τουλάχιστον στο ελληνικό πρωτάθλημα κάθε Κυριακή. Πράγμα αδύνατο διότι ο Ολυμπιακός, πριν ο Μίτσελ έρθει, ήταν σε μια χαώδη κατάσταση. Ότι μπήκε μια κάποια τάξη στο χάος δεν σημαίνει ότι υπάρχει και μια ομάδα χωρίς δομικές αδυναμίες. Παρά την ύπαρξή τους ο Ολυμπιακός συνεχίζει να διεκδικεί το πρωτάθλημα, δηλαδή να μην συγχωρεί τίποτα σε κανένα προπονητή, παρόλο που ο στόχος που η ομάδα έβαλε φέτος είναι απίστευτα δύσκολος. Ο Ολυμπιακός θέλει να κερδίσει ένα πρωτάθλημα, η κατάκτηση του οποίου δεν θα είναι η δικαίωση ενός κάποιου σχεδίου, αλλά θα είναι η απόδειξη πως ακόμα κι αντιδρώντας ο Ολυμπιακός μπορεί να είναι αποτελεσματικότερος από όσους προγραμμάτισαν πολλά, αγωνιστικά και μη. Κι έτσι ο κάθε προπονητής γίνεται απλά αυτός που (θα) φταίει αν η ομάδα δεν κερδίσει ένα ματς, που είναι υποχρεωμένη να κερδίσει. Κι όποιος αντέξει.
Ιδανικός και όχι ο καλύτερος
Ο Μίτσελ ήταν ο ιδανικός και συγχρόνως όχι ο καλύτερος προπονητής για τον εφετινό Ολυμπιακό: για αυτή την αντιφατικότητα θα τον θυμάμαι με συμπάθεια. Ηταν ιδανικός γιατί είχε γνώση του πρωταθλήματος και της ομάδας και είχε και το τουπέ και την προσωπικότητα για να πάρει σκληρές και δύσκολες αποφάσεις. Δεν κρύφτηκε από την ευθύνη του εξορθολογισμού του ρόστερ (μολονότι δεν είχε συμμετοχή στην γιγάντωσή του), ευλόγησε την απομάκρυνση παικτών όπως ο Μαρσέλο πχ, προσπάθησε όπως και στο πρώτο του πέρασμα να αναδείξει Ελληνες παίκτες, βοήθησε τον Κώστα Φορτούνη όχι απλά να σταθεί στα πόδια του μετά από δυο χρόνια απουσίας, αλλά να νοιώσει και σημαντικός, και κυρίως είχε την δύναμη να κοιτάξει όλους τους παίκτες στα μάτια και να γίνει απαιτητικός, υπενθυμίζοντας τους τις υποχρεώσεις τους, μολονότι ερχόμενος στη μέση της περιόδου δεν είχε δικούς του ποδοσφαιριστές να στηριχθεί.
Συγχρόνως όμως δεν ήταν και ο κατάλληλος. Γιατί πιστεύει σε ένα ποδόσφαιρο μονάδων κι ο Ολυμπιακός χρειαζόταν να αποκτήσει όχι απλά μια σταθερή ενδεκάδα, αλλά ένα τρόπο παιγνιδιού που να προβλέπει την κάλυψη της παθολογικά αδύναμης άμυνάς του. Γιατί ο Μίτσελ δεν θα χτυπούσε ποτέ το χέρι του στο τραπέζι για να απαιτήσει ενισχύσεις, όπου η ομάδα πονάει, αφού είναι πολύ cool για να ασχοληθεί με κάτι τέτοια. Αλλά και γιατί για να μπορεί να δουλέψει πρέπει να νοιώθει πριμαντόνα, να μην αισθάνεται διαρκώς στο στόχαστρο της κριτικής και να μην χρεώνεται αποτυχίες γιατί αυτό ειδικά δεν μπορεί να το διαχειριστεί. Και στον Ολυμπιακό, ειδικά μετά την φυγή του Μαρτίνς που κέρδισε τρία πρωταθλήματα στη σειρά χωρίς να ακούσει τα μπράβο που του άξιζαν, είναι απίθανο: ιστορικά οι προπονητές υπάρχουν για να φταίνε στις ήττες, τώρα υπάρχουν και για να φταίνε για τα πάντα. Ακόμα και για το ότι ο Ολυμπιακός δεν κρατά μια νίκη απέναντι στον Αρη ενώ προηγείται με δυο γκολ στο Καραϊσκάκη. Που όπως μου είπε ένας παλιός παίκτης του Ολυμπιακού χθες «στα παιγνίδια αυτά, και τρεις καρέκλες να βάλει ο προπονητής όταν κάνει αλλαγές, πρέπει να κερδίσεις».
Εντελώς άγνωστος γνωστός
Ο Μίτσελ είναι μια παράξενη περίπτωση προπονητή που έχει τη σπάνια ικανότητα να μεταφέρει την ομάδα του τη δική του ψυχική διάθεση: αυτό είναι κάτι που δεν το χω ξαναδεί. Αν ο Μίτσελ ήταν ευδιάθετος ήταν και η ομάδα, αν ήταν χαλαρός ήταν και η ομάδα. Πριν το ματς με τον Αρη είπε ότι ο Ολυμπιακός έφτασε να διεκδικεί το πρωτάθλημα και το τελευταίο κομμάτι της σεζόν είναι το πιο εύκολο. Είχε δώσει στους παίκτες μισή εβδομάδα άδεια – είχε φύγει κι ο ίδιος. Η χαλαρότητα του έγινε ξαφνικά χαλαρότητα της ομάδας. Παραιτήθηκε για να μην δει στην ομάδα την αφόρητη πίεση που ξαφνικά αισθάνθηκε κι ο ίδιος. Πήρε την ευθύνη και έφυγε: νομίζω την δεδομένη στιγμή κι έχοντας καλύψει τόσο έδαφος από τους πρωτοπόρους δεν θα το έκανε κανείς. Αλλά ο Μίτσελ είναι μια ξεχωριστή παράξενη περίπτωση. Για αυτό μολονότι έχει περάσει δυο φορές από εδώ είναι εντελώς άγνωστος.
Δεν είναι σχήμα λόγου. Για όλους τους ξένους προπονητές που έχουν περάσει από τον Ολυμπιακό τα τελευταία χρόνια ο κόσμος έχει στο μυαλό του μια εικόνα – κατάλαβε, σε γενικές γραμμές, ποιο ήταν το ποδόσφαιρο που άρεσε στον καθένα, θυμάται τις ιδιοτροπίες τους και τις απαιτήσεις τους, πιστεύει πως τους γνωρίζει. Ο Μαρτίνς, στο μυαλό του μέσου οπαδού, ήταν δουλευταράς, αλλά και κομμάτι σκληρός, πολύ απαιτητικός, λίγο μπρουτάλ και σίγουρα υπερβολικά «κολλημένος» με κάποιους παίκτες του. Ο Σίλβα ήταν περαστικός από την Ελλάδα, καριερίστας, μέγας υπολογιστής, υπερβολικά απαιτητικός, πολύ τεχνοκράτης – είδε τον Ολυμπιακό απλά σαν σκαλάκι. Στον Ερνέστο Βαλβέρδε άρεσε η πίεση και η επίθεση. Ο Βαλβέρδε είχε το χάρισμα του να γίνεται αγαπητός, αλλά ήταν και συγκεντρωτικός και δεν έκανε τον παραμικρό συμβιβασμό – σε σημείο να αδικεί και παίκτες όπως ο Μήτρογλου. Μπροστά σε αυτούς, που ήταν «ανοιχτά βιβλία», ο Μίτσελ είναι ένα γοητευτικό μυστήριο. Μολονότι μάλιστα είναι ο πιο εξωστρεφής από όλους.
Το πώς προετοίμασε τον εαυτό του
Το αριστούργημα του Μίτσελ παραμένει ο τρόπος που προετοίμασε τον Ολυμπιακό, δηλαδή τον εαυτό του, για να πάει να κερδίσει το ματς με την ΑΕΚ στην Οpap Arena. Για το κοουτσάρισμα του τότε ειπώθηκαν πολλά. Όμως το μυστικό δεν ήταν όσα έγιναν στο γήπεδο: ήταν το πώς προετοιμάστηκε ο ίδιος Μίτσελ για το ματς - ποια ήταν η εβδομάδα του. Την Τρίτη, τέσσερις μέρες πριν το ματς, πήγε στο ΣΕΦ να δει το παιγνίδι του Ολυμπιακού με την Μπαρτσελόνα. Δεν υπάρχουν στο ΣΕΦ σουίτες κι άλλες τέτοιες κρυψώνες για κάποιο που ίσως θέλει να περάσει απαρατήρητος. Αλλά ο Μίτσελ μόνο απαρατήρητος δεν ήθελε να περάσει: όχι μόνο κάθισε μέσα στον κόσμο, αλλά πανηγύρισε και το τρίποντο του Βεζένκοφ με την ψυχή του. Ισως αυτό συνέβη γιατί παραμένει «εχθρός» της Μπαρτσελόνα – κι έτσι να είναι δεν γνωρίζω πολλούς προπονητές που θα πήγαιναν στο ΣΕΦ ενώ έχει βγάλει εναντίον τους ανακοίνωση η Θύρα 7 και ο Ολυμπιακός τους δεν έχει κερδίσει τον ΠΑΟ στο Καραϊσκάκη.
Δυο μέρες μετά, την Πέμπτη, διέκοψε την προπόνηση και έδιωξε όλους τους παίκτες μισή ώρα πριν αυτή τελειώσει. Τους είπε ότι είναι πλήρως απογοητευμένος από την συμπεριφορά τους και πως δεν γίνεται να προπονούνται τόσο νωθρά πριν από ένα ματς που πρώτα από όλα θα χρειαστεί ένταση. Δεν ξέρω τι προπόνηση κάνει, πόσο σκληρή είναι αυτή και πόσο φωνακλάς είναι. Είχε πίστη στον εαυτό του κι ένταση ο ίδιος και πίστη κι ένταση έβγαλε ο Ολυμπιακός και στην Οpap Arena.
Η μέγιστη προσφορά
Το άλλο χαρακτηριστικό του ήταν η παράξενη αποστασιοποίησή του από όλα. Παρατηρούσε τα πάντα εξ αποστάσεως, δύσκολα έδινε δεύτερες ευκαιρίες: υπήρχε και δεν υπήρχε εντός της ομάδας. Φέτος μετά την πρώτη ήττα του Ολυμπιακού επί των ημερών του στο πρωτάθλημα (από τον ΠΑΟΚ πριν από ένα ματς με τον οποίο παραιτήθηκε…) οι παίκτες του περίμεναν στην πρώτη προπόνηση μια τρομερή κατσάδα. Δεν τους είπε τίποτα απολύτως: συμπεριφερόταν σαν να μην έγινε το ματς. Δυο μέρες μετά τους είπε πως έχει μόνο μια απαίτηση: να σταματήσουν να κάνουν δώρα στους αντιπάλους. Τους τόνισε πως είναι βέβαιος πως και θα αντιστρέψουν την κατάσταση αρκεί να γίνουν πιο αποτελεσματικοί, πιο συνεργάσιμοι και να σταματήσουν τα λάθη στην άμυνα. Νομίζω θα έλεγε τα ίδια και μετά το ματς με τον Αρη, αλλά στο μεταξύ είμαστε στη δεύτερη αγωνιστική των play off και το να βλέπει τα ίδια και τα ίδια δεν το άντεξε. Είμαι βέβαιος πως πίστευε πως πέρα από την επισήμανση δεν μπορεί να κάνει κάτι άλλο. Όπως ο καλός σχολιαστής πχ, κι ο Μίτσελ είναι κυρίως αυτό.
Η προσφορά του στον Ολυμπιακό που βλέπουμε κατά τη γνώμη μου ήταν η μέγιστη που μπορεί να έχει ένας προπονητής. Ο Μίτσελ, με τα όποια λάθη του, δεν φταίει για δομικά προβλήματα: η δουλειά ενός προπονητή έχει όρια. Για αυτό ήθελα να σας γράψω, αλλά με πρόλαβε φεύγοντας. Οπότε υποχρεώθηκα από την επικαιρότητα να τον αποχαιρετήσω. Και να του ευχηθώ καλή συνέχεια. Και να μην τον αδικήσουν πουθενά ξανά όσο εμείς, που ποτέ δεν τον καταλάβαμε.