Η περσινή περιπέτεια του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού στην Ευρωλίγκα υπήρξε συναρπαστική για τον Ολυμπιακό και τον ΠΑΟ, κι ας μην την κέρδισαν. Ο Ολυμπιακός έφτασε στον τελικό δια πυρός και σιδήρου. Φλέρταρε με τον αποκλεισμό από το Final 4 χάνοντας από την Εφές στο ΣΕΦ, κατέστρεψε πάλι τα όνειρα της ΤΣΣΚΑ στον ημιτελικό, παρά τις μεγάλες του απουσίες, κι έχασε στον τελικό της Κωνσταντινούπολης από την οικοδέσποινα Φενέρ. Κι ο Παναθηναϊκός, όμως, δεν έκανε λίγα. Παρά το μουδιασμένο του ξεκίνημα, βρέθηκε τελικά στην πρώτη τετράδα και μπήκε στα play off με πλεονέκτημα έδρας, κάτι αρχικά έμοιαζε απίθανο. Αποκλείστηκε από το Final 4 από την μετέπειτα πρωταθλήτρια Φενέρ, που ήταν την περασμένη άνοιξη η πιο φορμαρισμένη ομάδα στην Ευρώπη, αλλά έκανε σε γενικές γραμμές ό,τι μπορούσε. Σήμερα η Ευρωλίγκα ξαναρχίζει. Η εντύπωσή μου είναι ότι οι δύο ελληνικές ομάδες για να ζήσουν αυτό το μαραθώνιο εξίσου συναρπαστικά πρέπει να κάνουν περισσότερα από πέρυσι. Δεν θα είναι εύκολο.
Οι συνεχείς υπερβάσεις
Μετά το πρώτο ντέρμπι των δυο στο πρωτάθλημα έγραψα τις απορίες μου για τον Ολυμπιακό – προφανώς δεν κατάφερα να γίνω απολύτως κατανοητός. Ο αντίλογος πολλών φίλων είναι ότι είμαστε ακόμα στον Οκτώβρη, η σεζόν μόλις άρχισε κτλ. Φυσικά και ισχύουν όλα αυτά και ποτέ δεν είπα ότι η χρονιά είναι χαμένη ή ότι ο Ολυμπιακός δεν έχει τύχει να διακριθεί ή ότι είναι για πέταμα, ή ότι δεν θα κάνει τίποτα κτλ. Αυτό που λέω είναι ότι παίρνει και φέτος το ίδιο ρίσκο: οι καλύτεροι παραμένουν ο Σπανούλης και ο Πρίντεζης, δηλαδή οι περσινοί του ηγέτες. Αυτό από μόνο του, με οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η σεζόν του θα μοιάζει με την περσινή. Ποιο ήταν το χαρακτηριστικό της; Ότι για να κερδίσει ο Ολυμπιακός έπρεπε να κάνει διαρκώς μικρές υπερβάσεις – να παίζει στα «κόκκινα». Κάθε στιγμή χαλαρότητας πληρωνόταν με ήττες, ακόμα και από ομάδες κατώτερες (Γαλατά, Αρμάνι κτλ). Ο Ολυμπιακός και στο ΣΕΦ μπορούσε να χάσει από τον οποιοδήποτε, αν δεν έπαιζε με μεγάλη ένταση – ειδικά στην άμυνα. Τα παιγνίδια μεγάλης έντασης έχουν, όμως, δυο επακόλουθα: ξόδεμα ενέργειας, που πληρώνεται, και τραυματισμούς. Αν ο Ολυμπιακός πρόσθετε στο περσινό του ρόστερ, αυτό που άρχισε τη χρονιά (με τον Χάκετ παρόντα, τον Γκριν, τον Λοτζέσκι), δυο παίκτες ικανούς να τραβήξουν το σκορ (στις θέσεις του Γιανκ και του Μπιρτς πχ) θα ήμουν πιο αισιόδοξος, αλλά δεν έγινε αυτό: απλά μεγάλωσε το ρόστερ. Οπότε ο Ολυμπιακός πρέπει να βασιστεί στις περσινές του αρετές, που ευτυχώς δεν είναι λίγες. Πέρυσι έδειξε πέρυσι μεγάλη αντοχή και μεγάλη πίστη και πήρε πολλά από πολλούς παίκτες: θυμίζω ότι ο Αγραβάνης π.χ ήταν πρωταγωνιστής στη νίκη κόντρα στον Αστέρα στο Βελιγράδι, που επικύρωσε την θέση του Ολυμπιακού στην πρώτη τετράδα. Κάτι αντίστοιχο θα πρέπει να συμβεί και φέτος: κυρίως οι Ελληνες παίκτες του πρέπει να δώσουν πολλά παραπάνω. Σε κάποιους διακρίνω μια ενοχλητική στασιμότητα.
ΠΑΟ με βιονικό Καλάθη
Κι ο Παναθηναϊκός έχει τις δικές του αρετές και τα δικά του προβλήματα. Ο Πασκουάλ κέρδισε το ντέρμπι γιατί στην τελική ευθεία του ματς, όταν αυτό κρίθηκε, στηρίχτηκε σε μια πεντάδα παικτών που είχε και πέρυσι: Καλάθης, Παππάς, Ρίβερς, Σίγκλετον και Γκιστ τελείωσαν το ματς και η ομοιογένεια τους έδωσε τη νίκη. Αυτό στην αρχή της σεζόν μπορεί να είναι συχνά χρήσιμο κυρίως γιατί οι νεοφερμένοι δεν έχουν προσαρμοστεί. Ο Λοτζίσκι σίγουρα θα δώσει ανάσες στον Ρίβερς και ο Θανάσης Αντετοκούνμπο θα βοηθήσει, ώστε να γίνει σε σημεία του ματς η ομάδα σκληρότερη, αλλά ο ΠΑΟ δεν έχει για την ώρα μια δυνατή front line και δεν βρήκε αντικαταστάτη του Τζέιμς – πράγμα που σημαίνει πως ο βιονικός Καλάθης θα κάνει πάλι υπερωρίες. Κι ο ΠΑΟ έχει πράγματα να κρατήσει από πέρυσι, που ωστόσο δεν είναι δεδομένα. Ο Παναθηναϊκός είχε πέρυσι μια απόρθητη έδρα και κέρδισε πολλά ματς στον πόντο: η εντύπωση που έχω είναι ότι και φέτος αυτό το παιγνίδι με την φωτιά θα συνεχιστεί. Αν υπάρχει κάτι δεδομένο είναι η αθλητικότητα της ομάδας και η σκληρότητα της: οι πολλοί και καλοί Αμερικάνοι χαίρονται να παίζουν μαζί κι ο Πασκουάλ ξέρει το μπάσκετ, που τους αρέσει να παίζουν.
Η χημεία δεν είναι πάντα λύση
Πέρυσι η διαφορά των δυο στην τελική βαθμολογία ήταν οι νίκες του Ολυμπιακού στα μεταξύ τους ματς. Μπορούν φέτος να επαναλάβουν τις περσινές του πορείες στην κανονική διάρκεια, ελπίζοντας να φτάσουν στo φινάλε της σεζόν με περισσότερη ενέργεια; Δεν είναι και τόσο απλό. Και οι δυο προτίμησαν το καλοκαίρι να μεγαλώσουν τα ρόστερ τους, παρά να ποντάρουν σε «παίκτες – πρωταγωνιστές». Για την ώρα, στα δικά μου μάτια, υπάρχουν πιο πολλά ερωτηματικά, παρά βεβαιότητες: οι πολλοί ρολίστες ξεγελάνε και η χημεία δεν είναι πάντα λύση για όλα – τα μεγάλα ματς τα κερδίζουν οι μεγάλοι παίκτες. Στον ΠΑΟ παίκτες όπως ο Θανάσης Αντετοκούνμπο και ο Ογκουστ, όταν και εφόσον προσαρμοστεί, θα βοηθήσουν, ώστε η ομάδα του Πασκουάλ να παίξει καλύτερη άμυνα, όμως στην επίθεση η μόνη σοβαρή προσθήκη είναι ο Λοτζέσκι με τα ερωτηματικά, που πάντα συνοδεύουν τις αντοχές του. Τον Ολυμπιακό θα τον βοηθήσουν ο Τόμπσον και ο Μακλίν, αλλά οι υπόλοιποι νεοφερμένοι δεν μοιάζουν καλύτεροι από όσους έφυγαν και δεν υπάρχει ούτε Γκριν, ούτε Χάκετ. Ο Ολυμπιακός έχει θέματα να λύσει στην περιφέρεια, απόδειξη ότι ο Καλάθης έκανε στο πρώτο ντέρμπι ό,τι ήθελε. Κι ο ΠΑΟ, όμως, εντός της ρακέτας είναι λιγότερο δυνατός από πέρυσι και για αυτό παραλίγο να χάσει στο άδειο ΣΕΦ από τον Μακλίν. Όμως προσοχή: είναι δύσκολο να γίνει εκτίμηση για το τι μπορεί να κάνουν οι ομάδες μας και γιατί δεν γνωρίζει κανείς πόσο δυνατοί είναι οι αντίπαλοί τους.
Ο καλοκαιρινός σεισμός
Η Ευρωλίγκα έζησε καλοκαιριάτικα ένα σεισμό που την άλλαξε πολύ: οι ομάδες του ΝΒΑ και οι Κινέζοι την λεηλάτησαν. Τέσσερις από τους καλύτερους περσινούς της παίκτες (ο δημιουργός Τεόντοσιτς, οι πρωταθλητές Γιούντο και Μπογκντάνοβιτς και ο πρώτος σκόρερ Λάνγκφορντ) έφυγαν. Δεν έχασε μόνο ο ΠΑΟ τους Μπουρούση και Τζέιμς και δεν έφυγε μόνο ο Μπιρτς από τον Ολυμπιακό: έχασαν πολλούς από τους καλύτερους τους παίκτες σχεδόν όλοι όσοι πέρσι απλώς διακρίθηκαν! Ομάδες όπως η Φενέρ, η Εφές, η Μπαρτσελόνα, η Μπάμπεργκ, η Αρμάνι, η Μακάμπι, ο Ερυθρός Αστέρας χτίστηκαν από την αρχή, ενώ όλοι συμφωνούν πως οι τρεις νεοφερμένοι είναι δυνατοί: Μάλαγα, Βαλένθια και κυρίως η Χίμκι του Μπαρτζώκα έχουν ομάδες ικανές για τα πάντα σε μια χρονιά που ακόμα και τα παραδοσιακά φαβορί έχασαν τα σημεία αναφοράς τους. Η ΤΣΣΚΑ δεν έχει τον Τεόντοσιτς, η Φενέρ έχασε τον Μπογκντάνοβιτς και τον Γιούντο, η Ρεάλ Μαδρίτης δεν θα έχει στην αρχή τον Γιούλ. Ο Ομπράντοβιτς πέρυσι απέδειξε ότι ακόμα κι ένα τόσο εξαντλητικό μαραθώνιο μπορεί να τον κερδίσεις με ένα τελικό σπριντ: ας το θυμόμαστε αυτό. Οι αληθινά δυνατοί θα φανούν στο τέλος, αλλά προσοχή: ο Ολυμπιακός και ο ΠΑΟ δεν μπορούν ούτε να μείνουν πίσω, ούτε να ελπίζουν σε μια θεαματική βελτίωση τον Απρίλιο – κανείς τους δεν έχει τον Μπογκντάνοβιτς και τον Γιούντο που μπόρεσαν, παίζοντας δυο μήνες εξαιρετικό μπάσκετ, να τα πάρουν όλα. Για να τελειώσουν την σεζόν καλά, πρέπει να αποκτήσουν κεκτημένη ταχύτητα.
Όλα πιο δύσκολα
Ο Ολυμπιακός και ο ΠΑΟ δεν έχουν τα ακριβότερα ρόστερ, έχουν, όμως, μια καλή γνώση της διοργάνωσης. Πρέπει να φτάσουν γρήγορα σε ένα καλό επίπεδο φόρμας και ομοιογένειας. Δεν κρύβω ότι η αποστολή τους μου μοιάζει σε πολλά δυσκολότερη από πέρυσι. Και για αυτό η Ευρωλίγκα που ξεκινά θα είναι ακόμα περισσότερο συναρπαστική.