Είναι δεδομένο ότι αυτή την εβδομάδα – και λόγω της γιορτής του Αγίου Βαλεντίνου που είναι στο πρόγραμμα μεσοβδόμαδα – όλοι οι δρόμοι οδηγούν στα σινεμά όπου προβάλλονται οι «Πενήντα πιο σκοτεινές αποχρώσεις του Γκρι». Πρόκειται για το δεύτερο μέρος της αριστουργηματικής (σύμφωνα με τις φίλες της και την ξαδέρφη ενός γνωστού μου) τριλογίας της κυρίας Ε. Λ. Τζέιμς, το πρώτο μέρος της οποίας («Οι Πενήντα αποχρώσεις του Γρι») είχαμε δει πριν από κάτι χρόνια. Επειδή από την προβολή του πρώτου μέρους πέρασε καιρός και μπορεί να μην θυμόσαστε τι είχε ακριβώς συμβεί, κάνω κάτι χρήσιμο: σας θυμίζω τους βασικούς χαρακτήρες και την υπόθεση ώστε να μπορέσετε να παρακολουθήσετε το δεύτερο μέρος χωρίς προβλήματα. Οι βασικοί χαρακτήρες είναι δυο, κυρίως για να μην μπερδεύεται ο κόσμος. Μιλάμε για απλούς καθημερινούς ανθρώπους, που ο κόσμος συναντά στο Cosmopolitan. Τον Κρίστιαν Γκρι και την Αναστασία Στιλ που καμία σχέση δεν έχει με τον Στιλ του Παναθηναϊκού άλλα άντε να το εξηγήσεις. Δυο λόγια για τον καθένα.
Γεννημένη το βρώμικο ‘ 89.
Η Αναστασία είναι γεννημένη στις 10 Σεπτεμβρίου του βρώμικου 89. Τον Ιανουάριο εκείνης της χρονιάς, μπροστά στην πιθανότητα να κερδίσει τις εκλογές ο Μητσοτάκης, οι γονείς της έκαναν πολύ έντονο σεξ κι έφεραν στη ζωή ένα υγιέστατο κοριτσάκι ενώ ο κόσμος φώναζε «Τσοβόλα δώσ’ τα όλα»: το γεγονός, σύμφωνα με τους ψυχολόγους, έπαιξε ένα ρόλο στη σεξουαλική κατεύθυνση της κοπέλας. Οι γονείς της χώρισαν αργότερα διαφωνώντας για την εκλογή του Εβερτ και το γεγονός σημάδεψε το κορίτσι που ζήτησε να την φωνάζουν «Αννα» για να θυμίζει την Αννούλα του ΠΑΣΟΚ. Συζεί με την καλύτερη της φίλη, την Κέιτ, που στις ελεύθερες ώρες της, που δεν είναι λίγες, ψάχνει τον ιδανικό άντρα, αν είναι δυνατόν σε XL. Αντίθετα με την Κέιτ που έχει δοκιμάσει όλα τα μεγέθη χωρίς να καταλήξει ποιο την ικανοποιεί, η Αννα ντύνεται πρόχειρα. Είναι λίγο ντροπαλή, δεν πιστεύει πως είναι ωραία, αλλά ο Κρίστιαν θα της αλλάξει γνώμη, δαγκώνει το κάτω χείλος της όταν κάποιος της αρέσει, αλλά δεν προκαλεί και κανείς ποτέ δεν φώναξε για χάρη της «τώρα η Αννούλα είναι τάβλα πω πω καύλα». Εχει ένα γκόμενο ή κάτι τέτοιο γιατί αυτός νομίζει ότι τα χουν, ενώ αυτή όχι: απλά της αρέσει ότι τον λένε Χοσέ, αλλά όταν γνωρίζει τον Κρίστιαν που όντως τα χώνει, τον ξεχνάει οριστικά. Δεν μακιγιάρεται υπερβολικά, δουλεύει και σπουδάζει – για την ακρίβεια μόλις τελείωσε. Εχει όνειρα για τη ζωή, αλλά δεν θέλει να βρίσκεται στο κέντρο της προσοχής ή τουλάχιστον έτσι λέει – άλλωστε όλες τέτοια λένε. Η Αννούλα είναι το Ποτάμι. Για την ακρίβεια το σιγανό ποτάμι, αυτό που πρέπει να φοβάσαι.
Ο Κρίστιαν, ένα απλό παιδί
Ο Κρίστιαν Γκρι γεννήθηκε στις 18 Ιουνίου το 1983, όταν το ΠΑΣΟΚ πήρε την εξουσία και έγινε Υπουργός ο Κίμωνας Κουλούρης που ήταν και το είδωλό του. Είναι πλούσιος (τον βρίσκεις και στη Λίστα Λαγκάρντ και στη Λίστα Μπόργιανς), έχει δικό του ελικόπτερο και το οδηγεί κιόλας και κάτι τέτοιους βλέπει ο Καμμένος και του μπαίνουν ιδέες να πιλοτάρει F 16. Ο ξαφνικός του πλουτισμός δεν εξηγείται, αλλά δεν τρέχει και τίποτα, ούτε του Σταθάκη εξηγείται. Είναι πρόσωπο αντιφατικό: παίζει πιάνο (ενώ στην Αννα θέλει να μάθει κυρίως κλαρίνο) και τραγουδάει Φρανκ Σινάντρα και την Παππαλάμπρενα γυμνή. Είναι Παναθηναϊκός αλλά στεναχωριέται γιατί βρίζουν την οικογένεια: συμφωνεί κυρίως με τον Κώστα Γκόντζο. Βοηθάει τους φτωχούς ανθρώπους και θέλει ν αλλάξει τον κόσμο, αλλά δεν πήγε στο ΣΥΡΙΖΑ γιατί παρέμεινε ΠΑΣΟΚ, άλλωστε μπορεί να έχει πολλά βίτσια, αλλά δεν είναι και η Τζάκρη. Ο Κρίστιαν είχε δύσκολα παιδικά χρόνια. Είναι υιοθετημένο παιδί και δεν γνώρισε την μητέρα του που ήταν ιερόδουλος, αλλά είδε τον Σαρτζετάκη πρόεδρο της Δημοκρατίας σε πολύ τρυφερή ηλικία. Τον υιοθέτησε μια φτωχή οικογένεια πρασινοφρουρών από το Πόρτλαντ και τον μεγάλωσαν με δημοκρατικές αρχές: μικρός διάβαζε το πρωί Πασκάλ και το βράδυ Μπικνέρ, ενώ στο σπίτι απαγορευόταν και το Marie Claire και το Moto και οι Τέσσερις Τροχοί και μπορούσε να διαβάζει εκτός από Μαρξ, Λένιν και Ντιτερό, μόνο Ταρατατά και Ζάκουλα. Παρότι ωραίος και ευαίσθητος και λεφτάς και μάγκας δεν έχει τη γκόμενα που θέλει κι όταν γνωρίζει την Αννα, ξυπνάει το ΠΑΣΟΚ μέσα του, και την ερωτεύεται.
Η υπόθεση του πρώτου μέρους
Η υπόθεση του πρώτου μέρους είναι απλή. Η Κέιτ έχει ραντεβού με δυο γκόμενους για ένα πάρτι με ούζα και παρακαλάει την Αννα να πάει να πάρει συνέντευξη από τον Γκρι για ένα περιοδικό: αν είχε πάει αυτή, θα τον ξεπετούσε σε κανα τέταρτο και δεν θα είχε γραφτεί κανένα βιβλίο – απλά θα τραγουδούσαν Πάολα. Η Αννα νομίζει ότι θα πάρει συνέντευξη από τον Γκριν του Ολυμπιακού και χαίρεται: όταν καταλαβαίνει που έμπλεξε είναι αργά. Από την ταραχή της γλιστράει και πέφτει, όταν μπαίνει στο γραφείο του, πράγμα που κάνει τον Κρίσταν να πιστέψει πως την έριξε με το καλημέρα, πράγμα που δεν είναι ακριβές. Ο Γκρι είναι ο πρώτος που την αποκαλεί «Ανεστάζζια» με ζ βαρύ – το κάνει γιατί μιμείται τον Τσίπρα όταν έκανε τον ελληνομερικάνο μιλώντας με τον Ομπάμα. Η Ανεστάζια πιστεύει ότι έκανε την τύχη της με το πλουσιόπαιδο και σκέφτεται ότι δεν είναι καλύτερη η Τάμτα που τα χει με τον Κασιδόκωστα. Αυτός της προτείνει να παίξουν ένα παιγνίδι: να τη δέρνει κάθε φορά που ο Στιλ κάνει ένα λάθος. Η Ανεστάζζια σκέφτεται ότι δεν μπορεί ο Στιλ να κάνει πολλά λάθη, αλλά σύντομα ανακαλύπτει πως θα ήταν προτιμότερο να την λέγανε Αναστασία Βλαχοδήμου ή έστω Αναστασία Κουτσαβασίλη. Τα πολλά λάθη του Στιλ έχουν ως αποτέλεσμα η Στιλ να τρώει ξύλο πολύ, πράγμα που της αρέσει και λιγάκι – όχι τυχαία τον καιρό εκείνο γίνεται επιτυχία το «Χτύπα κι άλλο». Όλα πάνε καλά, αλλά όταν ο Στιλ χάνει τη θέση του στον Παναθηναϊκό, η σχέση περνάει κρίση. Σε ένα καφτό διάλογο προς το τέλος της ταινίας του λέει ότι θα αλλάξει «το Στιλ σε Καπίνο», αυτός της απαντάει «θα τα πιείς όλα», η Ανεστάζζια προσβάλλεται, γιατί με το ξύλο δεν έχει πρόβλημα, αλλά τη χυδαιότητα δεν την αντέχει και φεύγει παίρνοντας το ασανσέρ, ενώ σκέφτεται ότι αν ο Γκρι ήταν ο Γκρίν, όπως αρχικά πίστευε, θα είχε προσκλήσεις για το ΣΕΦ και θα είχε γνωρίσει και τον Μιλουντίνοφ. Δαγκώνει το κάτω χείλος της ενώ βρέχει.
Προσεχώς το τρίτο μέρος
Δεν σας αποκαλύπτω τι γίνεται στο δεύτερο μέρος. Σας παραθέτω μόνο ένα ποτ πουρί από διαλόγους: «Ανεστάζια; Κρίστιαν; Αααχχχ, τι μου κάνεις; Στιλ ε; Ααχχ Στραματσόνι μου, τα βλέπω όλα γκρι, Αχχχχ, χτύπα κι άλλο θα τ αντέξω, που το θυμήθηκες αυτό; Χτύπα και μη μιλάς – κι άλλο κι άλλο κι άλλο, που χάθηκε ο Πετρέλης; Ποιος είναι ο Πετρέλης μωρή;» Τέλος δεύτερου μέρος…