Ο αποκλεισμός της Εθνικής μας από την Γερμανία στα προημιτελικά του Ευρωμπάσκετ πόνεσε πολύ. Πόνεσε όσους δεν τον περίμεναν (κυρίως γιατί δεν ήξεραν πόσο δυνατή ομάδα είναι η γηπεδούχος Γερμανία) και πόνεσε ακόμα πιο πολύ κι όσους τον περίμεναν, ελπίζοντας απλά ότι με κάποιο μαγικό τρόπο δεν θα ρθει. Εγώ ανήκω δυστυχώς στους δεύτερους: σε αυτούς που πόνεσαν πιο πολύ.
Θα διαβάσετε πολλά δεξιά κι αριστερά γιατί οι ήττες πάντα δημιουργούν ανάγκες εξηγήσεων – ειδικά αν έχει καλλιεργηθεί μια υπεραισιοδοξία που είναι πάντα το αντίθετο της πραγματικότητας. Η Εθνική μας έχει πάρει το τελευταίο της μετάλλιο το μακρινό 2009 μετά το μαγικό εκείνο τουρνουά του Βασίλη Σπανούλη. Στη βάση εκείνης της ομάδας υπήρχαν ακόμα οι πρωταθλητές Ευρώπης του 2005 και οι παίκτες που στη Σαϊτάμα έχασαν το χρυσό στο παγκόσμιο από την Ισπανία στον τελικό. Η τωρινή ομάδα δεν είχε τέτοιους παίκτες: έχει ένα παγκόσμιο σταρ, τον Γιάννη Αντετοκούνμπο, και πολλά καλά παιδιά που νομίζω ότι έδωσαν ό,τι είχαν. Κάποιοι ήταν τραυματίες κι έσφιξαν τα δόντια. Κάποιοι πάλεψαν με την ψυχή τους. Όμως το τουρνουά αυτό, το γεμάτο NBAers, ήταν ανώτερο από τα στάνταρ τους. Το 2009 στην Πολωνία οι ΝBAers ήταν μετρημένοι στα δάχτυλα. Από τότε κι έπειτα συνεχώς και πληθαίνουν. Και συνεχώς και λιγοστεύουν οι πιθανότητες, για όποιον τέτοιους δεν έχει, να πάρει μετάλλιο.
Δεν ήξεραν τη Γερμανία
Μου έκανε εντύπωση ό,τι άκουγα τις προηγούμενες μέρες για τη Γερμανία κι όχι μόνο στην τηλεόραση (εκεί όπου μας καθησύχαζαν πως μας περιμένει η Λιθουανία στον ημιτελικό και η Σερβία στον τελικό): παντού τα άκουγα. Οι πιο πολλοί νόμιζαν πως η Γερμανία είναι μια ομάδα γεμάτη άπειρους αγνώστους που ευτυχώς για αυτή έχει μερικούς παίκτες που αγωνίζονται στην Ευρωλίγκα – στην Αλμπα και στη Μπάγερν. Οι Γερμανοί εκτός από τους τρεις υπέροχους ΝΒΑers που μετέτρεψαν το ματς σε προσωπικό σόου, έχει άλλους τρεις ανάλογους που δεν αγωνίστηκαν γιατί είχαν προβλήματα! Οι τρεις άλλωστε αρκούσαν. Ο Σρέντερ, η επιτομή του γκαρντ του καιρού μας, τέλειωσε το ματς με 26 πόντους. Ο Βάγκνερ, ένας παίκτης ορχήστρα, έγραψε 19 κι ο Τάις, ο φορ των Ιντιάνα Πέισερς, τελείωσε με 13 χωρίς να ιδρώσει. Οι Γερμανοί είχαν 17/31 τρίποντα κι ο αριθμός εντυπωσιάζει, αλλά γιατί να μην έχουν; Είναι παίκτες που βλέπουν το καλάθι κι όχι το χρονόμετρο, παίζουν για να δημιουργούν και να σκοράρουν: αυτό το μπάσκετ μαθαίνουν. Οι Γερμανοί παράγουν παίκτες για το μακράν κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου: όχι εξωγήινους, αλλά παίκτες που δουλεύουν. Εχει πιο πολλά αθλητικά προσόντα ο Βάγκνερ από τον Παπαπέτρου ή ακόμα και από τον Αγραβάνη; Δεν νομίζω. Ξέρει πιο πολύ μπάσκετ ο Τάις από τον Παπαγιάννη; Δεν το πιστεύω. Αλλά παίζουν στο ΝΒΑ. Δηλαδή δουλεύουν πολύ σκληρά.
Πρώτοι στο χωριό
Η παραγωγή και η πρόοδος των παικτών: αυτό είναι το θέμα – όλα τα άλλα είναι να είχαμε να λέγαμε. Στην Εθνική Ελλάδος αγωνίζονται τέσσερις παίκτες που πέρασαν από το ΝΒΑ: το ‘σκασαν από εκεί σε χρόνο ρεκόρ για να είναι πρώτοι στην Ευρωλίγκα. Ο Καλάθης γύρισε σε δυο χρόνια για να κάνει ρεκόρ σε ασίστ στα ματς με την Βιλερμπάν. Ο Παπανικολάου γύρισε για να γίνει ο εξολοθρευτής του Ολυμπιακού. Ο Ντόρσεϊ σε δυο χρόνια άλλαξε τρεις ομάδες – τώρα πάει για να ξαναδοκιμάσει και μακάρι να τα καταφέρει να στεριώσει και να εξελιχτεί, γιατί άλλον δεν έχουμε. Ο Παπαγιάννης πήγε και ήρθε πίσω με το πρώτο αεροπλάνο. Δεν λέω ότι τα παιδιά έκαναν λάθος επιλογές και δεν μου πέφτει λόγος για αυτές: όλοι τους τα κατάφεραν καλά και στην Ευρωλίγκα είναι πρώτοι. Στο χωριό, όμως. Διότι η Ευρωλίγκα είναι μια ωραία διοργάνωση που κι εγώ παρακολουθώ και με ενθουσιάζει. Αλλά το μπάσκετ το πραγματικό παίζεται στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Κι από εκεί έρχονται οι Σρέντερ, οι Βάγκνερ, οι Μαρκάνεν που παραλίγο να πάνε στον ημιτελικό την Φινλανδία. Και δείχνουν το επίπεδό τους.
Το πράγμα είναι απλό
Θα τα ακούσει ο Δημήτρης Ιτούδης, όχι γιατί έκανε κάποια ζημιά, αλλά γιατί η κατηγορία που θα του αποδοθεί είναι έτοιμη: η ομάδα του δεν έπαιξε άμυνα. Σε μια χώρα που όλα είναι νοσταλγία και μνήμες, αυτές οι κατηγορίες είναι εύκολες και πιασάρικες διότι στο μυαλό όλων το πράγμα είναι απλό: παίζεις άμυνα κερδίζεις, δεν παίζεις χάνεις. Μόνο που στο μοντέρνο μπάσκετ δεν υπάρχουν ματς που κρίνονται γιατί κρατάς τον αντίπαλο στους 70 πόντους και βάζεις 71: αυτά μπορεί να τα δεις σπανίως στην Ευρωλίγκα και μονίμως στην Α1. Στο Ευρωμπάσκετ αυτό, μετά τα προημιτελικά, δεν υπάρχει καμία ομάδα που να κέρδισε επειδή κράτησε τον αντίπαλο στους 70 ή στους 80 πόντους. Κερδίζει όποιος βάζει πιο πολλούς πόντους από αυτούς που δέχεται κι όχι γιατί όλοι τρελάθηκαν και δεν παίζουν άμυνα, αλλά γιατί το μπάσκετ της άμυνας, όπως το εννοούμε, εμείς έχει πεθάνει εδώ και χρόνια. Διακινείται μόνο από προπονητές που έχουν μείνει σε άλλες δεκαετίες. Μπορεί αυτοί να βγάζουν ωραίο μεροκάματο στην ελληνική Α1, κάποιοι μπορεί να φτάνουν και στην Ευρωλίγκα, αλλά το μπάσκετ που παίζεται από τα παιδιά του ΝΒΑ, που κάνουν όργια στο Ευρωμπάσκετ που παρακολουθούμε, τους έχει στείλει εκτός εποχής.
Ας το παραδεχτούμε κι ας μην κοροϊδευόμαστε: αν ως χώρα δεν βγάλουμε κυρίως αθλητικά γκαρντ που να μπορούν να πάνε στις ΗΠΑ και να σταδιοδρομήσουν κι αν δεν βρούμε σουτέρ με μπόι πάνω από δυο μέτρα που να κάνουν το αντίπαλο καλάθι να αναστενάζει, την Εθνική μας σε βάθρο δεν θα την ξαναδούμε: θα βρίσκονται πάντα κάποιος Σρέντερ και κάποιος Βάγκνερ και θα μας θυμίζουν ότι το μπάσκετ του καιρού μας είναι αθλητικότητα, δημιουργία και επιθετική ικανότητα - όλα τα υπόλοιπα ανήκουν στο παρελθόν και στις μνήμες μας. Όπως οι επιθέσεις των 30 δευτερολέπτων, το δικαίωμα για «μια συν μια» και η άμυνα 1-3-1.
Εχεις δικαίωμα πάντα να περπατάς ανάποδα στο δρόμο, αλλά θα σε πατήσει σίγουρα κάποιο φορτηγό. Η Εθνική μας δεν έχασε χθες γιατί δεν έπαιξε άμυνα: δεν πρόλαβε να παίξει άμυνα στο κρίσιμο τελευταίο δεκάλεπτο υπερβαίνοντας τις κατασκευαστικές της δυσκολίες (όπως πχ έκανε με τους Τσέχους) γιατί στα επτά πρώτα λεπτά της τρίτης περιόδου πέτυχε 1 πόντο. Αυτό συνέβη γιατί κανείς δεν μπορούσε να βοηθήσει τον Γιάννη – που για να δώσει νίκη στην Εθνική πόντους έπρεπε να βάλει 70: οι 31 ήταν λίγοι. Στο 25΄οι τρεις Ελληνες γκαρντ είχαν τρία φάουλ ο ένας! Τον Σρέντερ δεν τον έβλεπαν.
Εκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε
Πονάω, αλλά δεν μεμψιμοιρώ. Η Εθνική μας για τις δυνατότητές της έκανε ό,τι καλύτερο. Εχασε ένα κρίσιμο ματς από μια γηπεδούχο που είναι καλύτερη ομάδα, γιατί αντιπροσωπεύει μια χώρα που παράγει μπασκετμπολίστες που τα κάνουν όλα – όχι «καλούς αμυντικούς» ή «πανέξυπνους περιφερειακούς» ή «σκληρούς ψηλούς» - όλα. Είχε τη μεγάλη ατυχία να πάει στο τουρνουά με κάποιους παίκτες που είχαν τραυματισμούς και ήταν και αναντικατάστατοι γιατί πίσω από αυτούς δεν υπάρχει τίποτα. Ο Σλούκας και ο Παπαγιάννης έσφιξαν τα δόντια για το χατίρι της ομάδας κι ο Κώστας Αντετοκούνμπο δεν κατάφερε τελικά να βοηθήσει – οι Γερμανοί που είχαν κι αυτοί τρεις τραυματίες τους άφησαν έξω. Δεν έχω παράπονο από κανένα παίκτη: παράπονο έχω γιατί κάποιοι συμβιβάστηκαν με τα λίγα, ενώ ήταν για πιο πολλά. Αλλά τι να κάνεις; Η ζωή στην Ελλάδα είναι πειρασμός. Κι όταν λείπουν από την Ευρώπη οι Ντόνσιτς, οι Φουρνιέ, οι Μπογκντάνοβιτς, οι Μαρκάνεν, οι Σρέντερ, οι Βάγκνερ, οι Γιόκιτς και οι Ερνανγκόμεθ η ζωή είναι ωραία και στην Ευρωλίγκα. Για την ακρίβεια μόνο έτσι η ζωή είναι ωραία.
Αν ήταν περιφερειακός…
Κι ο Γιάννης; Ο Γιάννης είναι ένα δώρο Θεού: χωρίς αυτόν πέρσι η Εθνική μας έχασε από την Τσεχία με 25 πόντους – φέτος την κέρδισε. Το μόνο κακό είναι ότι Θεός ναι μεν μας λυπήθηκε και μας τον έδωσε, πλην όμως δεν μας τον έκανε περιφερειακό: αυτοί παίρνουν αυτά τα τουρνουά από τότε που υπάρχουν. Αν ήταν περιφερειακός ο Γιάννης θα ήταν καλύτερος από τον Ντόνσιτς, θα έβαζε 70 πόντους χθες και θα δικαιωνόταν όλο το ελληνικό μπάσκετ, ώστε να συνεχίσει να παράγει παίκτες που ματώνουν, που πέφτουν στις διαφημιστικές πινακίδες, που τρώνε σίδερα και άλλα πολλά. Και που είναι αλήθεια πως δίνουν την ψυχή τους, συγκινούν, πεθαίνουν κι ανασταίνονται – αν όχι όλοι, σίγουρα οι πιο φιλότιμοι. Κρίμα που δεν κερδίζουν ποτέ γιατί υπάρχουν κάποιοι άλλοι παίκτες, που δεν είναι περήφανα ελληνόπουλα αλλά απλά βάζουν τη μπάλα στο καλάθι.
Ας αφήσουμε στην άκρη τις φουστανέλες κι ας δούμε την πραγματικότητα. Μείναμε πίσω. Δεκατρία χρόνια τουλάχιστον….