Ας πούμε μερικά πράγματα για την πρόκριση του Ολυμπιακού για πρώτη φορά στην ιστορία του σε ημιτελικό ευρωπαϊκής διοργάνωσης τώρα που η ευφορία της πρόκρισης κόντρα στην Φενερμπαχτσέ έμεινε πίσω και η ερώτηση είναι πλέον τι μπορεί να κάνει με την Αστον Βίλα. Νομίζω πως το πρώτο συμπέρασμα που πρέπει να κρατήσουμε είναι πως το UEFA Conference League πρέπει να είναι πλέον ο νέος μεγάλος στόχος των ελληνικών ομάδων – εννοώ όσων σε αυτό συμμετέχουν. Όχι μόνο γιατί οι αντίπαλοι που μπορεί να βρουν σε αυτό είναι σε γενικές γραμμές στα μέτρα τους, αλλά κυρίως γιατί μπορεί να διακριθούν και σε χρονιές που δεν τα έχουν κάνει όλα σωστά. Όπως πχ ο Ολυμπιακός φέτος.
Οι παλιές επιτυχίες
Μέχρι τώρα η ευρωπαϊκή διάκριση μιας ελληνικής ομάδας ερχόταν ως επιβράβευση της γενικότερης προόδου της ή ως αποτέλεσμα του γεγονότος ότι σε αυτή υπήρχε μια στόχευση. Ο Παναθηναϊκός που παραμένει η μοναδική ελληνική ομάδα με συμμετοχή σε ευρωπαϊκό τελικό, σε αυτόν με τον Αγιαξ, ήταν ομάδα που είχε ωριμάσει κερδίζοντας το ελληνικό πρωτάθλημα και είχε χτιστεί γύρω από ένα παίκτη σύμβολό του, τον Μίμη Δομάζο. Είχε ομοιογένεια, Ελληνες παίκτες και κουβαλούσε αρκετή εμπειρία – αν όχι και ευρωπαϊκή. Ανάλογη ομάδα, με δέσιμο και παίκτες που έπαιξαν πολύ μαζί ήταν η ΑΕΚ των μεγάλων προκρίσεων στο κύπελλο UEFA χρόνια αργότερα. Ηταν άλλες εποχές ωστόσο και συγκρίσεις δεν μπορούν να γίνουν. Πιο εύκολες συγκρίσεις μπορεί να γίνουν με ομάδες που είχαν διακρίσεις μετά το 1990. Και σε αυτές τις περιπτώσεις ωστόσο η συνταγή επιτυχίας ήταν πάντα η ίδια: τα κατάφεραν ομάδες που εξαργύρωσαν στην Ευρώπη πολλά και καλά που έκαναν στο ελληνικό πρωτάθλημα αρχικά. Ο ΠΑΟ του Χουάν Ραμόν Ρότσα που έφτασε στον ημιτελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών με τον Αγιαξ ερχόταν από χρόνια καλής δουλειάς – αρχικά με τον Οσιμ. Κάτι ανάλογο συνέβη και με μετέπειτα ομάδες του ΠΑΟ στο Τσάμπιονς λιγκ: οι προκρίσεις και οι διακρίσεις είχαν να κάνουν πολύ με την ομοιογένεια και την στόχευση. Όχι τυχαία ο ΠΑΟ είχε Ελληνες παίκτες που έβλεπαν την Ευρώπη ως ευκαιρία: αρκετοί (ο Καραγκούνης, ο Μπασινάς, ο Φύσσας, ο Σεϊταρίδης κτλ) έγιναν το 2004 και πρωταθλητές Ευρώπης. Ο ίδιος ο Ολυμπιακός, όσες φορές έφτασε κοντά στο να κάνει ένα βήμα μπροστά στην Ευρώπης, έζησε την προσπάθεια της υπέρβασης με προπονητές όπως ο Μπάγεβιτς, ο Βαλβέρδε, ο Πέδρο Μαρτίνς που δούλεψαν για χρόνια στο σύλλογο, είχαν την δυνατότητα να κάνουν προγραμματισμό, εξέλιξαν τις ομάδες τους και τις είδαν συνολικά να προοδεύουν. Ολοι κέρδισαν πρωταθλήματα πολύ άνετα και μετά έδειξαν στην Ευρώπη την πρόοδό τους.
Άλλαξαν όλα δυο φορές
Αυτό που συμβαίνει φέτος με τον Ολυμπιακό είναι πρωτόγνωρο ακόμα και για το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο: δεν πρέπει να υπάρχει άλλη ομάδα στην ιστορία που να φτάνει σε ημιτελικό Ευρωπαϊκής διοργάνωσης έχοντας αλλάξει τρεις προπονητές και καμιά 25αριά παίκτες – παίκτες που παρεμπιπτόντως υπήρξαν και βασικοί στην διάρκεια της σεζόν. Ο Ολυμπιακός ξεκίνησε στα προκριματικά με βασικούς αμυντικούς τον Ρέτσο και τον Φρέιρε, συνέχισε με τον ήρωα κόντρα στην Γουέστ Χαμ Πορόζο, και πήρε την πρόκριση από την Φενέρ με τον Κάρμο και τον Ντόι. Είχε βασικό τον Πασχαλάκη και σήμερα ο ήρωάς του είναι ο Τζολάκης. Είχε στα χαφ τον Καμαρά, περίμενε πολλές βοήθειες από τους Ιμπόρα και Αλεξανδρόπουλο που αποκτήθηκαν για βασικοί (μην αναφερθώ στον Καρβάλιο…) και σήμερα υπάρχουν ο Τσικίνιο και ο Ορτα. Η μόνη γραμμή του που δεν άλλαξε πολύ είναι η επίθεση: και γιατί ο Ζέλσον Μαρτίνς έχει τα προβλήματα του και γιατί ο Ναβάρο ως μεταγραφή δεν βγήκε και γιατί ο Καμπράλ δεν έχει προσαρμοστεί. Αν σε όλα αυτά προσθέσεις και τις τακτικές του μεταμορφώσεις (οι τρεις προπονητές που είχε φέτος επιθυμούν να βλέπουν εντελώς διαφορετικό ποδόσφαιρο…), τις τιμωρίες του στην Ελλάδα (αλλά και στην Ευρώπη όπου υποχρεώθηκε να παίξει σε άδειο γήπεδο ένα ματς με την Τόπολα που του έδωσε εισιτήριο για το UEFA Conference League), τους καυγάδες του με την ΕΠΟ και την κυβέρνηση, η παρουσία του στα ημιτελικά ευρωπαϊκής διοργάνωσης είναι στα όρια του ανεξήγητου. Εν μέρει αυτό έχει να κάνει και με τον Ολυμπιακό, την λειτουργία του και τις δυνατότητές του: αν κάποια ομάδα κάνει όσα ο Ολυμπιακός φέτος, θα διαλυθεί γύρω στο Φεβρουάριο. Πολύ όμως έχει να κάνει και με την ίδια την διοργάνωση.
Το μαγιό χάπι
Ας τα δούμε και τα δύο. Ο Ολυμπιακός είναι μια μοναδική περίπτωση: όχι φέτος - ιστορικά. Η σχέση του με τον προγραμματισμό υπήρξε πάντα μικρή: οι ίδιοι οι οπαδοί του εκπαιδεύονται να ζουν και να περιμένουν μεταγραφές, οι πιο πολλοί θεωρούν τους προπονητές αναλώσιμους. Το σπουδαιότερο, όμως, είναι ότι συνήθως αρκούν στον κόσμο του δυο τρεις νίκες στη σειρά για να μεγαλώσουν απερίγραπτα πολύ τον ενθουσιασμό του – πόσο μάλλον νίκες ευρωπαϊκές. Ως ομάδα, που έχει κερδίσει στην χώρα της πολύ, ο Ολυμπιακός θεωρεί σχεδόν κάθε νίκη αποτέλεσμα αποκλειστικά της δικής του απόδοσης: οι άλλοι είναι σαν να μην υπάρχουν. Αυτό ιστορικά – και ειδικά στην Ευρώπη που οι λεπτομέρειες μετράνε – του έχει κάνει και κακό. Ωστόσο είναι σχεδόν πάντα η άμυνα του απέναντι σε οποιαδήποτε κακοτεχνία και οποιοδήποτε λάθος του: η νίκη είναι το μαγικό χάπι που γιατρεύει όλες τις ασθένειες.
Ετσι έχει συμβεί και φέτος. Μια άλλη ομάδα θα είχε πιθανότατα καταστραφεί από την μουρμούρα – που και στον Ολυμπιακό δεν λείπει. Αν μετριάζεται, είναι γιατί οι νίκες και οι ασταμάτητες βεβαιότητες, την σβήνουν. Δεν νομίζω πως θα υπήρχαν οπαδοί άλλης ομάδας που θα πίστευαν πως η ομάδα τους διεκδικεί το πρωτάθλημα με μια νίκη σε δέκα ντέρμπι: στον Ολυμπιακό το πιστεύουν οι πιο πολλοί – πάντα το πίστευαν. Διότι ξεκινάνε από το δεδομένο πως ο Ολυμπιακός σε κάθε αγωνιστική θα κερδίσει. Νομοτελειακά. Σαν να παίζει μόνος του.
Πως έγιναν όλα απλά
Η πίστη αυτή, που είναι κάτι πέρα από την λογική του ποδοσφαίρου, δυναμώνει όταν συνδυάζεται με κάποιον που να μοιάζει με προφήτης που θα πάει την ομάδα στην Γη της Επαγγελίας: αυτό είναι περισσότερο θεολογία και λιγότερο ποδόσφαιρο και για αυτό έχει εφαρμογή και σε άλλα τμήματα του Ολυμπιακού πχ στο μπάσκετ, αλλά και στο πόλο που έχει τις ευρωπαϊκές του επιτυχίες. Αρκεί ένας (ένας σπουδαίος παίκτης, ένας καλός προπονητής, ένας διοικητικός ηγέτης κτλ) όχι για να δημιουργήσει την βεβαιότητα πως όλα θα πάνε καλά (αυτή υπάρχει πάντα – στο DNA που λένε), αλλά για να δυναμώσει κι άλλο την πίστη. Στον Ολυμπιακό προέκυψε ο Μεντιλίμπαρ. Αμφιβάλω αν ο άνθρωπος είχε ποτέ του φανταστεί ότι θα βρεθεί κάπου που θα αντιμετωπίζεται ως θαυματοποιός: μετά το ματς με την Φενέρ είπε «να είναι καλά ο Τζολάκης» - δεν είπε τίποτα για θαύματα. Αλλά ο κόσμος του Ολυμπιακού – ίσως περισσότερο και από την ομάδα – τον είχε ανάγκη. Κι αφού βρέθηκε ο θαυματοποιός, έγιναν όλα απλά. Και η ανάγκη έγινε ιστορία.
Ποτέ χαμένος από χέρι
Σε αυτή την αναζήτηση νικών αρχικά και θαυμάτων στην συνέχεια (θαύμα δεν ήταν η πρόκριση με την Φενέρ, αλλά αυτή με την Μακάμπι), το UEFA Conference League αποδείχτηκε το καταλληλότερο σκηνικό. Κι αν όλα τα άλλα αφορούν αποκλειστικά τον Ολυμπιακό, η συγκεκριμένη διοργάνωση πρέπει να αφορά όλες τις ελληνικές ομάδες που σε αυτή θα αγωνίζονται προσεχώς. Ο ΠΑΟΚ, με τον προγραμματισμό του και χωρίς τα τρία τελευταία χρόνια να ξοδεύει του κόσμου τα χρήματα, έχει ήδη δυο παρουσίες σε προημιτελικούς: αν τις κάνει πέντε, θα παίξει ημιτελικό κι ίσως και τελικό: το λέει κάθε στατιστική. Η διοργάνωση είναι στα μέτρα των ελληνικών ομάδων εκ της σύστασής της. Σε κάποια πράγματα θυμίζει το πάλαι ποτέ κύπελλο κυπελλούχων στο οποίο σε μια από τις τελευταίες χρονιές της ύπαρξής του είχαμε μια μεγάλη πορεία ελληνικής ομάδας: της ΑΕΚ του Ντέμη Νικολαϊδη. Και στο UEFA Conference League, όπως και στο κάποτε Κύπελο Κυπελλούχων, παίρνει μέρος μια ομάδα από το καθένα από τα πέντε δυνατότερα πρωταθλήματα – ενώ στο Τσάμπιονς λιγκ πχ μπορεί να υπάρχουν από αυτά τα πρωταθλήματα πάνω από δεκαπέντε ομάδες. Η έδρα εδώ μετράει, αλλά και οι ανατροπές επιτρέπονται. Κυρίως δεν είσαι ποτέ χαμένος από χέρι – πράγμα που δεν μπορείς να το πεις αν βρίσκεσαι στις άλλες δύο διοργανώσεις, όπου πολλά καθορίζονται από την τύχη που έχεις ή δεν έχεις στις κληρώσεις. Λάθη παντού γίνονται: αυτά οφείλεις να τα περιορίσεις.
Ο Ολυμπιακός δεν δείχνει ακριβώς τον δρόμο, έχει τον δικό του δρόμο. Αλλα πρέπει σιγά σιγά όλοι να βάλουν στο μυαλό τους πως κάθε χρονιά χωρίς συμμετοχή ελληνικής ομάδας τουλάχιστον στα προημιτελικά του UEFA Conference League (μην πω και στους ημιτελικούς του…) είναι για το ελληνικό ποδόσφαιρο μια χαμένη χρονιά. Ασυγχώρητα χαμένη μάλιστα. Φυσικά στόχος πρέπει να είναι πάντα η συμμετοχή στο Τσάμπιονς λιγκ, τα πολλά του χρήματα που επιτρέπουν να ανεβείς επίπεδο – τέτοια φέρνει πλέον πολλά και το Γιουρόπα λιγκ. Αλλά όποιος αναρωτιέται τι μπορεί να κάνει ο Ολυμπιακός με την Αστον Βίλα, ξέρει πως αν δεν υπήρχε το UEFA Conference League, θα έπρεπε να το φτιάξουμε εμείς για τις ομάδες μας…