Σεργιάνι από την Κρήτη στην αθανασία

Σεργιάνι από την Κρήτη στην αθανασία


Τις τελευταίες μέρες, μετά την είδηση του θανάτου του Γιάννη Μαρκόπουλου, η μουσική του μοιάζει να έγινε ξαφνικά πάλι επίκαιρη: ακούγονται παντού τραγούδια του. Σκεφτόμουν πόσοι Ελληνες κάτω από τριάντα χρονών ξέρουν την μουσική αυτή – δυστυχώς νομίζω λίγοι. Ισως κάποιοι αποσπασματικά έχουν ακούσει κάποιες μελωδίες και κάποια τραγούδια – ο Μαρκόπουλος είχε μια εξαιρετική δεκαπενταετία στην οποία έγραψε τραγούδια που πέρασαν στο μεγάλο κοινό χωρίς να είναι ούτε ακριβώς λαϊκά, ούτε επιμελώς λαϊκότροπα, πριν πάρει δρόμους πιο δύσκολους κι αφοσιωθεί στην συμφωνική μουσική. Υπήρξε ένας από τους πιο στιβαρούς συνθέτες – για μένα ένα είδος θεμελιωτή του έντεχνου ελληνικού τραγουδιού, αν και είμαι σίγουρος πως δεν θα συμφωνούσε διότι δεν μου προκύπτει πως αυτό το είδος των διαχωρισμών τον ενδιέφερε.

Κρήτη και Αφροδίτες

Ο Μαρκόπουλος γεννήθηκε στην Κρήτη, συγκεκριμένα στο Ηράκλειο  στις 18 Μαρτίου του 1939. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στην Ιεράπετρα, στο ωδείο της οποίας έκανε τα πρώτα του μουσικά μαθήματα: αγάπησε τότε το βιολί, αλλά και τους ήχους της Κρήτης που έγιναν στην πορεία η βιβλιοθήκη της έμπνευσής του. Το 1956 συνέχισε τις σπουδές του στο Ωδείο Αθηνών και παράλληλα πέρασε στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, αλλά ήταν μουσική αυτή που τον είχε ήδη απορροφήσει. Νομίζει ότι τον σημάδεψε για πάντα η πρώτη του μεγάλη συνεργασία, αυτή με τον σκηνοθέτη και ξάδερφό του Νίκο Κούνδουρο για την ταινία του οποίου «Μικρές Αφροδίτες» έγραψε μουσική το 1963, κερδίζοντας βραβείο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Η επαγγελματική του αναγνώριση ήρθε με ένα σάουντρακ – με ένα έργο δηλαδή συμφωνικό που κατά κάποιο τρόπο του έδειξε το δρόμο. Φυσικά τσιμέντωσε και την σχέση του με το θέατρο και τον κινηματογράφο: αγαπούσε πολύ όλες τις δουλειές του με σκηνοθέτες – ίσως περισσότερο από αυτές με τους τραγουδιστές.

https://www.kathimerini.gr/wp-content/uploads/2023/06/3-8.jpg

Ελύτης, παράδοση και Μοσχολιού

Το 1967, ο ερχομός της Χούντας έγινε λόγος για να φύγει για το Λονδίνο, όπου ξεκίνησε να δουλεύει πολλά από τα μετέπειτα έργα του. Ο συνδυασμός Κρήτης και Λονδίνου, δηλαδή μιας ελληνικής μουσικής γλώσσας με μια ευρωπαϊκή φόρμα, ήταν η βάση της έμπνευσής του. Η γνωριμία του με τους μεγάλους ποιητές λειτούργησε επίσης σημαντικά. Η μελοποίηση του ποιήματος του Οδυσσέα Ελύτη ο «Ηλιος ο Πρώτος» θύμιζε καντάδα. Οι πειραματισμοί του με αφορμή το «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται», (μέρος του οποίου αποτελεί το περίφημο «Ζαβαρακατρανέμια»), και οι «Πυρρίχιοι χοροί Α, Β, Γ», παίχτηκαν από την ορχήστρα Concertante του Λονδίνου στο Queen Elizabeth Hall. Ο Μαρκόπουλος θα μπορούσε να μείνει στο Λονδίνο για πάντα αφού οι μουσικοί νεοτερισμοί του άρεσαν: η αύρα της μουσικής του είχε κάτι σπάνιο. Αλλά δεν μπορούσε να μείνει μακριά από την Ελλάδα και το 1969 επέστρεψε.

Όχι τυχαία τότε δημιούργησε το μουσικό κίνημα «Επιστροφή στις ρίζες», και μιλούσε για την ανάγκη ενός «σχεδιασμό του μέλλοντος, με στοιχεία από άφθαρτες πηγές της ζωντανής μας παράδοσης, σε συνδυασμό με επιλεγμένες σύγχρονες πληροφορίες τέχνης». Αποτέλεσμα αυτής της πρωτοβουλίας ήταν η ίδρυση της ορχήστρας Παλίντονος Αρμονία, όπου συναντήθηκαν έργα συμφωνικά με άλλα επηρεασμένα από τις δημοτικές μας παραδόσεις. Ο Μαρκόπουλος έγραψε μουσική ενώνοντας το κρητικό παρελθόν που κουβαλούσε, με ένα μέλλον ευρωπαϊκό και χρησιμοποιούσε συχνά ως έμπνευση ένα είδος προσωπικής  ενδοσκόπησης: σαν να ήθελε να πάρει τους ήχους της Κρήτης του και να τους πάει κάπου αλλού. Φυσικά δεν ήταν αυτή του η προσπάθεια ο λόγος της δημοφιλίας του: αυτή ήταν για μένα απλά η τέχνη και η υψηλή τεχνική της δουλειάς του.

Η δημοφιλία του οφείλεται σε τραγούδια μεγάλα και σε συνεργασίες με τραγουδιστές που νομίζεις πως πριν συνεργαστούν μαζί του χρειάστηκε από τον ίδιο να μεταπλαστούν. Συνεργάστηκαν μαζί του ο Νίκος Ξυλούρης και η Βίκυ Μοσχολιού, ο Γιώργος Νταλάρας, η Μαρία Φαραντούρη, η Χαρούλα Αλεξίου, ο Δημήτρης Μητροπάνος, ο Χαράλαμπος Γαργανουράκης, ο Λάκης Χαλκιάς και άλλοι πολλοί. Για όλους πιστεύω η εμπειρία της δουλειάς με τον Μαρκόπουλο ήταν κάτι μοναδικό. Οι ίδιες οι συνεργασίες του μαζί του το αποδεικνύουν: σχεδόν τίποτα από ό,τι έκαναν μαζί του δεν μοιάζει με τα προηγούμενα τους και ούτε με τα επόμενα.

https://www.newsit.gr/wp-content/uploads/2023/06/markopoulos-scaled.jpg

Ο χρόνος δεν θα το νικήσει

Ο Μαρκόπουλος ήταν αυστηρός και διάλεγε συνεργασίες με κριτήρια προσωπικά και δύσκολα. Το 1970 στο «Χρονικό» μας γνωρίζει τον νέο τότε στιχουργό Κώστα Γεωργουσόπουλου – οι ερμηνείες είναι του Νίκου Ξυλούρη. Ο Γεωργουσόπουλος θυμόταν σε μια συνέντευξή του ότι το «Χρονικό» γράφτηκε πριν τη δικτατορία, αλλά με κάποιο τρόπο την αφορούσε. Περιέγραφε επίσης ότι το βράδι της 20ής Απριλίου 1967 ο Μαρκόπουλος δοκίμαζε τα τραγούδια αυτά με τη Μαρία Φαραντούρη στο σπίτι του! Ακολούθησε η «Ιθαγένεια» το 1972, με τον ίδιο στιχουργό και τα περίφημα «Χίλια μύρια κύματα», το «Γεννήθηκα», τα «Χρόνια και τα χρόνια στον τροχό» και μετά η «Θητεία» σε στίχους Μάνου Ελευθερίου. Στην υπόλοιπη δισκογραφία του περιλαμβάνονται, εκτός άλλων, το «Ελεύθεροι πολιορκημένοι» (σε ποίηση Δ. Σολωμού), «Ο Στρατής ο Θαλασσινός ανάμεσα στους Αγάπανθους» (σε ποίηση Γιώργου Σεφέρη), οι «Μετανάστες» (του Γιώργου Σκούρτη). Στην σπουδαία αυτή περίοδο ο Μαρκόπουλος δίνει συναυλίες σε όλο τον κόσμο, και φθάνει να συνθέσει και μουσική για τη σειρά του BBC «Who pays the Ferryman?» στην οποία η φρεσκάδα του ήχου του είναι κάτι μοναδικό: το βασικό μουσικό θέμα είναι κάτι που ο χρόνος δεν θα το νικήσει ποτέ του.

Ο Ηλίας Κανέλης έγραψε στα Νέα πως «τα τελευταία χρόνια, όπως το παθαίνουν πολλοί συνθέτες, υποτίμησε την αξία των λαϊκών έργων του και προσπάθησε να επινοήσει έναν νέο καλλιτεχνικό εαυτό του στην περιοχή του «υψηλού». Ατυχος υπήρξε και με τις διασκευές της δουλειάς του: οι θεράποντες αυτού που σήμερα λέμε «έντεχνο τραγούδι» ουσιαστικά αδιαφόρησαν για το έργο του, απλώς προσπάθησαν να μεταγράψουν τους ρυθμούς του σε ηλεκτρική συσκευασία, αλλοιώνοντας ακόμα και τους στίχους. Ο θάνατός του επιτρέπει να ανασύρουμε τις στιβαρές μουσικές προτάσεις του, στην εποχή της μεταπολίτευσης, στην οποία η πνευματικότητα και η καλλιτεχνική συγκίνηση ήταν ακόμα αξίες διεκδικούμενες». Προσυπογράφω. Προσθέτοντας πως οι νεότεροι οφείλουν να κάνουν ένα δώρο στον εαυτό τους και να τον ανακαλύψουν. Το σεργιάνι στο κόσμο του είναι πάντα ενδιαφέρον. Και τα παραπονεμένα λόγια, λόγια που πάντα θα τραγουδάμε στην μνήμη του..