Πριν τον δεύτερο ιταλικό ημιτελικό του Τσάμπιονς λιγκ απαντούσα σε όσους με ρωτούσαν αν αυτός θα έχει λίγο σασπένς ότι αμφιβάλω πολύ. Το είχα γράψει και στην εφημερίδα. Η Μίλαν μου φαινόταν ομάδα που ολοκλήρωσε τα θαύματά στη Νάπολι. Η εντυπωσιακή εικόνα της Ιντερ στο πρώτο ματς δεν επέτρεπε προσδοκίες κανενός είδους θρίλερ διότι ήταν αποτέλεσμα όχι μια συγκυριακά καλής εμφάνισης αλλά μιας απόλυτης υπεροχής.
Ο σκληρός Μάλντίνι
Ο Πάολο Μαλντίνι, στο τέλος του χθεσινού ματς μιλώντας για το τι συνέβη στα δυο παιγνίδια δεν κρύφτηκε και από την δική του ευθύνη. Στην ανάλυσή του επισήμανε ότι η Ιντερ έφτασε στο διπλό ραντεβού σε καλύτερη κατάσταση, ότι έχει πολλές περισσότερες λύσεις και για αυτό κυρίως η Μίλαν χρειάζεται μεταγραφές και ότι οι εμπειρίες των παικτών της μέτρησαν καθοριστικά. Αυτό το τελευταίο φάνηκε κυρίως χθες: αν η Ιντερ έπαιξε στο πρώτο ματς για να κερδίσει, (και το έκανε πολύ καλά), χθες έπαιξε για να μην χάσει. Δεν το έκανε εξίσου καλά – κυρίως γιατί η σύνθεσή της στο πρώτο ημίχρονο δεν ήταν η καλύτερη για ένα ματς αναμονής. Αλλά όταν στην επανάληψη ο Σιμόνε Ιντζάγκι την βελτίωσε κάνοντας την πιο ορθολογική όχι μόνο δεν έχασε αλλά κέρδισε κιόλας. Το γκολ του Λαουτάρο Μαρτίνες μάλιστα δεν είναι προϊόν κάποιας αντεπίθεσης: η Ιντερ βάζει την μπάλα στην περιοχή κι έχει παίκτες που αν σε αυτή κινούνται είναι επικίνδυνοι.
Η Μίλαν είχε αυτή τη φορά τον Λεάο που μεταμορφώνει την επίθεσή της, αλλά αποδείχτηκε πως δεν ήταν αυτή το πρόβλημα. Στο πρώτο ματς, που η Ιντερ κέρδισε με 2-0, το μεγάλο πρόβλημα των Ροσονέρι δεν ήταν η επίθεση, (μολονότι σε αυτή φάνηκε η έλλειψη του σπουδαίου Πορτογάλου εξτρέμ) αλλά κυρίως η μεσαία γραμμή της. Ο Τονάλι, ο Κρούνιτς, ο Ντίαθ και ο Σαλιμάκερς έχασαν την μπάλα αδυνατώντας να ανταπεξέλθουν στο πρέσινγκ – μόνο ο Μπενάσερ γλύτωσε τις κατσάδες του Πιόλι γιατί χτύπησε κι έγινε αλλαγή νωρίς. Το ενδιαφέρον είναι ότι τότε η Ιντερ κυριάρχησε παίζοντας μάλιστα με τρεις παίκτες που θα μπορούσες να τους πεις και «δεκάρια»: ο Τσαλχάνογλου, ο Μικιταριάν, ο Λαουτάρο Μαρτίνεθ τέτοιοι είναι. Και τέτοιοι δεν είναι.
Πως παίζει με τρία δεκάρια
Μιλήσαμε πολύ φέτος στην Ελλάδα για «δεκάρια» και εξαιτίας του Ολυμπιακού και της επιμονής των προπονητών του να χρησιμοποιούν μαζί τον Φορτούνη, τον Χάμες, τον Μπιέλ ή τον Βαλμπουενά. Η περίπτωση της Ιντερ είναι μια ωραία απάντηση για το πώς μπορεί να συνυπάρξουν τέτοιου είδους παίκτες χωρίς μια ομάδα να υποφέρει στη μεσαία γραμμή κι όταν δεν έχει την μπάλα. Το μυστικό της συνύπαρξης είναι πρώτον η φυσική κατάσταση αυτών των παικτών (δηλαδή η δυνατότητα συμμετοχής τους στο ανασταλτικό κομμάτι του παιγνιδιού) και δεύτερον οι ξεκάθαρες αποστολές τους. Αυτό έχει η Ιντερ. Κι αυτό είναι κάτι που όταν μιλάμε για «δεκάρια» δηλαδή για παίκτες που θέλουν πολύ τη μπάλα στα πόδια κι απαιτούν ελευθερίες κίνησης δεν είναι κάτι συνηθισμένο.
Στην περίπτωση της Ιντερ για να συνυπάρξουν όλοι αυτοί και μάλιστα σε ένα σχήμα χωρίς αμυντικό χαφ έπρεπε να κάνουν πολύ συγκεκριμένα πράγματα γεγονός που συνέβη γιατί δεν μιλάμε για παίκτες που θέλουν συνέχεια την μπάλα στα πόδια και ψάχνουν δύσκολες πάσες και μαγικές ενέργειες. Ο Τσαλχάνογλου χρησιμοποιείται από τον Ιντζάγκι σαν πλέι μέικερ που ξεκινά μακριά από την περιοχή – όπως κάποτε ο Πίρλο. Στο χθεσινό ματς, στο δεύτερο ημίχρονο όταν είχε δίπλα του τον έμπειρο Μπρόζοβιτς, που μπήκε στη θέση του Μικιταριάν όταν αυτός τραυματίστηκε, ήταν ακόμα καλύτερος. Ο Μικιταριάν, που ήταν ο κορυφαίος της Ιντερ στο ματς που χτίστηκε η πρόκριση, είναι ένας υπέροχος κρυφός φορ. Από τους τρεις, πιο «δεκάρι» είναι ο Λαουτάρο Μαρτίνεθ που είναι ο πιο ελεύθερος κι ωραίος – παίζει όμως πιο πολύ σαν κυνηγός παρά ως επιτελικός. Για να συνυπάρξουν οι τρεις πρέπει να τρέχουν, αλλά και να κάνουν και κάποιες εκπτώσεις στο παιγνίδι τους: ο Τσαλχάνογλου πρέπει να παίζει πιο πίσω – να τρέχει σε χώρους που δεν έχει συνηθίσει. Ο Μικιταριάν πρέπει να μην κρατά τη μπάλα, αλλά και να κινείται πολύ χωρίς αυτή: στο ματς που η Ιντερ κερδίζει η απόδοσή του ήταν για σεμινάριο. Κι ο Λαουτάρο πρέπει να συμμετέχει στο πρέσινγκ ακόμα κι όταν αυτό δεν γίνεται ψηλά. Ο Ιντζάγκι προσπαθεί να τους κρατήσει και τους τρεις στον άξονα: κανείς τους δεν πρέπει να παριστάνει τον εξτρέμ πχ. Ο Τσαλχάνογλου πρέπει να κινείται πολύ μπροστά από την άμυνα και οι άλλοι δυο πίσω από το φορ, που δεν χρειάζεται κι αυτός να κρατάει πολύ τη μπάλα. Αλλά δεν είναι τόσο αυτά τα χαρακτηριστικά που τους κάνουν τους τρεις χρήσιμους: μετρά πολύ η ταχυδυναμικότητα τους, η προσήλωσή τους στο πλάνο και η όρεξή τους για συνεργασίες. Αυτά δηλαδή που από τη Μίλαν έλειψαν και στα δυο ματς.
Και μετρά και κάτι άλλο: τα τρία στόπερ που ο Ιντζάγκι χρησιμοποιεί. Η Ιντερ, που παίζει με πολλούς παίκτες χωρίς καθαρή θέση, και που δεν έχει εξτρέμ, και που καλύπτει τις πλάγιες γραμμές με δυο μόνο παίκτες (τον Ντι Μάρκο και τον Ντούμφρις) έχει τρεις στόπερ που κάνουν μια ωραία δύσκολη δουλειά καθώς ο ένας από τους δυο (συνήθως ο Μπαστόνι) πρέπει στη φάση που η ομάδα του έχει τη μπάλα να παίζει σαν κόφτης αυτός – δηλαδή να ανεβαίνει πολύ. Το παρατηρούσα και το διασκέδαζα: μετά το «ψευτοεννιάρι» έχουμε πλέον και το «ψευτοεξάρι» και ποιος ξέρει πόσους «ψεύτικους» θα δούμε ακόμα. Το κάνει κι ο Γκουαρντιόλα φυσικά με τον Στόουνς, αλλά κάπως διαφορετικά – και σιγά μην δεν το έκανε! Σε κάθε διαβολιά παραμένει πρωτοπόρος. Από την άλλη στην περίπτωση της Ιντερ το πράγμα είναι πιο απλό: αν θέλετε «δεκάρια», μοιάζει να λέει ο Ιντζάγκι, βρείτε στόπερ με τακτική παιδεία τουλάχιστον.
Ποτέ δεν ξέρεις
Όλα αυτά βέβαια δεν απασχολούν την Ιντερ: είναι παρατηρήσεις ουδέτερες. Την Ιντερ την απασχολεί πλέον το ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη. Πάει εκεί ως το απόλυτο αουτσάιντερ. Δεν είναι συνηθισμένη σε τελικούς και παρά το κατόρθωμα της παραμένει μια ομάδα με έντεκα ήττες στο πρωτάθλημα που πήρε μέρος – και που είτε παίζεις με τρία δεκάρια, είτε με τρία στόπερ, είτε όπως η Ιντερ και με τα δυο είναι πολλές, πάρα πολλές. Αλλά στην Πόλη θα δώσει σε είκοσι μέρες περίπου ένα και μόνο ματς. Κι αν σήμερα μοιάζει χωρίς πολλές ελπίδες, θυμηθείτε πόσες λιγότερες είχε για να παίξει στον τελικό όταν ξεκίνησε η σεζόν και ήταν με την Μπάρτσα και την Μπάγερν στον ίδιο όμιλο. Θέλω να πω πως ποτέ δεν ξέρεις…