Η νίκη της Μπαρτσελόνα με 4-0 στο κυριακάτικο Clasico εντυπωσίασε πολύ κόσμο σε όλη την Ευρώπη: ήδη έχουν αρχίσει να γίνονται συγκρίσεις της Μπαρτσελόνα με όλους αυτούς που φέτος εμφανίζονται κατώτεροι των προσδοκιών μολονότι έχουν ξοδέψει και πιο πολλά. Ο θρίαμβος αποδόθηκε φυσικά στον Τσάβι, τον κάποτε αρχηγό της Μπάρτσα που γύρισε στην Καταλονία για να σώσει την ομάδα από τον όλεθρο, όπως οι ήρωες των κόμικς. «Από τον Κρόιφ στον Τσάβι, δια μέσου του Γκουαρδιόλα» αυτή είναι η ιστορία της Μπάρτσα» διάβαζα χθες σε ένα κομμάτι της Εκιπ που εξηγούσε ότι στην Καταλονία το ωραίο ποδόσφαιρο είναι κάτι σαν οικογενειακή παράδοση και προκύπτει όταν και εφόσον στον πάγκο της ομάδας υπάρχει ένα μέλος της οικογένειας. «Ένας θρίαμβος σε ένα Clasico δεν φέρνει απαραίτητα την άνοιξη και είναι ακόμα πολύ νωρίς για να καταλάβουμε πώς θα εξελιχθεί αυτή η νέα Μπάρτσα, και τι και πότε θα μπορέσει να κερδίσει ξανά, αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Τσάβι σε 19 εβδομάδες δουλειάς έχει δώσει στην ομάδα ταυτότητα, εμπιστοσύνη και χαρακτήρα» έγραφαν οι εκστασιασμένοι Γάλλοι κάνοντας συγκρίσεις με την Παρί. «Ερχεται ο Τσαβισμός και θα είναι εντυπωσιακός» έγραφε η Γκαζέτα Ντε Λο Σπορτ κατηγορώντας την Γιουβέντους και την Ιντερ για «ποδοσφαιρική στασιμότητα». «Μόνο ένα παιδί μιας ομάδας, καταλαβαίνει τις ανάγκες της» έγραφε η ιταλική εφημερίδα. Κι έτσι μοιάζει να είναι. Αλλά μια στιγμή. Κι ο Κούμαν παιδί της οικογένειας δεν ήταν;
Παρέλαβε το τίποτα
Αναζητώντας μυστικά και ψέματα ας τα πάρουμε με τη σειρά γιατί η ιστορία έχει αληθινό ενδιαφέρον. Υπάρχει η εντύπωση πως στον Τσάβι έδωσαν ό,τι ήθελε και τον περιβάλανε στη Βαρκελώνη από την πρώτη στιγμή με εμπιστοσύνη γιατί είναι παιδί της ομάδας: δεν είναι όμως έτσι ακριβώς. Ο Τσάβι παρουσιάστηκε στο Καμπ Νου στις 8 του περασμένου Νοέμβρη. Παρέλαβε, είναι αλήθεια, το τίποτα. Στα τελευταία τέσσερα παιχνίδια της La Liga, η Μπάρτσα είχε τα εξής υπέροχα αποτελέσματα: ήττα εντός έδρας από τη Ρεάλ, ήττα στη συνέχεια στη Μαδρίτη από τη Ράγιο και δυο ισοπαλίες με την Αλαβές (1-1) και τη Θέλτα – η τελευταία είχε μετατρέψει το σε βάρος της 3-0 σε 3-3. Η Μπάρτσα είχε κάνει δύο βαθμούς στους διαθέσιμους δώδεκα, ήταν ένατη (στο -9 από τη Ρεάλ Σοσιεδάδ με ένα παιχνίδι λιγότερο), και στο -8 από τη Ρεαλ με την οποία είχε τα ίδια παιχνίδια. Όμως το πιο μεγάλο κακό δεν ήταν η βαθμολογία της: ήταν ότι δεν ήταν ξεκάθαρο τι έπαιζε. «Βarca es lo que hay», είχε πει πολλές φορές ο Ρόναλντ Κούμαν, σηκώνοντας τα χέρια ψηλά: σε απλά ελληνικά σημαίνει «αυτό είμαστε τώρα και δεν μπορούμε να κάνουμε περισσότερα».
Λύση ανάγκης
Το πρώτο που έκανε ο Τσάβι επιστρέφοντας είναι να τα βάλει ανοιχτά με αυτή την απαισιοδοξία που δημιουργούσε ένα γενικότερο αρνητισμό. «Οποιους ποδοσφαιριστές και να έχει η Μπαρτσελόνα, είναι οι καλύτεροι γιατί φοράνε τη φανέλα της και γιατί άλλους δεν έχει» είπε στην παρουσίαση του και στρώθηκε στη δουλειά. Κι αν νομίζετε ότι όλα του ήταν εύκολα γιατί ήταν ο πρώην αρχηγός της ομάδας, κάνετε λάθος: υπήρξε φυσικά λαϊκός ενθουσιασμός για την επιστροφή του, αλλά υπήρξε κι ένας διοικητικός σκεπτικισμός χωρίς προηγούμενο. Διότι ο Τσάβι ήταν λύση ανάγκης.
Από τις αμφιβολίες στις αγκαλιές
Στην Ισπανία λένε πως ο πρόεδρος Χουάν Λαπόρτα, «τον αγκάλιασε όχι σαν παιδί της ομάδας, αλλά σαν άσωτο γιο»: ήταν ο τελευταίος που πείστηκε για την ανάγκη της επιστροφής του. Στα μέσα του Οκτώβρη, λίγες δηλαδή εβδομάδες πριν από αυτή, ο Λαπόρτα είχε πει δημόσια ότι «ο Τσάβι δεν έχει αρκετή εμπειρία για να προπονήσει την Μπαρτσελόνα». Το βράδυ της περασμένης Κυριακής ο Λαπόρτα στο τέλος του αγώνα κατέβηκε στον αγωνιστικό χώρο του Μπερναμπέου για να βγάλει selfie με τον Τσάβι. Το όποιο παρελθόν θάφτηκε χάρη στο 4-0: έτσι συμβαίνει. Σήμερα πιθανότατα κανείς δεν θυμάται ότι ο πρόεδρος κατηγόρησε τον σημερινό προπονητή της Μπάρτσα, πριν τον προσλάβει για υπερβολικό δέσιμο με τον Βίκτορ Φοντ, τον πιο επικίνδυνο αντίπαλό του κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας. Και κανείς δεν θέλει να θυμάται ότι μόνο όταν βρέθηκε με την πλάτη στον τοίχο και χωρίς εναλλακτικές προσέλαβε τον Τσάβι. Τον οποίο την Κυριακή αγκάλιαζε γιατί έτσι είναι το ποδόσφαιρο. Γιατί τα αναφέρω αυτά; Για να γίνει σαφές πως ο Τσάβι και πίεση είχε και με ερωτηματικά τον υποδέχτηκαν: δεν πανηγύρισαν οι πάντες την πρόσληψή του.
Ενας καλός τεχνικός διευθυντής
Για να είμαστε δίκαιοι με την πραγματικότητα για ένα πρόεδρο που είχε τις αναστολές του υπήρχε ένα τεχνικός διευθυντής που στον Τσάβι πίστεψε αμέσως: ο Ματέου Αλεμάνι στις μεταγραφές του Ιανουαρίου φρόντισε να δώσει στον προπονητή αυτό που ζητούσε. Ηρθε ο Ντάνι Αλβες κι αν πολλοί δεν κατάλαβαν την επιλογή ο Τσάβι τον ήθελε για να φέρει εμπειρία, και leadership - η γνώση του συλλόγου ήταν δεδομένη. Ηρθε ο Φεράν Τόρες, κυνηγός κινητικότατος και απαραίτητος για το παιχνίδι που είχε στο μυαλό του ο προπονητής. Ηρθε ο Αντάμα Τραορέ, δύσκολος στο γκολ αλλά με ταχύτητα και ντρίμπλα που έχουν λίγοι. Και ήρθε κι ο Πιερ Έμερικ Ομπαμεγιάνγκ, ένας καθαρόαιμος σέντερ φορ που έψαχνε, όπως και η Μπαρτσελόνα, τη χαμένη χαρά του ποδοσφαίρου. Μέσα στο χαμό έγινε και κάτι ακόμα που μεταγραφή δεν το λες, αλλά σαν τέτοια μοιάζει: ο Λαπόρτα επέτρεψε στον Τσάβι να κρατήσει τον Ουσμάν Ντεμπελέ, στον οποίο είχε βάλει πωλητήριο ψάχνοντας αγοραστή. Ο Ντεμπελέ, που τον αποκαλούν «το κουνούπι» όταν θέλει να παίξει είναι από τα καλύτερα εξτρέμ στον κόσμο. Ο Τσάβι του εξήγησε τι ήθελε, όπως και σε όλους. Τα αναφέρω αυτά για να γίνει κατανοητό κάτι απλό: ότι ενώ κυριολεκτικά όλος ο κόσμος θεωρούσε πως το μεγάλο πρόβλημα της Μπαρτσελόνα είναι η άμυνά της ο Τσάβι άλλαξε τον Ιανουάριο όλη τη γραμμή της επίθεσής της! Γιατί γνωρίζει κάτι απλό: πως στο μοντέρνο ποδόσφαιρο αν δεν βάζεις γκολ, δεν έχεις καμία τύχη.
Όταν έχουμε να κάνουμε με αληθινά μεγάλες ομάδες το μόνο που εξασφαλίζει ηρεμία και πρόοδο είναι η ικανοποίηση του κοινού: κι αυτή έρχεται μόνο χάρη στο επιθετικό και παραγωγικό ποδόσφαιρο: αυτό είναι το Εν τούτω Νίκα του Τσάβι. Ο Κούμαν πχ ονειρευόταν νίκες: έμεινε με τα όνειρα. Αλλά και να τις έβρισκε, δεν θα του δίνανε τίποτα πιο πολύ από λίγους μήνες παραμονής: στο «παίζω τόσο όσο χρειάζεται για να κερδίζω», άλλοι στην Ισπανία είναι καλύτεροι.
Είχε αποτύχει παταγωδώς
Με όρους ελληνικού ποδοσφαίρου (κι όχι μόνο…) ο Τσάβι ένα μήνα μετά την επιστροφή του είχε αποτύχει παταγωδώς. Ο αποκλεισμός της Μπάρτσα στο Τσάμπιονς λιγκ ήταν σοκαριστικός. Οι ήττες στο Σούπερ Καπ Ισπανίας (στον ημιτελικό από τη Ρεάλ Μαδρίτης) και στο Κόπα ντελ Ρέι (από την Αθλέτικ Μπιλμπάο) στοίχισαν δυο τίτλους που όλοι ήθελαν. Το ξεκίνημα του Τσάβι στην Μπαρτσελόνα είχε περισσότερες καταστροφές από θριάμβους: μετά από ένα μήνα στο πρωτάθλημα έμεινε δώδεκα βαθμούς πίσω από τη Ρεάλ – η ομάδα του είχε το δίμηνο Νοέμβρη - Δεκέβρη χειρότερα αποτελέσματα από αυτά που είχε με τον Κούμαν Σεπτέβρη - Οκτώβρη. Αλλά ο ίδιος είχε ένα σκοπό: ήξερε τι ποδόσφαιρο θέλει να παίξει η ομάδα του και ποιο ποδόσφαιρο αγαπάει ο κόσμος της. Κι όταν κάτι το θες, μπορείς να το πετύχεις: όχι χωρίς κόστος, διότι τίποτα δεν είναι απλό, αλλά σίγουρα με επιμονή, δουλειά, πίστη. Εστω και ποντάροντας σε δυο τρεις τρελούς: Ομπαμεγιάνγκ, Ντεμπελέ, Τραορέ δεν είναι τα πιο εύκολα παιδιά. Αλλά έχουν δυνατότητες. Κι ανάγκη να φτιάξουν καριέρες.
Η Μπάρτσα 132 μέρες μετά την επιστροφή του Τσάβι διέλυσε την σίγουρη πρωταθλήτρια Ρεάλ Μαδρίτης που της είχε πάρει τον αέρα. Μπορεί να κερδίσει το Γιουρόπα λιγκ (είναι ο τελευταίος τίτλος που διεκδικεί...) και μπορεί και όχι. Αυτό που έχει σημασία, όταν μιλάμε για τη Μπαρτσελόνα, είναι ότι ξαναβρήκε την ταυτότητα της: παίζει πάλι για να διασκεδάσει τον κόσμο της και παίζει ένα ποδόσφαιρο που στη Βαρκελώνη πιστεύουν πως είναι το μόνο που αληθινά αξίζει να αγαπάς. Να πω ότι τα καλύτερα έρχονται; Δεν χρειάζεται. Θα τα δούμε όλοι γρήγορα…