Το κεφάλι στην άμμο

Το κεφάλι στην άμμο


Μέσα στα πολλά που άκουσα το Σαββατοκύριακο άκουσα και τον πρωθυπουργό να υποστηρίζει σε μια συνέντευξη σε ραδιόφωνο στα Γρεβενά ότι επί των ημερών έχουν γίνει στο ποδόσφαιρο βήματα μπροστά καθώς ανέβηκε η ποιότητα και έγινε εξυγίανση στη διαιτησία. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ζει στο ροζ συννεφάκι του, όπως όλοι οι πρωθυπουργοί που πρέπει να κάνουν ένα προεκλογικό αγώνα και να διηγηθούν κατορθώματα και επιτυχίες του καιρού της διακυβέρνησής τους: είναι λογικό. Αλλά ας αφήσει τις αναφορές στο ποδόσφαιρο. Γιατί δεν υπάρχει κυβέρνηση που να έχει κάνει λιγότερα για το επαγγελματικό ποδόσφαιρο από τη δική του.

Μόνο ελέγχους

Τι πρέπει να κάνει μια κυβέρνηση για το ποδόσφαιρο; Κατά τη γνώμη μου, ούτε με την διοίκησή του πρέπει να ανακατεύεται, ούτε με την χρηματοδότησή του. Αν θέλει να διοικεί το ποδόσφαιρο πρέπει να βγάλει την ΕΠΟ από τις διεθνείς συνομοσπονδίες, που τις παρεμβάσεις δεν τις ενθαρρύνουν - και λογικά πράττουν. Οσο για την χρηματοδότηση του επαγγελματικού ποδοσφαίρου αυτή είναι από κάθε άποψη απαράδεκτη: μιλάμε για εταιρίες που διοικούνται από μεγαλομετόχους κι όχι για φιλανθρωπικούς οργανισμούς. Αντε να δεχτώ από μια κυβέρνηση να διευκολύνει μια ομάδα να αποκτήσει ένα γήπεδο – κατανοώ και τις όποιες φορολογικές ρυθμίσεις, αλλά και τις χρηματοδοτήσεις από τη φορολογία των στοιχηματικών εταιριών κτλ: το «λεφτά φέρνεις, λεφτά παίρνεις» το δέχομαι. Αλλά όλα τα υπόλοιπα είναι σκανδαλώδη: δεν έχει καμιά δουλειά μια κυβέρνηση να αλλάζει νόμους νυχτιάτικα για να μην κινδυνέψουν ομάδες, να γίνεται εθνικός χορηγός ποδοσφαιρικών ΠΑΕ μέσω της ΕΡΤ, να ξοδεύει του κόσμου τα λεφτά για την ασφάλεια των γηπέδων, να δημιουργεί ειδικούς φορολογικούς συντελεστές για εταιρίες που κάνουν μεταγραφές εκατομμυρίων. Αντιθέτως μια κυβέρνηση έχει μια και μόνη σοβαρή αποστολή: να ελέγχει το πλαίσιο της νομιμότητας εντός του οποίου όλα λειτουργούν, να είναι αμείλικτη στα θέματα πάταξης της βίας, να μην επιτρέπει υποψίες και σκιές χάρη στη δουλειά των λειτουργών της και κυρίως να μην αφήνει περιθώρια να γίνεται ο χώρος του ποδοσφαίρου η Ντίσνεϋλαντ, της ανομίας και της διαφθοράς. Αυτό δηλαδή που συνέβη με αυτή την κυβέρνηση.

https://www.tovima.gr/wp-content/uploads/2021/01/27/zago.jpeg

Ολοι κάτι προσπάθησαν

Από το 1995 μέχρι να ρθει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, όλες οι κυβερνήσεις  προσπάθησαν τουλάχιστον να δείξουν ότι στο ποδόσφαιρο δεν φοβούνται να κάνουν πράγματα: είναι και ωραία βιτρίνα. Ο Γιώργος Φλωρίδης, ως Υφυπουργός Αθλητισμού, στα χρόνια του Κώστα Σημίτη διέλυσε ένα ολόκληρο σύστημα και θα είχε κάνει και πιο πολλά αν δεν τον φρέναραν. Στα χρόνια που ήταν Υπουργός Πολιτισμού ο Ευάγγελος Βενιζέλος έγινε η Επιτροπή Επαγγελματικού Αθλητισμού και μπήκε μια κάποια τάξη στο σύστημα αδειοδότησης των ΠΑΕ. Στις κυβερνήσεις του Κώστα Καραμανλή υπήρχε  μια κάποια προσοχή για τον περιορισμό της διαφθοράς και της βίας. Τον καιρό που ήταν Υπουργός ο Γιώργος Βουλγαράκης μπήκε τέλος στις μετακινήσεις των οπαδών. Ο Γιώργος Ορφανός, παρόλο που η κατάκτηση του Euro του 2004 είχε γίνει κάτι σαν αδιάτρητη πανοπλία της εγχώριας διαφθοράς, έκοψε τα χρήματα της ΕΠΟ και συγκρούστηκε με τους νταβατζήδες εκείνης της εποχής και με προσωπικό κόστος. Στα δύσκολα χρόνια της οικονομικής κρίσης, που ακολούθησαν, παρόλο που η χώρα είχε προβλήματα μεγαλύτερα, έγιναν δυο τουλάχιστον εισαγγελικές έρευνες που έστειλαν κόσμο στα δικαστήρια. Ηταν μονομερείς, έγιναν με λάθος τρόπο, στηρίχθηκαν σε αστειότητες, αλλά έγιναν – κι είχαν κι αποτέλεσμα να φύγουν αρκετοί που είχαν προκαλέσει με τη στάση τους: κι απλά ανίκανοι να ήταν, και να μην ήταν λαμόγια, το ότι μας άδειασαν τη γωνιά δεν έκανε και τόσο κακό. Επι Σταύρου Κοντονή οι παρεμβάσεις του κράτους ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο: ήταν άκομψες και άτσαλες - πολλές ήταν και εντελώς αδικαιολόγητες καθώς υπαγορεύτηκαν από διάφορους φανατισμούς της κυβέρνησης της οποίας ο Κοντονής υπήρξε στέλεχος. Αλλά είναι πάντα χρησιμότερο να κάνεις κάτι από το να μην κάνεις απολύτως τίποτα, όπως ο Μητσοτάκης και η ωραία παρέα του.

Η συντήρηση της διαφθοράς

Αν κάποιος κάτι κάνει, δέχεται κριτική, «τρίβεται», μαθαίνει. Αν κάποιος δεν κάνει τίποτα, απλά συντηρεί συστήματα διαφθοράς που μάλιστα γνωρίζει πολύ καλά ότι υπάρχουν. Γιατί αυτό είναι στην περίπτωση αυτής της κυβέρνησης το εντυπωσιακό: οι άνθρωποι που την αποτελούν και που με τα θέματα του ποδοσφαίρου έχουν ασχοληθεί γνωρίζουν τα πάντα – κι όχι μόνο για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Ο Γιώργος Γεραπετρίτης πχ είναι συνεργάτης της UEFA στην δικαστική της διαμάχη με την πάλαι ποτέ Σουπερλίγκα κι έχει συζητήσει με τους ανθρώπους της για το ελληνικό πρόβλημα όσο κανείς πολιτικός. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός έχει απόλυτη γνώση του τι συμβαίνει στο ελληνικό ποδόσφαιρο, στον τρόπο της διοίκησής του και στο πως πολλά μεθοδεύονται: γι’ αυτό υπέγραψε κάποτε το μνημόνιο συνεργασίας με την FIFA/UEFA και γι’ αυτό έφερε ο ίδιος προσωπικά τον Θοδωρή Ζαγοράκη από τις Βρυξέλες για να τον κάνει  πρόεδρο της ΕΠΟ. Εχει επίσης απόλυτη γνώση του προβλήματος της οπαδικής βίας και ήθελε να ρθει κάποτε για αυτό να μιλήσει και στο ραδιόφωνο. Αλλά πέρα από λόγια δεν υπάρχει στη διακυβέρνησή του απολύτως τίποτα. Τον Ζαγοράκη τον εξευτέλισαν γιατί έμεινε μόνος. Το μνημόνιο το πέταξαν στα σκουπίδια. Τα μέτρα για την οπαδική βία ανάθεμα κι αν εφαρμόστηκαν. Κάπως έτσι ο Μητσοτάκης φτάνει στο να βλέπει μια πρόοδο που δεν υπάρχει πουθενά: του συμβαίνει γιατί απλά σαν την στρουθοκάμηλο βάζει το κεφάλι του μέσα στην άμμο.

https://www.thepresident.gr/wp-content/uploads/aygenakis.jpg

Η πρόοδος του τίποτα

Που είναι η πρόοδος; Οι ελληνικές ομάδες στην Ευρώπη είχαν φέτος τα χειρότερα αποτελέσματα της ιστορίας. Η Εθνική δεν πηγαίνει στα τελικά διοργάνωσης από το 2014. Η Σουπερλίγκ2 έχει σταματήσει γιατί ένα τσούρμο απατεώνες, κατά τον Υφυπουργός της Κυβέρνησης Λευτέρη Αυγενάκη, καταστρέφουν το σπορ – αντί μάλιστα να τους στείλει στον εισαγγελέα θέλει να τους δώσει και λεφτά και μάλιστα τσακώνεται μαζί τους γιατί του ζητάνε περισσότερα! Μάλλον στο όνομα της προόδου κι αυτοί.

Τι βλέπει ο Μητσοτάκης ως πρόοδο; Το ανταγωνιστικό, λέει, πρωτάθλημα. Μα αν αυτό είναι πρόοδος, τότε ας φτιάξει ένα νόμο που να επιτρέπει να το στήνουν κάθε χρόνο: να λέει ο νόμος πχ ότι αν κάποιος είναι καλός και ξεφεύγει από τους υπόλοιπους, πρέπει χειρουργικά να του αφαιρούν βαθμούς στο όνομα της ανταγωνιστικότητας. Αν πρόοδος σημαίνει να ξέρεις ποιος θα βγει πρωταθλητής (ακόμα και στη Σουπερλιγκ2…), αλλά αυτός να κερδίζει το πρωτάθλημα στα play off πχ, ας δώσει και μπόνους επιπλέον από το Στοίχημα: όλος αυτός ο ανταγωνισμός αυγατίζει και τα κέρδη των στοιχηματικών εταιριών σε τελική ανάλυση.

Φυσικά ο Μητσοτάκης μπορεί να λέει ό,τι θέλει για ένα λόγο: διότι δεν έχει τον παραμικρό αντίλογο. Οσο φοβισμένος, άτολμος, ανήμπορος και ανεκτικός είναι αυτός (ανεκτικός σε σημείο να επιτρέπει σε μεγαλοπαράγοντες να αμφισβητούν ευθέως αποφάσεις τακτικών δικαστών με επιθέσεις στους υπουργούς του), άλλο τόσο είναι και το σύνολο των κομμάτων της αντιπολίτευσης που είτε αεροβατούν, είτε έχουν κι αυτά τόσες εξαρτήσεις που δεν λένε κουβέντα. Ποιος τόλμησε να ρωτήσει πχ ποιοι με το Pretandor παρακολουθούσαν τον Θόδωρο Καρυπίδη, λες και είναι ο σκοτεινός άρχοντας του ελληνικού παρασκηνίου; Ποιος τολμάει να ρωτήσει γιατί ο νόμος για την οπαδική βία έμεινε στα χαρτιά; Ποιος τολμάει να επισημάνει έστω πως οι χρηματοδοτήσεις ΠΑΕ σε μια χώρα που λείπουν χρήματα από την δημόσια υγεία είναι ντροπή; Κανείς απολύτως δεν το κάνει. Κάποτε ο πολιτικός μας κόσμος φοβόταν τις ερωτήσεις. Τώρα φοβάται και τις απαντήσεις.

Ας το πει στον εξομολογητή του

Από το Μητσοτάκη θα εκτιμούσα το να τολμούσε να εξηγούσε γιατί στο ελληνικό ποδόσφαιρο δεν έκανε τίποτα, γιατί κάθε φορά που κάτι τόλμησε έσπασε τα μούτρα του και γιατί τέσσερα χρόνια διακυβέρνησής τα πέρασε ψάχνοντας το κόλπο που θα του επέτρεπε να πατάει σε δυο (μην πως σε τέσσερις…) βάρκες. Οσο για το γεγονός ότι σε κάθε τοποθέτησή του επαναλαμβάνει ότι είναι Ολυμπιακός, ας του πει κάποιος πως ουδένα ενδιαφέρει και κανείς δεν θα τον ψηφίσει για αυτό: τζάμπα το λέει. Ακούγεται μάλιστα όταν το λέει, σαν να λέει «κι εγώ Ολυμπιακός είμαι, αλλά δεν μπορώ να κάνω τίποτα, έχω ένα σωρό υποχρεώσεις».  

Αν υποφέρει τόσο, ας το πει σε κανένα εξομολογητή. Για συγχώρεση…