Μέρες τώρα μου έρχονται μηνύματα και mail από αναγνώστες φίλους του ΠΑΟ για το θέμα του προπονητή της ομάδας. Αρχικά με τα ρωτούσαν για τον Μαουρίτσιο Σάρι, αλλά εδώ και δυο μέρες με ρωτάνε για την επιλογή του Ντιέγκο Αλόνσο δηλώνοντας μάλιστα πως δεν είναι ενθουσιασμένοι. Πολλοί τον συγκρίνουν με τον Μαουρίτσιο Σάρι και μου γράφουν πως δεν τους φαίνεται προπονητής από «το πάνω ράφι» – την έκφραση την χρησιμοποιούν όλοι τόσο πολύ που με κάνει να γελάω. Χρωστάω μια απάντηση σε όλους.
Καλή γνώση της ομάδας
Ας τα πάρουμε με τη σειρά. Οπως σε κάθε επιλογή, έτσι και η επιλογή ενός προπονητή επιτρέπει συζητήσεις: αν θες να βρεις επιχειρήματα για να την υπερασπιστείς θα βρεις κι αν θες να βρεις επιχειρήματα για να την απορρίψεις πάλι θα βρεις – ισχύει για όλους τους προπονητές. Ας περιοριστούμε όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση. Ο Ντιέγκο Αλόνσο δεν έχει ξαναδουλέψει στην Ελλάδα. Οταν μια ομάδα την αναλαμβάνει ένας προπονητής που δεν έχει δουλέψει στην Ελλάδα, πρέπει πρώτα από όλα να περιμένουμε να δούμε την ικανότητα του στην προσαρμογή. Ο Αλόνσο στην παρουσίασή του έδειξε, αν μη τι άλλο, μια καλή γνώση του ΠΑΟ. «Γνωρίζω την κατάσταση του συλλόγου, και ακριβώς ένας από τους λόγους για να δεχτώ την πρόταση είναι το γεγονός ότι μία τόσο μεγάλη ομάδα όπως ο Παναθηναϊκός έχει 14 χρόνια να πάρει το πρωτάθλημα. Αυτό δεν είναι πρόβλημα για μένα, αλλά στόχος, είμαι πάντα εκ φύσης αισιόδοξος. Εκεί που ο κόσμος βλέπει πρόβλημα εγώ βλέπω λύση» είπε.
Πολλά και καλά, αλλά…
Πολύ συχνά για τους προπονητές που δεν κουβαλάνε μύθους τους υποδεχόμαστε με κάποια προκατάληψη. Και η προκατάληψη είναι πάντα κάτι κακό. Στην περίπτωση του Αλόνσο πρέπει να πω ότι σε γενικές γραμμές στο βιογραφικό τους υπάρχουν πολλά και καλά προηγούμενα, που κάποιος μπορεί να επικαλείται: έχει κάνει πρωταθλητισμό στο Μεξικό, έχει φτάσει να δουλέψει ως ομοσπονδιακός στην Εθνική Ουρουγουάης, έχει γράψει παρουσίες στο ισπανικό πρωτάθλημα. Όμως αν αύριο τα αποτελέσματα δεν είναι τα καλύτερα, είναι πανεύκολο να ακούσεις και ότι «στην Ευρώπη δεν έχει κάνει πρωταθλητισμό», ότι «είναι μέγεθος κατώτερο από τον Σάρι», ότι είναι «ένα ακόμα στοίχημα» κτλ κτλ. Όλα αυτά είναι άδικα γιατί λέγονται εύκολα. Αλλά και γιατί στηρίζονται στο ότι ο προπονητής δεν προκαλεί το είδος της φαντασίωσης που συχνά καλοκαιριάτικα ο οπαδός αναζητάει. Αλλά αλίμονο αν μια ποδοσφαιρική εταιρία φτάσει να διαλέγει προπονητές με βάση την ανάγκη των οπαδών για φαντασιώσεις.
Μάγοι με ραβδάκια
Ο Αλόνσο μας είναι σχετικά άγνωστος. Είναι, όμως, κακό να είναι άγνωστος ο προπονητής; Αν το δούμε από την πλευρά του οπαδού ίσως ναι: στον οπαδό αρέσει να πιστεύει σε «μάγους με μαγικά ραβδάκια κτλ» και να στηρίζει τις απόψεις του σε βιογραφικά που είναι εύκολο να διαβάσει στο internet. Αλλά την επιτυχία ενός προπονητή δεν την φέρνουν τα βιογραφικά. Ο Αλμέιδα όταν ήρθε στην ΑΕΚ δεν είχε ποτέ προηγουμένως δουλέψει στην Ευρώπη. Ο Λουτσέκου είχε κάνει καλά πράγματα στην Ξάνθη, όχι στην Ρεάλ Μαδρίτης και στον ΠΑΟΚ τα πήγε μια χαρά. Φυσικά δεν τα κατάφεραν κι αρκετοί που τα βιογραφικά τους δεν ήταν εντυπωσιακά. Αλλά ο Αλόνσο δεν είναι ο Πογιάτος: αν δεις τι έχει κάνει διακρίνεις πρώτα από όλα ότι δουλεύει συνεχώς κι αυτό είναι το καλύτερο σημάδι. Γενικά το αν θα βγει ή δεν θα βγει ένας προπονητής είναι δύσκολο να το προβλέψεις. Στον ΠΑΟ τα κατάφερε κάποτε ο Γιτζάκ Σουμ, γιατί ο Γιάννης Βαρδινογιάννης τον στήριξε προσωπικά, κι απέτυχαν ο Τόμισλαβ Ιβιτς και ο Χενκ Τεν Κάτε, γιατί όλοι οι διοικούντες γρήγορα πήραν αποστάσεις από αυτούς. Στην ΑΕΚ κέρδισε το πρωτάθλημα ο Χιμένεθ, που η ίδια η ΑΕΚ απέλυσε τρεις φορές! Στον Ολυμπιακό ο Μεντιλίμπαρ κέρδισε ευρωπαϊκό τρόπαιο, ενώ είχε μήνες άνεργος. Το βασικό, πρώτα από όλα είναι ο προπονητής να είναι συνεννοήσιμος άνθρωπος. Στην παρουσίαση του ο Αλόνσο τέτοιος μου φάνηκε. Ηταν ενημερωμένος, ευθύς, απάντησε και ποιο σύστημα του αρέσει. Βέβαια δεν απέφυγε να μιλήσει για την ανάγκη κατάκτησης του πρωταθλήματος. Κι αυτό είναι μια παγίδα: διότι πριν από την κατάκτηση ενός τίτλου υπάρχει η ανάγκη της δημιουργίας μιας ομάδας που αυτόν μπορεί να τον κατακτήσει. Ο ΠΑΟ είναι σε μια περίεργη κατάσταση: νομίζεις πως είναι στη μέση ενός κύκλου ενώ δεν είναι ακριβώς έτσι. Ο Αλόνσο το ξέρει – είπε πχ πως γνωρίζει πως δεν έχει καθόλου χρόνο γιατί υπάρχουν και καλοκαιρινά προκριματικά, αλλά χωρίς χρόνο θα πρέπει να κάνει θαύματα και να είναι και τυχερός. Θυμίζω ότι ο Γιοβάνοβιτς την χρονιά που ήρθε δεν είχε κερδίσει εκτός έδρας ματς μέχρι τον Φεβρουάριο στο πρωτάθλημα και ότι την δεύτερη χρονιά, όταν έλεγε ότι ο ΠΑΟ ήταν πλέον έτοιμος αποκλείστηκε στην Ευρώπη μένοντας χωρίς νίκη σε δυο ματς κι ενώ δούλευε στην ομάδα ένα χρόνο. Ο Αλόνσο δεν μου προκύπτει ότι αναλαμβάνει μια ομάδα πανέτοιμη που της λείπει μόνο ένας προπονητής από το «πάνω ράφι». Ο ΠΑΟ έχασε τον Μπερνάρ, που ήταν πέρυσι ο καλύτερος παίκτης του, κι έχει ανάγκη και ενίσχυσης γιατί κάμποσες από τις περσινές μεταγραφές δεν βγήκαν.
Στοίχημα θα ήταν και ο Σάρι
Η στήριξη του προπονητή είναι το βασικό, όχι το όνομα του προπονητή και το ράφι στο οποίο τον βρήκες. Στην προκειμένη περίπτωση το ότι ο Αλόνσο δεν κουβαλάει την φήμη της ιδιοφυίας μπορεί να είναι καλό για τον ΠΑΟ: η στήριξή του μπορεί να γίνει με μια δυο καλές μεταγραφές – θαύματα δεν υποσχέθηκε. Χρειάζεται επίσης να βρεθεί κι ένας τρόπος να μην γίνονται από νωρίς για αυτόν πολλές συζητήσεις: αυτές είναι διαβρωτικές και το είδαμε στην περίπτωση του Τερίμ. Ο ίδιος πάντως δεν έδειξε να φοβάται τις κρίσεις. «Χρειάζομαι δίπλα μου όλους τους παίκτες, όλο το σταφ, τη διοίκηση, και πάνω από όλα τους φιλάθλους μας, που ξέρω ότι ήταν απογοητευμένοι. Εγώ ποτέ δεν θα ζητήσω τίποτα από τους φιλάθλους, γιατί εμείς είμαστε εκείνοι που πρέπει να τους δώσουμε» είπε. Και ζήτησε και παίκτες που θα μεγαλώσουν την ποιότητα της ομάδας: κακό δεν το βρίσκω.
Προφανώς δεν ξέρω τι θα κάνει. Ξέρω όμως ότι ο ΠΑΟ με τον Σάρι θα έβαζε ένα ανάλογα δύσκολο στοίχημα – ίσως και πιο δύσκολο διότι στην Ελλάδα Ιταλός δεν τα έχει καταφέρει κανένας και δεν έχουν έρθει και λίγοι. Ο Μπιγκόν είχε πείρα, ο Στραματσόνι ήταν μοντέρνος, ο Γκατούζο και ο Καρέρα ήθελαν να φτιάξουν το όνομά τους, ο Μαλεζάνι είχε κερδίσει και ευρωπαϊκό τρόπαιο: κανείς δεν στέριωσε. Ολοι τους είχαν την θεωρητική κατάρτιση να δουλέψουν και να πετύχουν εδώ. Αλλά η προσαρμογή τους δεν είναι ποτέ απλή για δυο λόγους. Ο πρώτος γιατί βλέπουν το πρωτάθλημά μας μάλλον σαν ένα είδος προσωπικού υποβιβασμού: για τον Ιταλό πρωτάθλημα είναι το καμπιονάτο κι άλλη γη της επαγγελίας δεν υπάρχει. Ενας δεύτερος λόγος είναι ότι ελάχιστοι μιλάνε μια άλλη γλώσσα πέρα από ιταλικά. Και όλοι οι Ιταλοί προπονητές νοιάζονται υπερβολικά πολύ για το τι λένε οι οπαδοί, τι γράφουν οι δημοσιογράφοι κτλ. Αν ο Κάρλο Αντσελότι ξεχωρίζει από όλους είναι και γιατί μιλάει ισπανικά και αγγλικά. Κι έχει γνώση για όσα λέγονται και μπροστά και πίσω από την πλάτη του…