Από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία έχω βαρεθεί να διαβάζω για την σιωπή των περίφημων «πνευματικών ανθρώπων». Διάβαζα τα ίδια και τον καιρό που γινόταν η μεγάλη συζήτηση για τα εμβόλια: και πάλι πολλοί κατάκριναν την σιωπή των διανοούμενων. Δεν με ενοχλεί κάτι σε αυτές τις επισημάνσεις. Απλά δεν καταλαβαίνω πως γίνεται όσοι τις κάνουν να μην καταλαβαίνουν τη διάφορα ανάμεσα στην διανόηση και στην ευαισθησία: δεν είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα. Προσωπικά θα με πείραζε, αν έμεναν σιωπηλοί όσοι έχουν δεδομένες ευαισθησίες και τους γνωρίζω: αυτοί νομίζω μίλησαν. Οσοι δεν μιλάνε (ή κρύβονται πίσω από γενικότητες…) απλά δεν έχουν τέτοιες. Το να είσαι άνθρωπος του πνεύματος δεν σε κάνει και ευαίσθητο άνθρωπο. Ισα ίσα. Μπορεί να σε κάνει βαθιά κυνικό π.χ.
Υπάρχουν διανοούμενοι στην Ελλάδα; Φυσικά και υπάρχουν. Μόνο που δεν είναι ακριβώς αυτοί που νομίζουμε. Στην Ελλάδα (κι όχι μόνο…) συνηθίζουμε να αποκαλούμε «ανθρώπους του πνεύματος» ή «διανοούμενους» όσους ασκούν επαγγέλματα που βασίζονται στην καλλιτεχνική δημιουργία ή στο λόγο – δεν είναι όμως έτσι ακριβώς. Η διανόηση δεν είναι άσκηση επαγγέλματος: απαιτεί καλλιέργεια, παιδεία, προβληματισμό, ικανότητα στην ανάλυση και στη σύνθεση. Δεν είναι δουλειά – είναι περισσότερο στάση ζωής που σχετίζεται με την αναζήτηση. Βασίζεται στη θέληση του ανθρώπου να επεξεργαστεί δεδομένα (με λογική ή με ευαισθησία, αλλά πάντα υπό το πρίσμα μιας κάποια καλλιέργειας) ώστε από αυτή την επεξεργασία να προκύψουν θέσεις κι απόψεις βασισμένες στο λόγο – αυτόν που είναι εν αρχή. Τα υπόλοιπα (η δημιουργία, η έμπνευση, η πρόταση, η πολιτική παρέμβαση ως σύνταξη πίσω από κομματικές και ιδεολογικές θέσεις, η ικανότητα να γίνεσαι συμπαθητικός ή να τραβάς την προσοχή κτλ) δεν είναι διανόηση: είναι εργαλεία δουλειάς. Μιας δουλειάς που μπορεί να είναι και καλλιτεχνική ή πνευματική, αλλά που δεν μετατρέπει σε διανοούμενο όποιον την κάνει.
Μου φαίνεται πιο λογικό αντί για «ανθρώπους της διανόησης» ή «ανθρώπους του πνεύματος» να μιλάμε για «ανθρώπους του πολιτισμού», δηλαδή για όσους βιοπορίζονται ασκώντας επαγγέλματα που έχουν να κάνουν με Τέχνες. Αυτοί χωρίζονται σε δυο κατηγορίες. Στη μια, στη μεγαλύτερη, ανήκουν αυτοί που κάνουν μια δουλειά προσδοκώντας να τους ανακαλύψει και να τους προσέξει ένα κοινό το οποίο έχουν στοχεύσει: αν βρουν κοινό, για να μην το χάσουν, φροντίζουν να το κολακεύουν. Δεν λέω πως συντάσσονται με τα γούστα του υποκριτικά – μπορεί να πιστεύουν αληθινά και οι ίδιοι όσα λέει το κοινό τους. Ωστόσο σε κάθε περίπτωση αυτό που θέλουν είναι να δείχνουν ότι είναι ένα με το κοινό τους – ότι του ανήκουν. Αυτοί δεν είναι διανοούμενοι διότι η όποια άποψή τους είναι η άποψη του κοινού τους και είναι γνωστή από πριν. Αν αυτοί ήταν διανοούμενοι, θα ήταν και το κοινό τους ένα κοινό διανοουμένων, αλλά αυτό δεν γίνεται πρακτικά. Στην καλύτερη των περιπτώσεων μιλάμε για ανθρώπους που προσφέρουν στο κοινό τους κάτι με το έργο τους: χαρά ή συγκίνηση, προβληματισμό ή ανακούφιση. Είναι χρήσιμοι στο κοινό τους, αλλά είναι απλά καλοί τεχνίτες και πωλητές – μάλλον μικροπωλητές - της πραμάτειας τους: πρέπει κάποιος να τους συμπονεί για το άγχος της απώλειας του κοινού χωρίς το οποίο μπορεί να δυστυχήσουν. Και για τίποτα άλλο.
Δεν τους μειώνω – προς Θεού. Πρόκειται για ικανούς ανθρώπους που ξέρουν το κοινό τους γιατί το μελετούν καιρό τώρα: αυτό που προσπαθούν δεν είναι απλά να πορεύονται μαζί του, αλλά να μπαίνουν και μπροστά στην πομπή – σαν λαμπαδηδρόμοι. Ομολογώ πως ανέκαθεν εκτιμούσα αυτή τους την στάση από την πλευρά την εμπορική: οι καλοί αυτοί επαγγελματίες της Τέχνης ξέρουν και πότε πρέπει να μιλήσουν και τι πρέπει να πουν. Αλλά δεν είναι ούτε πνευματικοί άνθρωποι, ούτε διανοούμενοι διότι ασχολούνται συνήθως περισσότερο με το κοινό της Τέχνης τους από όσο με την Τέχνη τους την ίδια. Ακόμα κι όταν διακρίνονται από ένα είδος ιδεολογικής συνέπειας είναι κατά βάση ανελεύθεροι άνθρωποι: η συμπεριφορά τους και η όποια άποψή τους είναι από πριν προβλέψιμη. Πρέπει πχ να είναι πάντα κατά των Αμερικάνων, πάντα υπέρ της παγκόσμιας ειρήνης γενικά και αόριστα, πάντα υπέρ του λαού, που στο μυαλό τους είναι το ίδιο το κοινό τους. Ως εκ τούτου, η θέση τους για την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία πχ δεν έχει και τόση σημασία: είναι αποτέλεσμα, όχι ελεύθερης σκέψης, αλλά σοβαρής στόχευσης. Οσοι αυτό δεν το εγκρίνουν, βλέπουν στη στάση των καλλιτεχνών «ιδεολογικές αγκυλώσεις»: ας μου επιτραπεί να διαφωνήσω. Η «αγκύλωση» (και μάλιστα η ιδεολογική) προκύπτει μόνο κατόπιν επιλογής - στη συγκεκριμένη περίπτωση η επιλογή είναι προκαθορισμένη: δεν θα μπορούσε να είναι άλλοι. Μιλάμε για ανθρώπους που βλέπουν τον κόσμο με μια μονοδιάστατη προκατάληψη – ως ένα και μόνο σχήμα. Κατά βάθος στεναχωριούνται γιατί την Ουκρανία δεν την βομβαρδίζει το ΝΑΤΟ πχ. Αν συνέβαινε θα τα περνούσαν υπέροχα! Σε όλη τους τη συμπεριφορά δεν υπάρχει τίποτα που να έχει να κάνει με διανόηση: στην καλύτερη των περιπτώσεων οι άνθρωποι αυτοί ξέρουν τι θέλει να ακούσει το κοινό τους. Αν σήμερα δεν λένε τίποτα για τον Πούτιν πχ είναι γιατί ένα μεγάλο μέρος του κοινού τους δεν θέλει να ακούσει το παραμικρό.
Ολοένα και πιο πολύ οι πρόσφατες σιωπές των διανοούμενων (είτε για τα εμβόλια, είτε για τον Πούτιν…) αποδεικνύουν πως αυτό που οι άνθρωποι αυτοί πουλάνε είναι τον εαυτό τους σε συσκευασία λαϊκού ειδώλου. Το ό,τι θέλουν ο κόσμος να τους αγαπάει δεν είναι κακό: κακό είναι ότι εκλιπαρούν για αυτή την αγάπη – την ζητιανεύουν. Το κάνουν βέβαια παίζοντας σε κάθε περίσταση εκ του ασφαλούς. Στην περίπτωση πχ της εισβολής των Ρώσων όσοι σιωπούν ή λένε μισόλογα το κάνουν γιατί γνωρίζουν πως υπάρχει ένα σημαντικό ποσοστό Ελλήνων που είναι κρυφά ή φανερά υπέρ του Πούτιν. Και που θα εκτιμήσει την δική τους στάση: η σιωπή ελπίζουν ότι κάτι θα αποδώσει.
Υπάρχει φυσικά και μια κατηγορία άλλη στην οποία ανήκουν όσοι απλά εκτίθενται στο κοινό, χωρίς να νοιάζονται για τα γούστα του. Αυτοί δεν αντιμετωπίζουν το κοινό ως πελατεία και μάλιστα ως το είδος της πελατείας που έχει πάντα δίκιο. Είναι για αυτό διανοούμενοι; Όχι πάντα. Μπορεί να είναι σπουδαίοι προβοκάτορες, μπορεί να ξέρουν απλά να τραβάνε την προσοχή, μπορεί να διασκεδάζουν υιοθετώντας και θέσεις ακραίες, που μπορεί να μην τις πιστεύουν καν: έχω γνωρίσει και τέτοιους. Είναι άνθρωποι που ζουν για να τραβάνε την προσοχή, που χαίρονται να είναι οι ίδιοι θέμα συζήτησης κι όχι απαραίτητα οι απόψεις τους: αυτές τις χρησιμοποιούν απλά για να κάνουν επιθέσεις, να δημιουργούν συζητήσεις για τον εαυτό τους, να κάνουν το κοινό να αναρωτιέται τι διάβολο τους συμβαίνει. Το να μην κολακεύεις το κοινό σε κάνει διανοούμενο όσο και το να κολακεύεις το κοινό. Δηλαδή καθόλου. Γιατί η διανόηση δεν μπορεί να έχει ως στόχευση το κοινό: είναι προσωπική στάση. Το αν τα όσα ισχυρίζεσαι έχουν ή όχι αποδοχή δεν έχει σημασία: μετρά η τόλμη να μπεις μπροστά. Κι όχι ευκολία του να τρέχεις από πίσω. Ούτε φυσικά η τακτική του να ξεσηκώνεις το σύμπαν εναντίον σου. «Ευκολίες» και «τακτικές» δεν είναι διανοητικά σχήματα. Δεν συνάδουν με τη ζωή και τη σκέψη του διανοούμενου.
Δεν υπάρχουν λοιπόν διανοούμενοι; Φυσικά και υπάρχουν. Αλλά είναι εξαιρετικά σπάνιοι διότι πρέπει να συνδυάζουν αναλυτική ικανότητα, ικανότητα στην προσέγγιση που πρέπει να είναι προσωπική δηλαδή τίμια, και φυσικά να έχουν και μια ευαισθησία ως στάση ζωής και ασπίδα απέναντι στη χυδαιότητα. Νιώθω τυχερός γιατί έχω γνωρίσει κάποιους: δεν θα πω τα ονόματα τους γιατί δεν το χρειάζονται. Σας καλώ απλά να τους ακούσετε αυτές τις δύσκολες μέρες της Ευρώπης μας. Θα καταλάβετε εύκολα την αλήθεια τους. Εχει την γοητεία της προσωπικότητας τους και τη ζεστασιά της ευαισθησίας τους. Και δεν πωλείται σε πίστες, θέατρα, μουσικές σκηνές, βιβλιοπωλεία κτλ…
(ΒΗΜΑγκαζίνο Μάρτιος του 2022)