Η ένσταση του Παναθηναϊκού για την διαιτησία του παιγνιδιού του με την Παρί στην Ευρωλίγκα μου δίνει την ευκαιρία να γράψω κάτι που έχω καιρό τώρα στο μυαλό μου: μια παράκληση στους αρμόδιους να μας δώσουν πίσω την ομορφιά του μπάσκετ, που εξαιτίας της συμπεριφοράς (και όχι τόσο των αποφάσεων) των διαιτητών καταστρέφεται. Όχι δεν θέλω να τοποθετηθώ για το αν ο ΠΑΟ έχει δίκιο ή άδικο που φωνάζει. Αν περιμένετε κάτι τέτοιο μην διαβάζετε την συνέχεια του κομματιού. Το οποίο αναφέρεται σε μια ακατανόητη προσπάθεια να καταστραφεί η θεαματικότητα του μπάσκετ για να μπορούν οι διαιτητές να χαίρονται το πρωταγωνιστιλίκι τους.
Τρεις ώρες και βάλε
Το παιχνίδι του Ολυμπιακού με την Ζαλγκίρις την περασμένη Παρασκευή πρέπει να κράτησε περίπου τρείς ώρες – και δεν ήταν το μόνο. Χθες η Πάντερ και η παρέα της στο Μπαρτσελόνα - Μονακό έκαναν τρία λεπτά να αποφασίσουν αν ο Τζέιμς σε ένα σουτ που επιχείρησε πρέπει να χτυπήσει βολές με την διαφορά μάλιστα στους 12 πόντους: τίποτα δεν κρινόταν. Την προηγούμενη Τρίτη το βράδυ για να εξεταστεί η φάση που οι διαιτητές έδωσαν αντιαθλητικό φάουλ στον Ναν στο ματς ΠΑΟ – Παρί χρειάστηκαν πάνω από 5 λεπτά. Ακολούθησε στη συνέχεια η έκρηξη του Αταμάν που έκανε και ένσταση. Δεν έχω κανένα πρόβλημα με τις θεατρικές συμπεριφορές των προπονητών ή τις ενστάσεις τους: ίσα-ίσα που μου θυμίζουν τον μακαρίτη τον Γιάννη τον Ιωαννίδη, που έκανε μια ένσταση τουλάχιστον σε κάθε κρίσιμο παιχνίδι – ο Ιωαννίδης είναι πάντα ένας ήρωας της παιδικής μου ηλικίας κι ό,τι μου τον φέρνει στο μυαλό το εκτιμώ. Δεν εκτιμώ όμως αυτές τις ατέλειωτες διακοπές των παιχνιδιών που γίνονται με ευθύνη των διαιτητών. Οι οποίοι πλέον περισσότερη ώρα βλέπουν τηλεόραση, πάρα παρακολουθούν τις προσπάθειες των αθλητών στο γήπεδο.
Ενας κωμικός παραλογισμός
Όταν ξεκίνησε αυτή η ιστορία με την χρήση του instant replay ο έλεγχος περιοριζόταν σε φάσεις που είχαν να κάνουν με το αν ένα καλάθι έπρεπε ή όχι να μετρήσει στο τέλος της περιόδου. Σταμάτησε να ακούγεται η περίφημη κόρνα της γραμματείας, που μεγάλωσε γενιές και γενιές, καθιερώθηκαν τα φώτα στο ταμπλό και ο έλεγχός τους μπορούσε να γίνει χάρη σε ένα τηλεοπτικό στιγμιότυπο – ένα απλό πάγωμα της οθόνης. Η Ευρωλίγκα υιοθέτησε αυτή την αμερικανιά (γιατί στις ΗΠΑ ξεκίνησε η χρήση της τεχνολογίας από τους διαιτητές και μάλιστα στο χόκεί επί πάγου) στο Final Four του 2006. Στις 6 Απριλίου της ίδιας χρονιάς, η FIBA ανακοίνωσε ότι θα μπορούσε να γίνεται χρήση των τηλεοπτικών στιγμιότυπων και για άλλα, όπως για το αν ένα σουτ πρέπει ή όχι να μετρήσει τρεις πόντους ή και για τον έλεγχο του χρόνου επίθεσης. Το 2019, η FIBA επέτρεψε μεγαλύτερη χρήση του IRS (Instant Replay System). Είχε όπως πάντα προηγηθεί το ΝΒΑ που τον έλεγχο των φάσεων μέσω βίντεο τον υιοθέτησε ήδη από την έναρξη της περιόδου 2013-2014.
Στην Ευρώπη, μετά το 2019 αν θυμάμαι καλά, δόθηκε η δυνατότητα στους διαιτητές να συμβουλεύονται το βίντεο σχεδόν για κάθε φάση αρχικά μόνο για το τελευταίο δίλεπτο του ματς. Σύντομα το πράγμα άλλαξε. Οι διαιτητές μπορούσαν να το συμβουλεύονται για πολλά σε όλη την διάρκεια του ματς – ακόμα και για την αναβάθμιση ενός φάουλ σε αντιαθλητικό. Κάθε χρόνο δίνονταν ακόμα μεγαλύτερα περιθώρια: πλέον μέσω βίντεο εξετάζονται και τα περίφημα «μπρος πίσω». Από το 2021 δόθηκε στους προπονητές το δικαίωμα να κάνουν ενστάσεις στις αποφάσεις των διαιτητών και να τους ζητάνε να τις ξαναδούν στο βίντεο: προέκυψαν δηλαδή τα περίφημα challenge. Σύντομα οι παίκτες άρχισαν να ζητάνε από τους προπονητές να κάνουν challenge – μπήκαν δηλαδή κι αυτοί στο χορό της «βίντεο-διεκδίκησης». Το αποτέλεσμα είναι να βλέπεις πράγματα κωμικά και παράλογα συγχρόνως. Η κωμωδία μου αρέσει: στις μέρες μας είναι και σπάνια. Τον παραλογισμό όμως δεν τον αντέχω.
Πριν καλά καλά το ματς αρχίσει
Οι διαιτητές βλέπουν πλέον συνεχώς βίντεο και πολλές φορές κολλάνε σε αυτό γιατί δεν μπορούν να βγάλουν άκρη. Μόνο που αυτή η δυσκολία είναι λογική και αναμενόμενη από όποιον ξέρει από τηλεόραση. Το instant replay δεν έχει καμία σχέση με το ποδοσφαιρικό VAR που επιτρέπει ειδική ανάλυση φάσεων μέσω ενός προγράμματος επεξεργασίας εικόνας. Το instant replay είναι μια διαδικασία που βασίζεται αποκλειστικά σε τηλεοπτικές λήψεις: οι τηλεοπτικές λήψεις δεν γίνονται για να τις χρησιμοποιούν οι διαιτητές – γίνονται για να παρακολουθεί ένας τηλεθεατής το ματς σπίτι του και να το χαίρεται.
Το αποτέλεσμα είναι αυτό που βλέπουμε: διαιτητές ψάχνουν πλάνα από την αρχή μέχρι το τέλος του ματς και προπονητές και παίκτες διεκδικούν το δίκιο τους μέσω βίντεο καλά καλά πριν το ματς αρχίσει. Μόνο που το μπάσκετ δεν είναι ένα σπορ όπου οι ασταμάτητες διακοπές είναι μέσα στο πρόγραμμα: οι διακοπές σκοτώνουν τον ρυθμό. Τα τάιμ άουτ υπάρχουν για αυτό: και για να χρησιμοποιούνται από τους προπονητές ως εργαλεία δουλειάς – ως παρεμβάσεις που μπορεί να βοηθήσουν την ομάδα τους. Παίρνω τάιμ άουτ συνήθως σημαίνει φρενάρω τον αντίπαλο. Αλλά δεν μπορεί σε ένα ματς να υπάρχουν είκοσι διακοπές: αυτό που προκύπτει δεν είναι αγώνας μπάσκετ. Η δεξιότητα των παικτών καταργείται. Το φρενάρισμα όλων είναι πλήρης. Κι αυτός φοβάμαι ότι είναι ένας λόγος που τα συνδρομητικά κανάλια ανά τον κόσμο δεν αγοράζουν ευρωπαϊκό μπάσκετ. Δεν είναι ο χρόνος των παιγνιδιών που αυξήθηκε τρομερά το μόνο πρόβλημα. Πρόβλημα γίνεται η ίδια η εικόνα των παιγνιδιών. Το να βλέπεις τρεις τύπους να συζητάνε μπροστά από μια οθόνη κάθε λίγο και λιγάκι είναι αντιθεαματικό. Σε παρακινεί να αλλάξεις κανάλι.
Ενας μηχανισμός καταστροφής
Το ξέρω ότι η υπερβολική χρήση της τεχνολογίας εν προκειμένω έχει να κάνει με τα μυαλά που κουβαλάνε οι οπαδοί. Παλιά υπήρχε η αριστεία των διαιτητών: οι καλοί προσπαθούσαν να ξεχωρίζουν χωρίς να κρύβονται από την ευθύνη. Προφανώς η πίεση που οι διαιτητές δέχονται είναι εξωφρενική, αλλά ήταν η διαχείρισή της αυτή που έκανε και το λειτούργημα τους ενδιαφέρον. Επειδή την πίεση αυτή πολλοί δεν την άντεχαν, δημιουργήθηκε η ανάγκη χρήσης του βίντεο: ακολούθησε, όχι τυχαία, η μεγαλύτερη δυνατή πολυπλοκότητα των κανονισμών. Οποιοι σοφοί παίζουν με τους κανονισμούς προσθέτοντας παραμέτρους το κάνουν γιατί θεωρούν πως αφού υπάρχει το instant replay μπορούμε να υποβάλουμε τους διαιτητές σε διαδικασίες κρίσεις που είναι στα όρια της λογικής: για να καταλάβεις σήμερα τι είναι και τι δεν είναι πχ αντιαθλητικό φάουλ πρέπει να έχεις κάνει σεμινάριο, ενώ παλιά ήταν σαφέστατο.
Η ομορφιά των σπορ προκύπτει όταν μειώνεται το περιθώριο παρέμβασης των διαιτητών κι όχι όταν ψάχνουμε τρόπους να κάνουμε τις παρεμβάσεις τους ασταμάτητες. Οι κανόνες του σπορ και κυρίως οι συμπεριφορές των διαιτητών θα πρέπει να προστατεύουν κι όχι να εξαφανίζουν την ένταση και την ομορφιά του παιγνιδιού. Σε τελική ανάλυση πόσα παιγνίδια κρίνονται από ένα σφύριγμα; Στην πραγματικότητα, σε ένα ματς δεκάδων κατοχών και εναλλασσόμενων επιθέσεων, αυτά που κρίνονται από ένα σφύριγμα είναι ελάχιστα. Πέρυσι από τα ματς που έδωσαν ο Ολυμπιακός και ο ΠΑΟ στην Ευρωλίγκα είναι ζήτημα τρία, τέσσερα να κρίθηκαν από μια απόφαση, που παρά τις φωνές, δεν ήταν και πάντοτε λανθασμένη. Για να μην υπάρξουν δυο – τρία λάθη (που ειδικά στην Ευρωλίγκα γίνονται στην διάρκεια της σεζόν σε βάρος κάθε ομάδας), έχει στηθεί ένας ολόκληρος μηχανισμός που μετατρέπει την διαιτησία του μπάσκετ σε ριάλιτι σόου και το ίδιο το παιγνίδι το καταστρέφει γιατί το ασχημαίνει φορτώνοντας το νεκρά διαστήματα.
Κύριοι λυπηθείτε μας: δώστε μας πίσω το μπάσκετ...