Εγραφα τις προάλλες ότι ο αποκλεισμός της Μάντσεστερ Σίτυ δημιούργησε για πρώτη φορά ένα ερωτηματικό: αν ολοκληρώθηκε η προσφορά του Πεπ Γκουαρντιόλα στο ποδόσφαιρο, αν δηλαδή ο καινοτόμος προπονητής που ξέραμε δεν έχει τίποτα άλλο να δώσει. Φέτος, σε όλο το διάστημα των προβλημάτων της Σίτυ, συζητήθηκαν πολλά: η απουσία του Ρόντρι, ο κορεσμός των παικτών της, οι αρνήσεις των Αράβων να βάλουν χρήματα το καλοκαίρι, η επίπτωση που έχει στην σεζόν της το δικαστήριο που τρέχει παράλληλα κτλ. Μετά τον αποκλεισμό προκύπτει ως ερώτηση αν το πρόβλημα είναι τελικά η διαχειριστική ικανότητα του προπονητή της που είναι το απόλυτο αφεντικό της ομάδας.
Μια παράξενη συμπεριφορά
Αν κάποιος παρακολουθούσε το ματς Ρεάλ Μαδρίτης – Μάντσεστερ Σίτυ (3-1) χωρίς να γνωρίζει πολλά για την τρέχουσα επικαιρότητα των δυο ομάδων δύσκολα θα αναγνώριζε την Μάντσεστερ Σίτυ κι όχι μόνο γιατί αυτές οι όμορφες μπορντό φανέλες με τις οποίες αγωνιζόταν δεν έχουν σχέση με τις παραδοσιακές γαλάζιες της. Η ομάδα που έχασε και αποκλείστηκε με κάτω τα χέρια από την Βασίλισσα δεν έμοιαζε ομάδα του Πεπ Γκουαρντιόλα. Η Σίτυ έκανε την πρώτη της ευκαιρία μόλις ένα τέταρτο πριν το τέλος του ματς, σκόραρε το γκολ της τιμής στο τέταρτο λεπτό των καθυστερήσεων, αποτελούταν από παίκτες που αναρωτιόσουν πως γίνεται να είναι αυτοί βασικοί και να κάθονται στον πάγκο ο Ντε Μπρόιν κι ο Χάλααντ. Το ποδόσφαιρο που έπαιζε ήταν άνευρο, χωρίς κανένα σχέδιο: το ποδόσφαιρο μιας ομάδας που έμοιαζε χωρίς προπονητή, πράγμα για ομάδα του Γκουαρντιόλα αδιανόητο. Αλλά με βάση τα προηγούμενα λογικό.
Ο Καταλανός προπονητής είδε τον ΕμΠαπέ να ανοίγει το σκορ πολύ νωρίς και έχασε στο ξεκίνημα του ματς τον Τζόν Στόουνς: παραδόθηκε. Τελείωσε το ματς χωρίς να κάνει πέντε αλλαγές: δεν είναι η πρώτη φορά – ποτέ δεν ήταν η διαχείριση των αγώνων το φόρτε του. Αλλά υπάρχουν πολλά στην συμπεριφορά του που δεν συνάδουν με τον χαρακτήρα του. Ακόμα και οι δηλώσεις του. Δήλωσε ευχαριστημένος (!) που η Σίτυ δεν αποκλείστηκε στην League Phase, είπε πως η Ρεάλ ήταν καταπληκτική και πως κανείς δεν μπορεί να την σταματήσει και πως για την ομάδα του ένας κύκλος έκλεισε. Κατανοώ το να χαμηλώνει κάποιος τον πήχη σε μια χρονιά που τα πράγματα δεν πάνε πολύ καλά αλλά να μιλάς για κύκλους που έχουν κλείσει όταν πριν ένα μήνα έχεις ξοδέψει για μεταγραφές πάνω από 150 εκατ ευρώ μου μοιάζει περίεργο. Ο Γκουαρντιόλα τον Ιανουάριο αγόρασε τους Ομάρ Μαρμούς, Αμπντουκοντίρ Κουσάνοφ, Βίτορ Ρέις και Νίκο Γκονζάλεθ μπολιάζοντας την ομάδα του με φρέσκο αίμα: όλοι είναι ταλαντούχοι και μικροί σχετικά σε ηλικία. Πως διάβολο κλείνει ένας κύκλος σε μια ομάδα που έχει πάνω από είκοσι παίκτες κάτω από τριάντα χρονών; Εκτός κι αν ο καλός Πεπ εννοεί τον δικό του κύκλο.
Πολλά για την εποχή μας
Ο Γκουαρντιόλα έχει εννέα χρόνια στην Μάντσεστερ Σίτυ. Η ήττα από την Ρεάλ με 3-1 δεν είναι η μεγαλύτερη που είχε ποτέ ομάδα του – έχει χειρότερες και φέτος, αλλά και στα χρόνια που το άστρο του μεσουρανούσε. Όμως είναι η πρώτη φορά στην καριέρα του που με μια ομάδα δεν φτάνει ούτε στους 16 του Τσάμπιονς λιγκ κι αυτό κάτι λέει. Είναι επίσης η πρώτη φορά που προκαλούν απορίες οι επιλογές του ως μάνατζερ. Η Σίτυ είχε ανάγκη από ένα παίκτη ικανό να αντικαταστήσει τον τραυματία Ρόντρι, παίκτη – κλειδί: είχε πάνω από 150 εκατ ευρώ να ξοδέψει, αλλά ο Πεπ δεν έψαξε κάποιον με ανάλογα χαρακτηριστικά. Τελευταία αφήνει παίκτες να φύγουν για λόγους ανεξήγητους. Πέρυσι χάρισε τον Πάλμερ στην Τσέλσι και ας φαινόταν ότι αυτός είναι ο καλύτερος νέος Αγγλος ποδοσφαιριστής. Το καλοκαίρι έδωσε τον παγκόσμιο πρωταθλητή με την φανέλα της Αργεντινής Αλβαρεζ στην Ατκλέτικο Μαδρίτης. Τώρα παραχώρησε δανεικό τον έμπειρο Γουόκερ στην Μίλαν σε μια στιγμή που στην ομάδα του χρειάζονται παίκτες που ξέρουν από δυσκολίες. Λειτούργησε επίσης εντελώς συναισθηματικά παίρνοντας πίσω τον Γκουντογκάν και σήμερα λέει πως έχει παίκτες που είναι λίγο μεγάλοι: μα ο ίδιος τους μάζεψε! Η Σίτυ βέβαια τον στηρίζει και δεν μπορεί να κάνει αλλιώς: η ίδια η διοίκηση της ομάδας αποτελείται από ανθρώπους του Πεπ – όταν του ανανεώθηκε το συμβόλαιο ο παλιός παίκτης της ομάδας πρώην τερματοφύλακας Πολ Ρόμπινσον και σήμερα ραδιοφωνικός παραγωγός είπε ότι «ο Πέπ είναι ο πρώτος προπονητής που ανανέωσε το συμβόλαιο στον εαυτό του», προσθέτοντας ειρωνικά πως «μάλλον δεν θα ήταν δύσκολο να πείσει τον εαυτό του να πει το ναι». Εννέα χρόνια σε μια ομάδα είναι πάρα πολλά στην εποχή μας. Κι ίσως αυτό τελικά να είναι το μεγάλο πρόβλημα του Πεπ…
Τρεις διαφορετικές ομάδες
Ο Γκουαρντιόλα στα εννέα του χρόνια στην Σίτυ έφτιαξε τουλάχιστον τρεις διαφορετικές ομάδες. Οι ομάδες αυτές δεν έπαιζαν όλες το ίδιο ποδόσφαιρο: η προσπάθεια του πχ να φτιάξει μια νέα Μπαρτσελόνα, με τον Αγκουέρο σε ρόλο φορ κανονικού και όχι ψευτοφόρ, αλλά με κατοχή μπάλας, πρέσινγκ και πολλές επιθετικές συνεργασίες τελείωσε όταν ο Αργεντινός έφυγε. Μετά ο Πεπ άρχισε να αλλάζει την ομάδα του και γιατί απέναντι στο τίκι τάκα των ομάδων του υπήρξαν τακτικές απαντήσεις από τους υπόλοιπους: καλύτερο build up, άμυνες πιο κλειστές που περίμεναν πιο πολύ και πιο πίσω, πιο γρήγορο ποδόσφαιρο στην επίθεση κτλ. Όταν ο κέρδισε το Τσάμπιονς λιγκ προ τριετίας είχε ανασύρει από τα βιβλία της ιστορίας το παλιό WM αιφνιδιάζοντας: με τρεις στα μετόπισθεν (τον Ντιάζ, τον Ακάνζι η τον Γουόκερ και τον Ακε), δυο κόφτες συμπληρωματικούς μπροστά τους (τον σκληρό Στόουνς και τον εγκεφαλικό Ρόντρι) η Σίτυ είχε μια πεντάδα ικανή να καλύψει μια άλλη πεντάδα επιθετική αποτελούμενη από τους Γκουντογκάν, ΝτεΜπρόιν ή Φόντεν, Σίλβα, Γκρίλις και Χάαλαντ – μια πεντάδα που έπαιζε για τον Νορβηγό.
Ο Χάαλαντ ήταν ένα δώρο για τον Πεπ αλλά και η απόδειξη του πόσο το ποδόσφαιρο του άλλαξε: από την εποχή του ψευτοφόρ ο Πεπ μας πήγε σε αυτή που όλοι έπαιζαν για ένα γίγαντα που γέμιζε την αντίπαλη περιοχή. Ποιο ήταν το πρόβλημα; Ότι το σχέδιο του αναλύθηκε και βρέθηκε τρόπος να αντιμετωπισθεί: η Ιντερ στην Πόλη τσουλώντας την μπάλα πολύ στο πλάι (με τον Ντούμφρις κυρίως) έβγαζε τον Λουκάκου σε θέση βολής – φορ με ικανότητες έχουν και οι άλλοι. Κι ο Πεπ αναγκάστηκε να επιστρέψει στα πιο παραδοσιακά σχήματα προσπαθώντας να κάνει τον Γκβάρντιολ αριστερό μπακ και καθιερώνοντας τον Φόντεν πίσω από τον Χάαλαντ. Αλλά η τελευταία του Σίτυ ήταν πια μια ομάδα χωρίς μυστικά: καλή, αλλά απλή και προβλέψιμη. Κυρίως μια ομάδα εξαρτώμενη κυρίως από τα κέφια τριών - τεσσάρων παικτών κι όχι από την εφαρμογή του παιγνιδιού της.
Ζωντανεύοντας τον πίνακα
Η εφαρμογή του παιγνιδιού ήταν πάντα αυτό που έκανε τις ομάδες του Πεπ να ξεχωρίζουν. Σου άρεσε δεν σου άρεσε αυτό το παιγνίδι το έβλεπες: έβλεπες στο γήπεδο τον πίνακα και την θεωρία του. Αλλά αυτή η εφαρμογή προϋποθέτει δυο πράγματα: το πρώτο να υπάρχουν ιδέες – κανείς δεν είναι αστείρευτος. Το δεύτερο να υπάρχουν παίκτες που να αντιμετωπίζουν τον προπονητή ως γνώστη μιας μοναδικής αλήθειας – αν δεν ασπαστούν το δόγμα του δεν γίνεται τίποτα. Αλλά μετά από εννέα χρόνια στην ίδια ομάδα γίνεται δύσκολο να έχεις το αλάθητο. Κι ο Πεπ χωρίς αυτό είναι ένας από όλους.
Ο χρόνος είναι πλέον ο αντίπαλος του Γκουαρντιόλα: ο χρόνος που έχει προηγηθεί. Οι συγκρίσεις που γίνονται αφορούν τις εποχές των θριάμβων του – το ίδιο το ποδόσφαιρό του. Το ποδόσφαιρο όμως αλλάζει με τις εποχές κι αν δεν γεννιέται τίποτα καινούργιο η ομοιομορφία είναι πάντα πρόβλημα για τους πρωτοπόρους. Ο Γκουρντιόλα θα πρεπε να φύγει από την Σίτυ: η Λίβερπουλ είναι μια ωραία απόδειξη του πως η φυγή ενός Πάπα όπως ο Κλοπ (που είχε κι αυτός το αλάθητο) μπορεί να ελευθερώσει μια ομάδα από ένα βάρος. Αλλά δεν θα το κάνει. Θα μείνει προσπαθώντας να βρει τους κατάλληλους παίκτες. Ενώ αυτό που χρειάζεται είναι τις κατάλληλες ιδέες, δηλαδή τα νιάτα του.
Τελείωσε; Δεν μπορείς να το πεις. Είναι μεγάλος για να μάθει από όσα φέτος έπαθε. Αλλά και πολύ εγωιστής για να παραδεχτεί ότι έχει ανάγκη από το να σταματήσει λίγο, όπως οι Ισπανοί του γράφουν θυμίζοντας του ότι αυτό έκανε μετά την Μπαρτσελόνα. Για τον Πεπ αυτά έγιναν πολύ παλιά – τώρα δεν υπάρχουν…