Η επικράτηση του Γιανίκ Σίνερ στο πρώτο Γκραν Σλαμ της χρονιάς στην Μελβούρνη δημιουργεί την ερώτηση αν στο τένις ζούμε πλέον την εποχή του Σίνερ και πόσο η ηγεμονία του 23χρονου Ιταλού θα κρατήσει. Ο Σίνερ κέρδισε για δεύτερη φορά στη σειρά στην Αυστραλία, έχει τρία Γκραν Σλαμ, είναι νούμερο 1 στον κόσμο, κατέκτησε και το κύπελλο Ντέιβις και το σπουδαιότερο είναι σταθερότατος σε μια εποχή που αυτό χαρακτηρίζει λίγους. Δεν έχει ωστόσο ξεμπλέξει εντελώς από την κατηγορία για ντόπινγκ, και έχει ένα νέο πρόβλημα: πρέπει να πείσει τον Αυστραλό προπονητή του Ντάρεν Κέιχιλ να αλλάξει γνώμη και να συνεχίσει να δουλεύει μαζί του. Ο Σίνερ είναι κατά κάποιο τρόπο δημιούργημα του Αυστραλού. Είναι ο τέταρτος που δουλεύοντας μαζί του έγινε νούμερα 1 του κόσμου – οι άλλοι τρεις ήταν ο Λέιτον Χιούιτ, η Σιμόνα Χάλεπ, και ο Αντρέ Άγκασι. Το τένις του Αγκασι και αυτό του Σίνερ μοιάζουν πολύ. Όχι τυχαία. Το με «όποιον δάσκαλο καθίσεις κτλ κτλ» είναι πάντα επίκαιρο.
Η ψυχική δύναμη
Ο Κέιχιλ λέει πως ο Ιταλός είναι το απόλυτο αριστούργημα του γιατί ξεχωρίζει για αυτό που ο Αυστραλός αποκαλεί «ψυχική δύναμη». «Το ταλέντο» λέει «είναι κάτι σαν την κλίση των παιδιών σε διάφορα μαθήματα – άλλο παιδί μπορεί να αγαπάει τα μαθηματικά, άλλο την ιστορία, αλλά αυτό από μόνο του δεν φτάνει». Για τον Κέιχιλ δεν αρκεί ούτε η πολλή δουλειά: «ο τενίστας δεν είναι δεκαθλητής, ούτε μπορεί να κάνει κάποιου είδους παγκόσμιο ρεκόρ». Τι μπορεί να κάνει; Να κερδίζει. Το σύνθημα του Αυστραλού ήταν πάντα απλό: «έλεγξε το συναίσθημά σου, μην αφήνεις τον εαυτό σου στην διάρκεια του αγώνα να κυριευτεί από ευφορία ή από απογοήτευση – και τα δυο είναι εξίσου δύσκολα στην διαχείρισή τους». Νομίζω πως αυτό που είδε ο προπονητής από τον Σίνερ στον εφετινό τελικό του Ιταλού εναντίον του Ζβέρεφ στην Μελβούρνη ήταν το τένις που ο ίδιος ονειρεύεται: ο Ιταλός κερδίζει έχοντας ένα απόλυτο έλεγχο και του παιγνιδιού, αλλά κυρίως του εαυτού του. Δεν υπάρχουν στιγμιότυπα που να δείχνουν τι σκέφτεται και τι νιώθει: ο Σίνερ είναι συγκεντρωμένος, αγέλαστος σχεδόν, προσηλωμένος στο σκοπό. Αφησε το ματς να γλιστρήσει προς το μέρος του, χωρίς φωνές, χωρίς να εκνευριστεί και χωρίς να επιχειρήσει να εκνευρίσει σε κάτι τον αντίπαλο: «όταν κάτι εξελίσσεται θετικά δεν χρειάζεται παρά να κρατήσεις το μομέντουμ» λέει ο Κέχιλ. «Πρέπει να αφήσεις την νίκη να ‘ρθει να σε βρει. Κάθε υπερβολική αντίδραση μπορεί μόνο να μπερδέψει την πορεία». Σήμερα σχεδόν τίποτα δεν μπορεί να χαλάσει το μυαλό του Σίνερ. Κι αυτό του αρκεί.
Η μόνη αντίδραση
Στον τελικό ο Ιταλός κέρδισε χωρίς να αφήσει στον αντίπαλο του ούτε μια πιθανότητα να του κάνει μπρέικ στο σερβίς του, που σημειωτέων είναι πολύ καλό, αλλά δεν είναι το απόλυτο όπλο του. Το πρώτο σετ ήταν ισορροπημένο, ή για την ακρίβεια φαινόταν να είναι. Αλλά ό,τι κάποιος έβλεπε ήταν μια κατάσταση ισορροπίας απολύτως ελεγχόμενη από τον Ιταλό. Ο σκοπός του ήταν να κρατά τον Ζβέρεφ όσο πιο πίσω γίνεται – σχεδόν να μην τον αφήνει να πατάει την τελική γραμμή: όπως έλεγε πολύ ωραία ο Βιλάντερ στο σχόλιό του νόμιζες πως ήθελε να τον βγάλει από το γήπεδο. Στο σημείο που φτάνει στο break point, το οποίο τελικά κρίνει το σετ, η κάμερα αναζητά το πρόσωπο του Σίνερ, που κρατά τη ρακέτα με το δεξί του χέρι και την γυρνά γύρω γύρω: είναι η έκφραση που δείχνει το μάξιμουμ της ικανοποίησής του, αλλά και το γιατί θα κερδίσει εύκολα το ματς. Στην πραγματικότητα δεν έχει την παραμικρή αντίδραση. Είναι σαν χαρτοπαίκτης που έχει το φύλο για να κερδίσει. Κι αφήνει απλά τους άλλους να αναρτιούνται τι ακριβώς κρατάει πάνω του.
Όλα προσχεδιασμένα στο μυαλό του
Η μόνη στιγμή που το κοινό του φοβήθηκε για την έκβαση του ματς ήταν όταν ο Ιταλός κράτησε σε μια στιγμή το γόνατό του: έχει ένα τραυματισμό που τον ταλαιπωρεί από πέρσι. Το κοινό της Μελβοπύρνης είδε τον Τζόκοβιτς να αποχωρεί μετά την νίκη του κόντρα στον Αλκαράθ – προφανώς δεν ήθελε να δει ένα τελικό να καταστρέφεται από μια άλλη αποχώρηση. Αλλά δεν ήταν τίποτα το ανησυχητικό: όταν ο Σίνερ κέρδισε το δεύτερο σετ στο τάι μπρέικ το παιγνίδι είχε τελειώσει καθώς ο χαρτοπαίκτης είχε ανοίξει πια τα φύλα του – στο φουλ του άσσου δεν υπήρχε απάντηση. Στο σημείο αυτό φάνηκε γιατί έχει 22 συνεχόμενα σετ κερδισμένα σε συνεχόμενα παιγνίδια με τους δέκα κορυφαίους αντιπάλους του στην παγκόσμια κατάταξη. Παίζει πλέον το παιχνίδι του και κάνει τη δουλειά του με την ηρεμία του πιο δυνατού και η διαχείριση των συναισθημάτων που απαιτεί ο προπονητής του δεν είναι παρά μια περαιτέρω προσθήκη στο σχέδιό του – κάτι σαν απόλυτη επίδειξη ωριμότητας. Κάποτε εκδήλωνε μια δυσφορία όταν το παιχνίδι δεν κυλούσε σύμφωνα με τη θέλησή του, όταν τα χτυπήματα έχαναν την ένταση, όταν ο αντίπαλος τον υποχρέωνε να φύγει από το βάθος του γηπέδου στο οποίο όπως ακριβώς ο Αγκασι έχει στήσει το βασίλειό του παίζοντας πολύ δυνατά. Σήμερα είναι κλεισμένος στις σκέψεις του τις οποίες και μετατρέπει σε παιγνίδι: κάθε πόντος μοιάζει προσχεδιασμένος στο μυαλό του. Δεν υπάρχει σε αυτό το παιγνίδι κάτι θεαματικό. Αλλά όλο είναι αποτελεσματικότατο.
Ο προπονητής του λέει ότι στο παιγνίδι κάνει τις επιλογές που πρέπει να κάνει, γιατί δεν υπάρχει από την μεριά του καμία απολύτως έκθεση συναισθημάτων. Ισως έχει δίκιο. Το ματς στην Μελβούρνη τελείωσε με μια συναισθηματική εικόνα ωστόσο: στο τέλος ο Σίνερ πλησιάζει τον Ζβέρεφ και τον αγκαλιάζει στοργικά, σαν να τον παρηγορεί. Τα συναισθήματα επιστρέφουν όταν η δουλειά έχει γίνει.
Οι Ιταλοί παραληρούν για τον πρωταθλητή τους και με το δίκιο τους. Τον τελικό στην Αυστραλία είδε το 33% της χώρας – ρεκόρ όλων των εποχών! Τον αγαπούν και γιατί είναι ταπεινός: πανηγύρισε το τρόπαιο με ένα απλό γεύμα με τους φίλους του – στην Αυστραλία δεν ήθελε ούτε τους γονείς του. Τώρα πρέπει να πείσει τον προπονητή του να συνεχίσει να δουλεύει μαζί του. Θα είναι δύσκολο γιατί θα χρειαστεί να του κεντρίσει το συναίσθημα. Κι ο Ντάρεν Κέιχιλ πιστεύει σε ένα κόσμο χωρίς συναισθήματα.