Έρχεται η 25η Μαρτίου – μια 25η Μαρτίου που θα θυμόμαστε. Στην άτυπη μάχη των εθνικών γιορτών η 25η Μαρτίου κερδίζει σχεδόν πάντα την 28η Οκτωβρίου. Οι λόγοι είναι πολλοί. Η 25η Μαρτίου συνδυάζεται και με την θρησκευτική γιορτή του Ευαγγελισμού: η μέρα έχει την δική της γαστρονομία και ό,τι είναι λόγος για φαγητό και έξοδο ο Ελληνας το λατρεύει. Ένας άλλος λόγος είναι ότι μετά το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου ξεκίνησε ο δικός μας εμφύλιος κι αυτό, όσο ο καιρός περνούσε, έκανε για κάτι χρόνια την 28η Οκτωβρίου μια δύσκολη γιορτή: κανείς σχεδόν δεν ήθελε να συζητά τι έγινε μετά την απελευθέρωση. Ενας τρίτος λόγος είναι ο αντίπαλος. Με τις εθνικές γιορτές συμβαίνει ό,τι και με τα καλά θρίλερ: όσο πιο καλός είναι ο κακός τόσο πιο καλή η γιορτή. Οι Ιταλοί δεν έχουν την στόφα του κακού, που είναι απαραίτητη. Οι Γερμανοί ήταν καλύτεροι ως κακοί. αλλά με αυτούς αναμετρηθήκαμε πολύ αργότερα και όχι την 28η Οκτωβρίου: τα αποτελέσματα της αναμέτρησης δεν θέλαμε ούτε να τα θυμόμαστε. Οι Τούρκοι αντιθέτως έπαιξαν και παίζουν ωραία το ρόλο του κακού – κι όχι μόνο στο μυαλό μας: είναι ο κλασικός γείτονας που και να τα βρεις για ένα διάστημα μαζί του, ξέρεις πως αργά η γρήγορα για μια ασήμαντη διαφορά θα τσακωθείτε. Με τους Ιταλούς η ρήξη του ‘40 μοιάζει ένα μεμονωμένο συμβάν – με τους Τούρκους από το 1821 κι έπειτα είδηση είναι να μην μας ενοχλούν: συμβαίνει σπάνια.
Ωστόσο αυτό που έκανε την γιορτή της 25ης Μαρτίου δημοφιλής δεν είναι η επικαιρότητα της άβολης αλλά υποχρεωτικής γειτνίασης με τους Τούρκους: είναι κυρίως ο τρόπος εορτασμού. Η 28η Οκτωβρίου στα σχολεία, δηλαδή στα παιδικά μας χρόνια, ήταν μια μέρα με παρέλαση, υποχρεωτικό εκκλησιασμό, ένα λόγο που έβγαζε ο γυμνασιάρχης ή ο λυκειάρχης, λίγος Ελύτης και μια σειρά από ταινίες στην τηλεόραση στις οποίες οι Γερμανοί αντιμετώπιζαν χωρίς έλεος τους περήφανους παππούδες μας. Η 25η Μαρτίου είχε όλα αυτά, αλλά πολύ περισσότερο σόου. Οι τηλεοπτικές ταινίες ήταν σαφώς θεαματικότερες: ο Παπαφλέσσας και η Μαντώ Μαυρογένους ή ο Αστραπόγιαννος είναι υπερπαραγωγές σε σχέση με το «Μπλόκο» ή το «Χώμα που βάφτηκε κόκκινο» - οι ταινίες αυτές είναι καλύτερες, αλλά δεν έχουν σούπερ ήρωες, όπως αυτές που έχουν θέμα την επανάσταση του 1821 όπου όποιος φοράει φουστανέλα είναι Avenger. Στις σχολικές γιορτές δεν υπήρχαν μόνο ποιήματα, αλλά και θεατρικές παραστάσεις. που έδιναν την δυνατότητα σε όποιον μπορούσε να μάθει τα λόγια να γίνει σταρ για ένα βράδυ: έχω παίξει στο «Κρυφό σχολειό» ήδη τον καιρό που πήγαινα στο Νηπιαγωγείο και μεγαλώνοντας δεν άφησα ρόλο για ρόλο. Το μαράζι μου είναι ότι ποτέ δεν μου δώσανε τον ρόλο ενός Τούρκου: ήμουν πολύ αδύνατος για να παίξω ένα Ομέρ Βρυώνη ή ένα Αλή Πασά – όλα τα άλλα τα έκανα. Οποιος έχει παίξει Κανάρη, Μπάρκο Μπότσαρη, Γιώργο Καραϊσκάκη και Ρήγα Φεραίο θα με καταλάβει. Η 25η Μαρτίου είχε φυσικά και εντυπωσιακό dress code. Στο δημοτικό κάναμε παρέλαση με φουστανέλες και φέσια. Και βέβαια με εθνική υπερηφάνεια που δεν είχε να κάνει με εμβατήρια: τα ταμπούρλα δίνανε το ρυθμό σαν να είμαστε σε εξέδρα οργανωμένων οπαδών σε γήπεδο ποδοσφαίρου.
Φέτος δεν θα έχει τίποτα από αυτά. Τα σχολεία είναι μέρες τώρα κλειστά, κανένας πιτσιρικάς δεν θα μάθει ποιήματα, και δεν θα δούμε παρελάσεις. Δεν θα υπάρχει ούτε δυνατότητα εκκλησιασμού και δεν πρόκειται να ψάχνουμε μετά το μεσημέρι που έχει τον καλύτερο μπακαλιάρο σκορδαλιά. Δεν θα δούμε μικρούς φουστανελάδες με σημαιούλες στο χέρι και δεν θα ακούσουμε ταμπούρλα να χτυπάνε έστω κομμάτι άτσαλα. Την επέτειο θα μας την θυμίσει στην τηλεόραση ο «Παπαφλέσσας» και οι «Σουλιώτες» – αυτό μόνο μας έμεινε από το συνηθισμένο τελετουργικό. Νομίζω ότι δεν θα υπάρξουν στις εφημερίδες ούτε καν τα κλασσικά κείμενα, όσων είναι δύσπιστοι με την ιστορία του κρυφού σχολειού – τα σχόλια τους θα έχουν να κάνουν με την ανάγκη να μην χάσουμε την πίστη μας ότι θα τον νικήσουμε μένοντας σπίτι τον ιό κι όχι με τις λατρεμένες μας εθνικές βεβαιότητες.
Κάποιοι θα πουν ότι φέτος δεν υπάρχει γιορτή, ότι την διέλυσε ο ιός όπως περίπου και την κοινωνική ζωή μας. Κι όμως σε όλη αυτή την απίστευτη πραγματικότητα που περνάμε η ανάγκη για μια γιορτή είναι τεράστια: δεν μιλάω για το τελετουργικό της αλλά, για την ίδια την ουσία της, δηλαδή την ανάγκη μας να θυμηθούμε χάρη στη μέρα και την επέτειο ότι είμαστε ένας ενωμένος λαός που θα τον νικήσει κι αυτόν τον καταραμένο εχθρό με όπλο όχι γαϊταγάνια, αλλά την προσωπική του ευθύνη: την ίδια άλλωστε ευθύνη έδειξαν με τον ξεσηκωμό τους και οι ήρωες του 1821. Αυτοί ένοιωσαν την ευθύνη απέναντι στην ιστορία αυτού του τόπου και κινήθηκαν με τη δύναμη που ήταν απαραίτητη για την ανασύσταση της πατρίδας. Εμείς πρέπει να δείξουμε την ευθύνη μας απέναντι στους ανθρώπους μας – αυτούς που αγαπάμε και πρέπει να προστατεύσουμε. Θα το κάνουμε ένας ένας. Αλλά και όλοι μαζί, αντλώντας δύναμη ο ένας από τον άλλο, γιατί είμαστε πολίτες της ίδιας χώρας κι αυτό η επέτειος της 25η Μαρτίου έρχεται στην κατάλληλη στιγμή να μας το θυμίσει. Δεν είμαστε μόνοι – είμαστε όλοι μαζί: πρωταγωνιστές στην ίδια περιπέτεια με ένα αντίπαλο πανίσχυρο. Που πρέπει όπως και οι ήρωες του 1821 να αποδείξουμε ότι δεν είναι αήττητος.
Δεν θα γραφτούν ποιήματα για τη μάχη εναντίον του κορονοϊού. Δεν θα υπάρξουν παρελάσεις, αν τον νικήσουμε. Δεν θα ντύνουμε τα παιδάκια με στολές όπως αυτές που χρησιμοποιούν οι γιατροί μας σε κάποια συγκεκριμένη μέρα που θα θεωρηθεί η μέρα της νίκης. Δεν θα γυριστούν ταινίες με Μπουμπουλίνες και Σουλιώτισσες που θα βλέπουμε στις τηλεοράσεις για χρόνια. Αλλά θα θυμόμαστε σίγουρα όλοι αυτή την γιορτή της 25ης Μαρτίου, την πρώτη ίσως που θα μας βοηθήσει να θυμηθούμε ότι είμαστε όλοι πολίτες της ίδιας χώρας με ένα κοινό στόχο: να ξεπεράσουμε τον μεγάλο εφιάλτη με τα λιγότερα θύματα.
Το έγραψε ωραία κάποιος τις προηγούμενες μέρες. Από τους προγόνους μας ζητήθηκε να πάρουν τα καριοφίλια, από μας να μείνουμε σπίτι. Δεν είναι πιο δύσκολη η αποστολή η δική μας. Ας ελπίσουμε πως θα μπορούμε να την διηγηθούμε κάποτε χωρίς να νοιώθουμε ενοχές για κάποια απερισκεψία μας..
(ΒΗΜΑγκαζίνο, Μάρτιος του 2020)