Ο Ολυμπιακός κέρδισε τον ΠΑΟΚ με 2-1 και τον άφησε 4 βαθμούς πίσω στη βαθμολογία. Στο κατόπι του έμεινε η ΑΕΚ και θα ήταν κι ο Αρης, αν δεν ξεκινούσε με -6. Ο πρωταθλητής κέρδισε τον ΠΑΟΚ παίζοντας πολύ καλά στο πρώτο ημίχρονο. Στο άδειο Καραϊσκάκη στο δεύτερο ημίχρονο σταμάτησε να παίζει. Και τα δυο τα έχει ξανακάνει φέτος γιατί η καρδιά του λειτουργεί καλύτερα από το μυαλό του.
Εφταναν τα προβλεπόμενα
Ο Πέδρο Μαρτίνς δεν έκανε ούτε μαγικές κινήσεις, ούτε πήρε αποφάσεις που δείχνουν ότι είχε μεγάλη σκοτούρα πριν το ματς: έκανε τα προβλεπόμενα κι αυτό έφτανε. Η σύνθεση του Ολυμπιακού ήταν λογική – ίσως γιατί για πρώτη φορά φέτος ο προπονητής είχε όλους τους παίκτες στη διάθεσή του. Ο Γκάρι Ροντρίγκεζ πήρε φανέλα βασικού κι έπαιξε ως κανονικό δεξί εξτρέμ – η απουσία του στο δεύτερο ημίχρονο υπήρξε μεγάλη. Ο Ελ Αραμπί αρκούσε για να κάνει δύσκολη τη ζωή του Βαρέλα. Η άμυνα αποτελούταν από τους βασικούς και όσο υπήρχε βενζίνη στο ρεζερβουάρ υπήρχε και πρέσινγκ. Κυρίως όμως υπήρχε ο Αγκιμπού Καμάρα που είχε σκοπό να τρελάνει τον Εσίτι και το έκανε εύκολα: αυτός κάνει το 1-0 στο 23΄, αυτός δίνει τη μπάλα στο Μασούρα για το 2-0 στο 31’, αυτός νικιέται από τον Πασχαλάκη στο 50΄σε μια φάση που θα έδινε τέλος στο ματς και την οποία έφτιαξε μόνος του.
Ο νορμάλ Ολυμπιακός βρίσκοντας ένα μπερδεμένο ΠΑΟΚ αντέδρασε με όπλο κυρίως την καρδιά του, τη λένε και καρδιά πρωταθλητή. Ευτυχώς για τον Ολυμπιακό που υπάρχει αυτή γιατί πολλά άλλα λείπουν: η οπισθοχώρηση στο β’ ημίχρονο θα μπορούσε να πληρωθεί ακριβά. Ηταν αποτέλεσμα, όχι τόσο της άνεσης που έδινε το 2-0, αλλά μιας κακής (πορτογαλικής) βεβαιότητας: της βεβαιότητας ότι θα υπάρξουν χώροι και κατά συνέπεια αντεπιθέσεις, αρκεί απλά να περιμένεις και να καλύπτεις τους χώρους. Στο μέτριο δεύτερο ημίχρονο φάνηκε ότι το όποιο αγωνιστικό πρόβλημα δεν έχει να κάνει μόνο με δυσκολίες που έχουν να κάνουν με έλλειψη δυνάμεων, αλλά είναι κυρίως θέμα μυαλού: η κακή ιδέα («περιμένω για να χτυπήσω στην κόντρα»), όταν δεν υπηρετείται και σωστά, μπορεί να σε οδηγήσει στην αυτοκαταστροφή. Κι όταν ο Ολυμπιακός γέμισε από ξεκούραστους παίκτες (Ονιεκούρου, Τικίνιο, Κούντε, Βρουσάι) και πάλι έμοιαζε χωρίς ενέργεια: όταν δεν πιέζεις, έτσι μοιάζεις. Ο Μαρτίνς οφείλει να κρατήσει το πρώτο ημίχρονο, να χαρεί για την επιστροφή του ΕμΒιλά που έκανε την Κυριακή το πρώτο του καλό ματς, να δείχνει την πρόοδο του Αγκιμπού με υπερηφάνεια, αλλά και λιγάκι να προβληματιστεί: αυτό που ο Ολυμπιακός κάνει δεν του πολυταιριάζει. Και δεν είναι θέμα rotation, όπως πολλοί πιστεύουν – θα το εξηγήσω, αύριο ελπίζω, αναλυτικά.
Η βοήθεια του Λουτσέσκου
Η αλήθεια είναι ότι ο Ολυμπιακός χρωστά πολύ από τη νίκη του στον Ρασβάν Λουτσέσκου που για να τα καταφέρει να χάσει το ματς έκανε πολλά: ο Ρουμάνος περίμενε τον Ολυμπιακό του 4-3-3 με τον Μπουχαλάκη παρόντα και χωρίς παίκτη πίσω από το φορ. Η λάθος εκτίμηση δημιούργησε μια λάθος ομάδα. Η στατική άμυνα (με Ροντρίγκο, Βαρέλα, Μιχαηλίδη, Σίντκλεϊ) ήταν ό,τι ήθελε ο Ολυμπιακός: με τον Βιερίνια ο ΠΑΟΚ θα είχε τουλάχιστον κάποιον να βοηθά επιθετικά, όπως στο δεύτερο ημίχρονο. Η μεσαία γραμμή, με τους Εσίτι και Σβαπ μπροστά από την άμυνα και τον Ντούγκλας Αουγκόστο κάτι σαν «δεκάρι» για να πιέζει ψηλά, ήταν αργή – το τρικ το έκανε στο ματς με την ΑΕΚ, αλλά ο Σιμάνσκι και ο Λεταλέκ δεν έχουν καμία σχέση με τον Μαντί Καμαρά και τον Εμβιλά, που αρκούσαν για να εξαφανίσουν κάθε κίνδυνο. Η λογική να αγωνιστεί ο ΠΑΟΚ στην επίθεση με τον βαρύ Ακπομ και τον ξεθυμασμένο Μπίσεσβαρ βοήθησε την άμυνα του Ολυμπιακού: ο Παπασταθόπουλος έβγαλε τον Ακμπομ από το ματς, ενώ ο Μπίσεσβαρ έχοντας απέναντί του τον Λαλά, που δεν του έδινε μέτρα όπως ο Μισελέν ή ο Πουρίτα στο ματς με το Βόλο, ήταν εντελώς ακίνδυνος. Με την επιμονή του στον Μπίσεσβαρ ο Λουτσέσκου έβγαλε από το ματς τον Ζίφκοβιτς – το μόνο που θα μπορούσε πραγματικά να τρομάξει τον Ολυμπιακό.
Ο Ολυμπιακός υπέφερε στην επανάληψη όταν βρέθηκαν στο γήπεδο ο Ελ Καντουρί, ο Βιερίνια και ο Σβιντέρσκι και δέχτηκε τελικά γκολ από τον Μούργκ – μια άλλη αλλαγή του Ρουμάνου. Κατά τη γνώμη μου υπέφερε γιατί άφησε στον φιλοξενούμενο τη μπάλα πάρα πολύ, αλλά και οι αλλαγές του Λουτσέσκου είχαν τη σημασία τους: προέκυψε ένας ΠΑΟΚ πιο λογικός. Ωστόσο το γκολ του Μουργκ ήρθε αργά κι αν είναι αλήθεια ότι το ματς θα μπορούσε να γίνει περίπλοκο αν στο 55΄ο Μιχαηλίδης σκόραρε αντί να σημαδέψει το δοκάρι, είναι άλλο τόσο αλήθεια ότι θα μπορούσε να έχει τελειώσει και δυο λεπτά πριν όταν ο Αγκιμπού είχε το τρίτο (!) δοκάρι του Ολυμπιακού στο ματς.
Η ΑΕΚ πέρασε μόνη δεύτερη
Η ΑΕΚ θα ήθελε μια ισοπαλία στο Καραϊσκάκη – δεν της κάθισε. Αλλά πέρασε μόνη δεύτερη. Δεν ξέρω τι θα πετύχει στο τέλος ο Αργύρης Γιαννίκης, όμως μοιάζει τουλάχιστον τυχερός άνθρωπος κι αυτό είναι χρήσιμο. Η άμυνα της ΑΕΚ με το Βόλο έκανε τρέλες: ο Μίτογλου παραχώρησε ένα πέναλτι, ο Βράνιες πέτυχε ένα αυτογκόλ, ο τερματοφύλακας Στάνκοβιτς χρειάστηκε ειδικά στο πρώτο ημίχρονο τρεις φορές τουλάχιστον. Πέρυσι με τέτοια απόδοση στην άμυνα η ΑΕΚ δεν θα έκανε ούτε βαθμό στο Βόλο: φέτος κέρδισε, σκοράροντας δυο φορές στις καθυστερήσεις των ημιχρόνων στην αντεπίθεση κι ενώ οι κυνηγοί της βρήκαν άδειο το γήπεδο! Ο Γιαννίκης κράτησε την ίδια άμυνα που είδαμε με τον Ατρόμητο (Ρότα, Μίτογλου, Βράνιες, Μαχαμαντί), έβαλε στην αρχική ενδεκάδα τον Μάνταλο και προτίμησε τον Αμραμπατ αντί του Λιβάι Γκαρσία – ο Καρίμ, που άνοιξε το σκορ στο 40΄θα έπαιζε αντί του Αραούχο: ήταν γνωστό. Η ενδεκάδα της Ενωσης στο πρώτο ημίχρονο δεν λειτούργησε άψογα, αλλά οι διορθώσεις στο δεύτερο (κυρίως το πέρασμα στο ματς του Λιβάι, του Σακόφ και του Λεταλέκ) βοήθησαν. Και η νίκη δεν ήταν τελικά τόσο δύσκολη μολονότι το τρίτο γκολ (του Χατζησαφί) ήρθε στο 98΄.
Αλλιώς εκτός Λεωφόρου
Προβληματίζει πολλούς φίλους του ΠΑΟ η διαφορά απόδοσης της ομάδας εντός και εκτός έδρας. Θα λεγα ότι δεν υπάρχει τόσο διαφορά απόδοσης, όσο διαφορά αποτελεσματικότητας και διαφορά προσέγγισης: οι παίκτες του ΠΑΟ εκτός έδρας κομμάτι φοβούνται, μολονότι προσπαθούν και πολύ μάλιστα. Ο ΠΑΟ ως ομάδα δεν νοιώθει σιγουριά στην άμυνα: έχει δεχτεί γκολ σε όλα τα εκτός έδρας παιγνίδια του εκτός από το Καραϊσκάκη, όπου λειτούργησε το ένστικτο της επιβίωσης. Στην Τρίπολη τα δυο γκολ που δέχεται είναι αποτέλεσμα κακής ανασταλτικής δουλειάς – στην φάση του πέναλτι ο Πούγγουρας μοιάζει να μην έχει καταλάβει που είναι ο Μπαράλες, ενώ στη φάση του 1-2 ο Σίτο τρέχει 40 μέτρα με τη μπάλα χωρίς πρόβλημα, πριν πασάρει.
Προφανώς υπάρχει και κάτι που δεν λειτουργεί σε τακτικό επίπεδο: ο ΠΑΟ δεν μπορεί για την ώρα να αγωνίζεται εκτός έδρας με δυο μόνο μέσους. Ο Πέρεθ είναι αργός και φαίνεται μόνο με τη μπάλα στα πόδια. Ο Αλεξανδρόπουλος παρά το τρέξιμο είναι ακόμα άγουρος. Στη Λεωφόρο, όταν η ομάδα του Γιοβάνοβιτς ανεβαίνει στο γήπεδο, οι δυο αυτοί μπορούν με τις βοήθειες των μπακ να είναι ανασταλτικά αποτελεσματικοί. Εκτός έδρας, όταν ο αντίπαλος αφήνει τη μπάλα στον ΠΑΟ γιατί προηγείται, οι δυο δεν αρκούν για να γεμίσουν το γήπεδο. Πρόβλημα είναι και ότι σε θέση βολής φτάνει μόνο ο Καρλίτος: όσο φορμαρισμένος κι αν είναι δεν αρκεί. Ο ΠΑΟ χρειάζεται τελικές προσπάθειες και από άλλους. Και σίγουρα την επιστροφή του Βέλεθ και του Σένκεφελντ.
Ο Αρης που επιμένει
Φυσικά το πρόβλημα του ΠΑΟ δεν είναι μόνο οι μεταπτώσεις του: είναι και ο Αρης. Παρά τους -6 βαθμούς με τους οποίους ξεκίνησε και μολονότι στην έδρα του δεν κέρδισε τον ΟΦΗ και τον Απόλλωνα ο Αρης πλησίασε τον ΠΑΟ στους δυο πόντους: χθες μάλιστα έκανε το καλύτερο επιθετικά παιγνίδι του κόντρα στον Παναιτωλικό κι αρκούσε για αυτό απλά η άνοδος του Μπερτόλιο, η σταθερότητα του Γκάμα και η σοβαρή συμμετοχή στο επιθετικό παιγνίδι των ακραίων του μπακ. Οι εκτός έδρας νίκες με Λαμία και Ατρόμητο κράτησαν την ομάδα του Ακη Μάντζιου ζωντανή τη στιγμή που υπέφερε. Στο ποδόσφαιρο είναι κανόνας μια ομάδα να λύνει πιο εύκολα τα προβλήματα που έχει όταν παίζει εντός έδρας παρά εκτός έδρας.
Αυτό το τελευταίο καλό θα ήταν να το θυμούνται όλοι. Γιατί όλοι το ξέρουν…