Στις 26 του περασμένου Οκτώβρη ο πρώτος Ολυμπιακός της χρονιάς, αυτός που θέλω να πιστεύω πως ολοκλήρωσε την παρουσία του στην Ευρωλίγκα στο ματς με την Μπασκόνια στην Ισπανία και δεν θα τον ξαναδούμε, έκανε απέναντι στην Ανατολού Εφές στο ΣΕΦ το καλύτερο του ματς – ίσως το μοναδικό αληθινά καλό του παιγνίδι. Ο Ολυμπιακός είχε κερδίσει την τουρκική ομάδα με 75-57 κάνοντας τότε πολλά και σχεδόν απροσδόκητα. Η επιθετική μηχανή που λέγεται Εφές τελείωσε το ματς έχοντας ένα μόνο παίκτη της στους 10 πόντους: τον Μπράιαντ που συνήθως κάνει καλά παιγνίδια με αντίπαλο τον Ολυμπιακό. Ο υπέροχος Λάρκιν είχε 8 με τρία όλα κι όλα εύστοχα σουτ. Ο Κλάιμπερν τα είχε πάει ακόμα χειρότερα μένοντας στους 5. Ο πολυδιαφημισμένος Ντάριους Τόμσον είχε 9 κι ο Πλάις 7. Να σημειωθεί ότι η Εφές είχε χάνει ελάχιστα λάθη: μόλις 10. Είχε 5 κλεψίματα αλλά και 14 ασίστ και παρόλα αυτά είχε μείνει στους μόλις 57 πόντους. Ο βασικός λόγος ήταν ότι εκείνο το βράδυ ο Ολυμπιακός την είχε υποχρεώσει να σουτάρει άσχημα: είχε μόλις 8 στα 31 τρίποντα. Ακριβώς πέντε μήνες αργότερα η Εφές κέρδισε όσο εύκολα δείχνει το τελικό σκορ (85-72) τον νέο Ολυμπιακό, αυτόν που μετά τις προσθήκες του Πετρούσεφ, του Ράιτ και του ΜήτρουΛόνγκ και την επιστροφή του ΜακΚίσικ υπόσχεται πολλά. Δεν είναι όμως παράξενο τίποτα. Ούτε η ολική μεταμόρφωση της ομάδας της Πόλης απέναντι στον Ολυμπιακό, ούτε η κακή απόδοση του Ολυμπιακού σε ένα ματς που ήταν κλειδί για την είσοδό του στην πρώτη τετράδα. Παράξενο είναι μόνο ότι η Εφές με τόσες λύσεις είναι τόσο πίσω στην βαθμολογία. Αλλά όταν αλλάζεις δυο προπονητές μέσα στην χρονιά αυτά συμβαίνουν.
Σε μέτρια βραδιά
Η απλοποίηση του ματς λέει ότι ο Ολυμπιακός πλήρωσε ακριβά την τρομερή ευστοχία της Εφές στο τρίποντο: κάποια στιγμή η ομάδα του Λάρκιν είναι 11 στα 15 τρίποντα, δηλαδή ένα εξωφρενικό 75%. Μια άλλη ομάδα, έχοντας αυτό ως όπλο, θα έπρεπε να έχει κερδίσει το ματς από το ημίχρονο – μην πω από το πρώτο δεκάλεπτο. Δεν συνέβη όμως τίποτα τέτοιο. Η Εφές μολονότι έχτισε διαφορές από την αρχή (12-2 στο τρίλεπτο, 43-33 δυο λεπτά πριν το ημίχρονο, 55-42 στα μισά του τρίτου δεκαλέπτου, τις έχασε σχετικά γρήγορα και σχετικά εύκολα. Την μουτζούρα της αρχής την διόρθωσε ο Φαλ που έπαιζε σχεδόν χωρίς αντίπαλο απέναντι σε όποιον του προέκυπτε. Το γρήγορο μάζεμα της διαφοράς στο τρίτο δεκάλεπτο ήρθε με δυο καλάθια του Κάναν και δυο τρεις άμυνες του Παπανικολάου: ο Ολυμπιακός ένα λεπτό πριν το τέλος του πλησίασε με 62-61. Αλλά έχασε το ματς (και την επαφή στο σκορ) στην τελική ευθεία κι όταν μάλιστα η Εφές είχε σταματήσει να σημειώνει το ένα τρίποντο μετά το άλλο. Τι έκανε; Απλά έτρεχε κι έπαιζε γρήγορα. Απέναντι σε ένα Ολυμπιακό που είχε όλους σχεδόν τους περιφερειακούς του σε μέτρια βραδιά.
Λάθη μυαλού και κόπωσης
Το να παίζεις πολύ με τους ψηλούς είναι ωραίο γιατί για να το κάνεις πρέπει να παίζεις οργανωμένα. Ούτε ο Φαλ, ούτε ο Ράιτ θα πάρουν την μπάλα στην κορυφή της ρακέτας και θα πάνε σε προσωπικές ενέργειες: για να είναι επικίνδυνοι πρέπει να τροφοδοτηθούν σωστά. Οσο αυτό συνέβαινε χθες (ειδικά με τον Γάλλο) ο Ολυμπιακός έδειχνε να έχει λύσεις στην επίθεση κι όλοι περίμεναν το αμυντικό του συμμάζεμα για να χτυπήσει το ματς. Αλλά τα πικ εν ρολ ήταν λίγα και όσο κι αν ήταν τελικά πολλές οι ασίστ (20 με 10 από αυτές του Γουόκαπ) ήταν πολλά και τα λάθη – συνολικά 13. Και τα λάθη αυτά ήταν που στοίχησαν – και ήταν λάθη κυρίως μυαλού, δηλαδή κόπωσης.
Ο Ολυμπιακός έζησε μια βραδιά όπου οι περιφερειακοί του έδωσαν λίγα. Ο Γουόκαπ πχ είχε 10 ασίστ (αριθμός εντυπωσιακός που εξηγεί και τους 14 πόντους του Φαλ) αλλά έβαλε μόνο ένα καλάθι κι αυτό είναι απόδειξη πως φέτος οι ασίστ του και όλα τα άλλα που πάντα προσφέρει δεν αρκούν: αυτά αρκούσαν πέρυσι όταν υπήρχε ο Βεζένκοφ κι ο Σλούκας. Οποιο βράδυ δεν υπάρχουν οι πόντοι του Γουόκαπ είναι δύσκολο γιατί λίγους πόντους δίνει κι ο Γκος (χθες μόλις 3), κι αν ο Λαρεντζάκης μείνει στο γήπεδο μόλις 7 λεπτά κι ο ΜακΚίσικ δεν κάνει κι αυτός το κομμάτι του, όλα περιπλέκονται. Διότι όσο θεαματικοί και εντυπωσιακοί να είναι οι ψηλοί υπάρχει πάντα το ενδεχόμενο ο αντίπαλός να τους σταματήσει γεμίζοντας την ρακέτα: αυτό έκανε χθες ο Τόμισλαβ Μιγιάτοβιτς που δεν είναι διάνοια της προπονητικής, αλλά ήταν διαβασμένος. Γέμισε την ρακέτα με κόσμο πολύ (Πλάις, Τζόουνς, Οτούρου, Οσμάνι, Γουίλις) και τον μεν Φαλ στο δεύτερο ημίχρονο τον κούρασε, τον δε Ράιτ δεν τον άφησε να στρίψει. Κι από τη στιγμή που δεν υπήρχε Πετρούσεφ η νίκη της Εφές έγινε εύκολα. Παρά το συμπαθητικό 10/23 τρίποντα του Ολυμπιακού, παρά την πληθωρική παρουσία του Παπανικολάου και παρά το επιθετικό κέφι του Πίτερς που βρήκε χώρους και σούταρε αφού οι παίκτες της Εφές έκλειναν πολύ προς το καλάθι.
Το πλεονέκτημα έδρας
Η ομορφιά της Ευρωλίγκας είναι ότι όλα κι όλοι αναλύονται. Για τον Ολυμπιακό το ματς είναι ένα μικρό καμπανάκι συναγερμού που έχει να κάνει με δυο πράγματα. Το πρώτο αφορά τους επιθετικούς του τρόπους: εδώ και τέσσερα ματς η επίθεση του κυμαίνεται στους 70 πόντους – πράγμα επικίνδυνο. Μπορεί να σου φτάνουν για να κερδίσεις στο ΣΕΦ και στον τελικό κυπέλλου τον Παναθηναϊκό, μπορεί να σου αρκούν ακόμα και για να γυρίσεις την εις βάρος σου διαφορά με την Μπολόνια, αλλά με ομάδες που δεν θα παίξουν σκάκι μαζί σου και θα τρέξουν θα έχεις πρόβλημα. Η Εφές έτρεξε, σούταρε, έβαλε πολλούς παίκτες στην επιθετική εξίσωση, γιατί παίκτες έχει, αλλά παίκτες πολλούς με πόντους στα χέρια έχουν πολλές ομάδες που ο Ολυμπιακός θέλει να κυνηγήσει και να προσπεράσει, είτε αύριο στην βαθμολογία είτε μεθαύριο στα play off. O Ολυμπιακός χαίρεται να κερδίζει με 70 πόντους – συνήθως αυτό είναι σημάδι ότι είναι καλά. Αλλά το πράγμα δεν μπορεί να είναι κανόνας. Χθες μου έλειψαν διάφορα τρικ που είχα δει από τον Μπαρτζώκα στα προηγούμενα ματς – ο Πίτερς «τριάρι» πχ ή τα σχήματα με τον ΜακΚίσικ στην οργάνωση. Αν αυτά χρειάζονται, είναι γιατί ο Ολυμπιακός, που δεν έχει σκόρερς να τον κουβαλήσουν, εκτός από το να είναι σκληρός, πρέπει να μην είναι και προβλέψιμος.
Το δεύτερο καμπανάκι αφορά την συνολική φόρμα της ομάδας. Ο Γκος και ο Γουόκαπ μου φαίνεται ότι παίζουν στο 50%. Μπορώ να καταλάβω τα σκαμπανεβάσματα του Μπραζντέκις, αλλά αλίμονο αν σε αυτά προστεθούν κι ανάλογα σκαμπανεβάσματα του Πετρούσεφ. Και φυσικά στο τέλος της σεζόν δεν αντέχονται και σκαμπανεβάσματα του Λαρεντζάκη και του ΜακΚίσικ. Η θέση στην πρώτη τετράδα είναι δύσκολη, όχι γιατί ο Ολυμπιακός έχασε από την Εφές ή γιατί μπορεί στην τελική ευθεία να χάσει κι αλλού, αλλά γιατί στην αρχή της χρονιάς, όντας ημιτελής και κακοφτιαγμένος, έχασε από την Βαλένθια, την Μπασκόνια και την Μπαρτσελόνα στο ΣΕΦ. Αλλά το θέμα για τον Ολυμπιακό δεν είναι το πλεονέκτημα έδρας: είναι να μπει στα play off με το πλεονέκτημα του παιγνιδιού του. Που απαιτεί υγιείς παίκτες. Χωρίς σκαμπανεβάσματα. Κι ένα Μπαρτζώκα με καθαρό μυαλό και χωρίς νεύρα.